Επιστημονικό-ενημερωτικό ιστολόγιο με βαρύτητα σε θέματα γεωπολιτικής,εξωτερικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων. geopoliticsgr@gmail.com
Σάββατο 27 Ιουνίου 2015
Η γεωπολιτική διάσταση των εκλογών στην Τουρκία
Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών
Το αποτέλεσμα των τουρκικών εκλογών επηρεάζει δύο καυτά, γεωπολιτικής φύσεως, ζητήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία αυτή την περίοδο. Το πρώτο είναι ο τρόπος που θα καθορίσει η Άγκυρα τη σχέση της με τους Κούρδους, τόσο εντός Τουρκίας όσο και εκτός (Συρία και Ιράκ). Το δεύτερο αφορά το βαθμό συμμετοχής της στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας.
Ό,τι τεκταίνεται σήμερα στην Τουρκία έχει ιδιαίτερη σημασία σε πολλά επίπεδα. Από γεωπολιτικής πλευράς, ενώ αποδυναμώνεται η κυριαρχία της χαρισματικής προσωπικότητας του Ερντογάν, επί της οποίας οικοδομήθηκε η νέα τουρκική εξωτερική πολιτική του στρατηγικού βάθους, η Τουρκία βρίσκεται περιτριγυρισμένη από διενέξεις και καθηλωμένη από επιλογές που δεν υλοποιούνται στο βαθμό, που ο ίδιος ο Ερντογάν να μένει ικανοποιημένος. Συγκεκριμένως, στα νότια και νοτιοανατολικά της χώρας βρίσκονται σε εξέλιξη οι εμφύλιοι πόλεμοι στη Συρία και στο Ιράκ, με αβέβαιη την επιτυχία των τουρκικών πολιτικών. Βορείως, στην άλλη πλευρά της Μαύρης Θάλασσας, βρίσκεται σε εξέλιξη ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος ενδυναμώνει γεωστρατηγικώς τη Ρωσία, σε μία περιοχή όπου οι Τούρκοι έχουν πολλαπλά συμφέροντα. Βορειοανατολικώς της Τουρκίας υπάρχει μια συνεχής χαμηλής έντασης διαμάχη μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, όπως επίσης και εύθραυστη ανακωχή στη Γεωργία. Στα δυτικά βρίσκεται η Ελλάδα αντιμέτωπη με ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με την επίλυση της οικονομικής της κρίσης, η εξέλιξη της οποίας μπορεί να προκαλέσει γεωπολιτική μετατόπιση της Ελλάδος προς τη Ρωσία. Ο Τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου, ο πιο στενός εσωκομματικός συνεργάτης του Ερντογάν και εμπνευστής της πολιτικής του στρατηγικού βάθους είχε διακηρύξει μια πολιτική μηδενικών προβλημάτων με τις γειτονικές χώρες. Ωστόσο σήμερα συμβαίνει το αντίθετο.
Η Τουρκία στην εποχή των κεμαλικών ήταν προσεκτική ώστε να μην σύρεται στις διενέξεις της περιοχής γιατί αυτό θα έθετε σοβαρά προβλήματα για την ασφάλεια και την εδαφική της ακεραιότητα. Αντιθέτως, η Τουρκία του Ερντογάν σύρθηκε πολιτικώς και διπλωματικώς στις νότιες διενέξεις, αποφεύγοντας μέχρι τώρα την άμεση στρατιωτική ανάμειξη. Επειδή εντείνονται αυτές οι εμπόλεμες διενέξεις, ειδικώς νοτίως της χώρας, αυξάνεται το ενδεχόμενο να πληγούν και τα τουρκικά σύνορα, λόγω της περιφερειακής διάστασης που λαμβάνει το κουρδικό ζήτημα στη Μέση Ανατολή, προκαλώντας την εμπλοκή της Τουρκίας. Η Τουρκία δεν πρόκειται να αποφύγει την εμπλοκή της στις περιοχές νοτίως της χώρας. Το πώς θα εμπλακεί και το τι θα κάνει δεν αφορά μόνο τη Συρία και το Ιράκ αλλά γεωστρατηγικώς ενδιαφέρει το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ και, ιδιαιτέρως, τις ΗΠΑ. Συνεπώς το θέμα γίνεται γεωστρατηγικώς πολύπλοκο.
Μετά τις εκλογές, η πρόκληση για την Τουρκία συνίσταται στο ότι ένας αποδυναμωμένος Ερντογάν ή ένας από τους πιθανούς διαδόχους του, δεν θα διαθέτει το βάρος για τη διατήρηση των ισορροπιών στο εσωτερικό της χώρας, την ώρα που βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια διεύρυνσης του περιφερειακού ρόλου της χώρας.
Από το 2011, η Τουρκία διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην προσπάθεια για την ανατροπή του προέδρου Άσαντ. Τα 510-μιλίων τουρκικά σύνορα με τη Συρία δεν έκλεισαν ποτέ για τις ισλαμικές ένοπλες ομάδες, περιλαμβανομένου και του Ισλαμικού Κράτους. Η επιθετική πολιτική απέναντι στο καθεστώς του Άσαντ είναι αποκλειστικώς έμπνευσης του Ερντογάν και του κόμματός του. Τα άλλα τρία κύρια πολιτικά κόμματα στην Τουρκία αντιτάχθηκαν. Επιπλέον, το κουρδικό Κόμμα της Δημοκρατίας των Λαών, του οποίου η επιτυχία ήταν το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό των εκλογών και το οποίο ταυτίζεται με τα πολιτικά αιτήματα των 2.200.000 Κούρδων της Συρίας, δημιουργεί εντός της Τουρκίας ένα συγκροτημένο πολιτικό μέτωπο που εκτείνεται έξω από τα σύνορα του τουρκικού κράτους. Το κόμμα αυτό έχει τις προοπτικές να λάβει γεωπολιτική διάσταση, εκφράζοντας στη Δύση τα αιτήματα όλων των Κούρδων της Μέσης Ανατολής.
Ένας μετεκλογικός συνασπισμός ή ακόμη κυβέρνηση μειοψηφίας είναι βέβαιο ότι θα καθιστά ασθενέστερη από ό, τι ήταν πριν την τουρκική πολιτική στη Συρία, και ως εκ τούτου πιο αδύναμη να ξεκινήσει επιδρομές κατά του καθεστώτος Άσαντ ή ακόμη να υποστηρίξει τους ισλαμιστές αντάρτες, προκειμένου να επιταχύνει καθεστωτική αλλαγή εκεί.
Πριν από τις εκλογές, η Τουρκία έμοιαζε περισσότερο με μονοκομματικό κράτος το οποίο ταυτιζόταν με τον προσωπικό αυταρχισμό του Ερντογάν και με μεθόδους όπως ο πρόσφατος βομβαρδισμός των γραφείων του κουρδικού κόμματος. Ο Ερντογάν θα επιδιώξει να κάνει την υστάτη αντεπίθεση για να διεκδικήσει εκ νέου το χαμένο έδαφος και να αποκατασταθεί η πολιτική του κυριαρχία, η οποία τραυματίστηκε καθοριστικώς μετά από 13 χρόνια εξουσίας. Το πεδίο της Συρίας δεν φαίνεται να είναι ευνοϊκό. Αυτό που του μένει είναι πουλήσει εθνικισμό εντείνοντας το αντικουρδικό μένος εντός και εκτός Τουρκίας. Ο Ερντογάν θέλει να εξαγοράσει λίγο χρόνο προτού πάει σε πρόωρες εκλογές. Έχει δε και το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική κυβέρνηση που θα μπορούσε ενδεχομένως να σχηματιστεί μεταξύ των τριών κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Η εικόνα όμως του Ερντογάν, αλλά και του κόμματός του, ως μια ασταμάτητη δύναμη σε διαρκή άνοδο έχει υποστεί σοβαρό πλήγμα και συνεπώς αυτό έχει επιπτώσεις στην ανολοκλήρωτη εξωτερική πολιτική που εγκαινίασε. Απ' εδώ και πέρα η Τουρκία θα είναι πιο αδύναμη και η νέα φάση πολιτικοποίησης του κουρδικού θα τη βυθίζει ολοένα και περισσότερο στην εσωστρέφεια και στην ανασφάλεια, σε μία περίοδο κατά την οποία έχει δρομολογηθεί η επαναχάραξη συνόρων στη Μέση Ανατολή. Πιστεύω ότι με τη δυναμική που αναπτύσσει το κουρδικό, ως περιφερειακό πλέον πρόβλημα, η Τουρκία δεν πρόκειται να εξαιρεθεί αυτής της διαδικασίας.
Τρίτη 2 Ιουνίου 2015
Η παγίδα με το παράνομο αεροδρόμιο της Τύμπου
Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού
Κέντρου Μελετών
Μία από τις άμεσες επιδιώξεις της Τουρκίας μέσω των δικοινοτικών
συνομιλιών στην παρούσα φάση είναι η διεθνής νομιμοποίηση της λειτουργίας του
παρανόμου αεροδρομίου της Τύμπου. Αυτός θα είναι προσεχώς ένας από τους άμεσους
στόχους των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Άλλωστε ο νέος ηγέτης του
κατοχικού καθεστώτος, Μουσταφά Ακκιντζί, έσπευσε εξαρχής να συνδέσει της
επιστροφή εκείνου του μικρού μέρους της πόλης της Αμμοχώστου, όπως επίσης και της
λειτουργίας του λιμανιού της πόλης, με τη νομιμοποίηση του παρανόμου
αεροδρομίου της Τύμπου.
Κατ’ αρχάς, γιατί η Τουρκία επιδιώκει νομιμοποίηση της λειτουργίας του αεροδρομίου
της Τύμπου; Από νομικής πλευράς, σύμφωνα με τα ψηφίσματα 541 και 550 του
Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το ψευδοκράτος είναι παράνομο και σύμφωνα με το
πρωτόκολλο 10 της Συνθήκης Προσχώρης στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα κατεχόμενα εδάφη
είναι μεν έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά το ευρωπαϊκό κεκτημένο
αναστέλλεται προσωρινώς λόγω του ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν ασκεί
αποτελεσματικό έλεγχο σ’ αυτά. Συνεπώς, όπως και στην περίπτωση του λιμανιού
της Αμμοχώστου έτσι και στην περίπτωση του αεροδρομίου της Τύμπου, η μοναδική
αρμοδία αρχή για τον έλεγχο εισόδου και εξόδου προς και από την χώρα αλλά και
για τον έλεγχο ανοίγματος και κλεισίμου εσόδων και εξόδων είναι η Κυπριακή
Δημοκρατία.
Από στρατηγικής πλευράς,
μακροπρόθεσμη επιδίωξη της Τουρκίας μετά την εισβολή υπήρξε η νομιμοποίηση
της παρουσίας της στην Κύπρο, είτε άμεσα μέσω της αναγνώρισης του ψευδοκράτους
είτε εξελικτικώς μέσω της σταδιακής νομιμοποίησης θεσμών του ψευδοκράτους.
Συνεπώς, εγείροντας η Άγκυρα, μέσω του Ακκιντζί, το θέμα της αναγνώρισης του
παρανόμου αεροδρομίου της Τύμπου κινείται σαφώς στη λογική της εξελικτικής
νομιμοποίησης.
Το ερώτημα το οποίο προκύπτει από αυτά τα δεδομένα είναι το εξής: μέσα
σε ποιο πλαίσιο η κυβέρνηση θα διαπραγματευθεί τη λειτουργία του αεροδρομίου; Η
μία επιλογή είναι να υπαχθεί το αεροδρόμιου στο Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας της
Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή η επιλογή σίγουρα θα απορριφθεί από την Τουρκία
γιατί ακυρώνει την στρατηγική της στοχοθεσία σε σχέση με την αναβάθμιση του
ψευδοκράτους και τη μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Έτσι μένει μία
άλλη επιλογή για την Άγκυρα και πιθανόν αυτή θα φέρει μελλοντικώς στο τραπέζι
ως μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Πιο συγκεκριμένα, θα δεχθεί θεωρητικώς το
αεροδρόμιο να υπαχθεί στο Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας
αλλά λόγω «πρακτικών» δυσκολιών η διαχείριση του αεροδρομίου θα πρέπει να
γίνεται από κοινού μεταξύ αξιωματούχων της ΕΕ και του ψευδοκράτους. Σε αυτό το
ενδεχόμενο η Τουρκία θα απαιτήσει να έχει τον έλεγχο μεγάλου μέρους της
κυπριακής Περιοχής Πληροφοριών Πτήσεων (FIR) καθώς επίσης και έλεγχο στο μέρος του
Εθνικού Εναερίου Χώρου της Κύπρου που βρίσκεται σήμερα υπό κατοχή, για να
μπορεί να λειτουργεί αποτελεσματικά το αεροδρόμιο και σύμφωνα με τους κανόνες
του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO). Όμως, σύμφωνα με τον ICAO έλεγχο στον Εθνικό Εναέριο Χώρο αλλά και
στην Περιοχή Ελέγχου Πτήσεων μόνο τα κράτη μέλη του οργανισμού, μπορούν να
έχουν αφού αυτό αποτελεί κυριαρχικό τους δικαίωμα.
Εάν η ελληνική πλευρά αποδεχθεί αυτό το ενδεχόμενο να εξελιχθεί ως
γεγονός, στη λογική των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, εν ονόματι του «καλού
κλίματος» των συνομιλιών, θα συνεπάγεται μία σειρά από αρνητικά γι’ αυτήν
δεδομένα. Πρώτον, η Τουρκία θα πετύχει την αναγνώριση, μέσω ενός διεθνούς
οργανισμού, την ξεχωριστή οντότητα στα κατεχόμενα, η οποία σήμερα είναι
παράνομη. Δεύτερον, στα χαρτιά μπορεί να αναφέρεται η κυριαρχία της Κυπριακής
της Δημοκρατίας, όμως στην πραγματικότητα, αφού η ίδια θα εκχωρήσει το
κυριαρχικό της δικαίωμα αλλού, εκ των πραγμάτων θα υποβιβασθεί σε ελληνική
διοίκηση του νησιού, όπως επιδιώκει διηνεκώς η Άγκυρα. Τέτοια εξέλιξη θα
βοηθήσει στην αναγνώριση του εδάφους των κατεχομένων ως χωριστής οντότητας από
την Κυπριακή Δημοκρατία, που ήταν άλλωστε πάγιος στόχο της Τουρκίας μετά την
εισβολή. Τέλος, τρίτον, αυτή η εξέλιξη, εκτός από την Τουρκία, ευνοεί σαφώς και
τους διεθνείς διαμεσολαβητές, οι οποίοι δημιουργούν ευνοϊκό πεδίο για την
προώθηση λύσης συνένωσης δύο συνιστώντων ισοτίμων κρατών, όπως επεδίωκε και το
Σχέδιο Ανάν, το οποίο απορρίφθηκε με συντριπτική πλειοψηφία από τον κυπριακό
ελληνισμό.
Τυχόν, τέτοια εξέλιξη θα απομακρύνει την προοπτική επίλυσης του
προβλήματος από τις αρχές που έθεσε το εθνικό συμβούλιο, έστω και με λύση
διζωνικής ομοσπονδίας. Όταν το ψευδοκράτος θα αρχίσει να αναβαθμίζεται, μέσω
της απόκτησης νομιμότητος στις διεθνείς του σχέσεις, τότε η Τουρκία γιατί να
σπεύσει άμεσα σε μία λύση; Θα επιδιώξει σίγουρα την εξαγορά περισσότερου
χρόνου, όπως έκανε από το 1974 και εντεύθεν, προκειμένου να προωθήσει την
εξελικτική λύση, η οποία συνίσταται στη διπλωματική συσσώρευση νέων
τετελεσμένων νομιμοποίησης του ψευδοκράτους και μετά να απαιτήσει η de facto κατάσταση που θα δημιουργηθεί με την υποχωρητικότητα της ελληνικής
πλευράς και όταν πλέον το Κυπριακό Πρόβλημα θα παύσει να υπάρχει ως τέτοιο, να
μετατραπεί και σε de jure λύση. Τότε η ελληνική πλευρά θα βρεθεί σε
αδιέξοδο με την πλάτη στον τοίχο χωρίς τη δυνατότητα εναλλακτικής επιλογής.
The Ruins of Empire in the Middle East | Foreign Policy
Subject: America already tried imperialism in the Middle East - and it failed | The National
DeiNews: Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ ΓΙΑ ΤΗΝ Γ...
DeiNews: Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ ΓΙΑ ΤΗΝ Γ...: Ομιλία ιστορική, διαχρονική, ταξίδι για τον νου, την καρδιά και την ψυχή. Μία ώρα για να φορτίσετε, όποιες μπαταρίες έχετε με υπομονή και σ...
Διαβάστε περισσότερα...
Διαβάστε περισσότερα...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)