Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2009

Εάν αναγνωρίσετε την Αμπχαζία, θα αναγνωρίσουμε την «ΤΔΒΚ»


Yeni Şafak (17/9/2009)

Η αναφορά του Ρώσου πρέσβη στην Άγκυρα, Ιβανόφσκι, «εάν η Τουρκία αναγνωρίσει τη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία, τότε και η Ρωσία θα αναγνωρίσει την ΤΔΒΚ», αντιμετωπίστηκε θετικά από την Αμπχαζία, την “ΤΔΒΚ” και την Τουρκία. Όσον αφορά το θέμα αυτό, ο ΥΠΕΞ της Αμπχαζίας, Σάμπα, ανέφερε ότι είναι ενήμερος της κατάστασης και ότι μια τέτοια ενέργεια θα είναι προς το συμφέρον τους. Ο “πρωθυπουργός” της “ΤΔΒΚ”, Έρογλου, για το ίδιο θέμα είπε: «Η αναγνώριση της ΤΔΒΚ θα είναι προς το συμφέρον μας, ενώ θα αποτελέσει και μια απόφαση, η οποία θα ενισχύσει τη θέση μας στην τράπεζα των συνομιλιών. Πρώτα ο Θεός, μακάρι αυτό να είναι αλήθεια». Διαβάστε περισσότερα...

Διπλωματία για ένα πουκάμισο αδειανό


Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών


H Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την ίδρυσή της το 1844 έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εκπαιδευτική παράδοση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ορθοδοξίας γενικότερα. Από το 1971, χρονιά που το Τουρκικό κράτος διέταξε την αναστολή της λειτουργίας της με μία σειρά μέτρων, το ζήτημα του ανοίγματος της Σχολής έχει καταστεί μία σημαντική παράμετρος της διπλωματικής ατζέντας των Ελληνοτουρκικών σχέσεων και τα τελευταία χρόνια αυτή η προσπάθεια ενσωματώθηκε στην διαδικασία εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας, με την προσδοκία ότι το Τουρκικό κράτος θα επιτρέψει επιτέλους τη εφαρμογή των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ελληνικής μειονότητας της Κωνσταντινούπολης.

Η διπλωματική διάσταση του ζητήματος αυτού έγκειται στο ότι τόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και η Ελλάδα έχουν ταυτίσει την επαναλειτουργία της Σχολής με την επιβίωση του Πατριαρχείου. Ως εκ τούτου, η Τουρκία με την επιμονή της να διατηρεί τη Σχολή της Χάλκης κλειστή έχει καταφέρει να μετατρέψει το πρόβλημα σε μείζονος εθνικό θέμα για την Ελληνική διπλωματία και την Ελληνική κοινή γνώμη, το οποίο μάλιστα παραμένει επί μακρόν στην κορυφή της διπλωματικής ατζέντας. Στην ουσία, όμως, η Ελληνική διπλωματία έπεσε στην παγίδα της Τουρκικής πολιτικής.

Το Πατριαρχείο αντλεί τη δύναμη και την επιρροή στην Ορθοδοξία από τον οικουμενικό του χαρακτήρα αφού οι ορθόδοξες εκκλησίες του αναγνωρίζουν αυτό τον προνομιακό ρόλο. Αυτός άλλωστε είναι και ο βασικός λόγος που η Τουρκία αρνείται να του αναγνωρίσει τον οικουμενικό του χαρακτήρα και συνεχώς το υποβιβάζει σε τοπική εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Το ζήτημα της Σχολής της Χάλκης, όπως και άλλα συναφή ζητήματα που σχετίζονται με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, είναι θέματα που αφορούν ξεκάθαρα το κεφάλαιο ανθρώπινα δικαιώματα και ως τέτοια θα πρέπει η Ελλάς να τα θέτει στην Ελληνοτουρκική και Ευρωτουρκική ατζέντα. Αυτό, όμως, που σήμερα κάνει η Ελληνική διπλωματία είναι ότι έχει αποδεχτεί το θέμα της Θεολογικής Σχολής ως μέρος ενός παζαριού. Αντί να απαιτήσει άμεσα το άνοιγμα της Σχολής από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ακόμη περισσότερο να προχωρήσει το Πατριαρχείο μονομερώς στη λειτουργία της Σχολής, εκθέτοντας τα σοβαρά ελλείμματα δημοκρατίας στην Τουρκία σε περίπτωση που η κυβέρνηση Ερντογάν αντιδράσει, η Ελληνική πλευρά μπήκε σε ένα παιγνίδι διαπραγμάτευσης όπου η Τουρκία παζαρεύει σκληρά προκειμένου να αποσπάσει ανταλλάγματα για τη μειονότητα της Θράκης. Αυτός άλλωστε ήταν πάγιος τακτικός στόχος της Άγκυρας εδώ και χρόνια, να συνδέσει δηλαδή τα θέματα που αφορούσαν το Πατριαρχείο και τη δήμευση Ελληνικών περιουσιών στην Κωνσταντινούπολη με τη μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα. Η επιτυχία αυτού του στόχου για την Άγκυρα της εξασφαλίζει την εξισορρόπηση των πιέσεων που δέχεται διεθνώς για την παραβίαση των δημοκρατικών ελευθεριών.

Στην ουσία, η Τουρκία δεν έχει τίποτα να χάσει από την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής. Επιπλέον, αυτή η στόχευσή της ενισχύεται σε μεγάλο βαθμό από τις αμερικανικές πιέσεις προς την Τουρκία να επιτρέψει την επαναλειτουργία της Σχολής. Για τις ΗΠΑ έχει ιδιαίτερη πολιτική σημασία το Οικουμενικό Πατριαρχείο γιατί το βλέπουν ως ανάχωμα προς τις αξιώσεις τις Ρωσίας να αναλάβει την πρωτοκαθεδρία στον ορθόδοξο κόσμο και να αυξήσει την επιρροή της στην περιοχή μέσω του Πατριαρχείου της Μόσχας.

Επειδή, όμως, η Αμερικανική πίεση στην Τουρκία αυτή την περίοδο είναι οριοθετημένη, το ρόλο διευκόλυνσης ανέλαβε η Ελληνική διπλωματία που ήδη έπεσε στην παγίδα μεγιστοποιώντας τη σημασία της επαναλειτουργίας της Σχολής της Χάλκης μπαίνοντας στο παζάρι της διαπραγμάτευσης. Η Τουρκία, ενόψει της αξιολόγησής της ενταξιακής της πορείας στο τέλος του χρόνου, επείγεται περισσότερο για μία επικοινωνιακή εκμετάλλευση κάποιας «παραχώρησης» στα Ελληνοτουρκικά. Αυτή η «παραχώρηση» αναμένεται να είναι η επαναλειτουργία της Σχολής, ενώ από την άλλη η Αθήνα θα πανηγυρίσει μία κατασκευασμένη εθνική «επιτυχία» η οποία εξυπηρετεί λιγότερο τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα. Διαβάστε περισσότερα...

Οι Ταλιμπάν, οι φυλές και η βρετανική εμπειρία


Tου David Ignatius / Aρθρογράφου της Washington Post

Προκειμένου για το Αφγανιστάν, οι Βρετανοί πιστεύουν ακράδαντα ότι πριν από 150 χρόνια διέπραξαν τα ίδια ακριβώς σφάλματα που διέπραξαν πρόσφατα οι Αμερικανοί. Ως εκ τούτου αξίζει τον κόπο να ακούσει κανείς τι έχουν να πουν οι Βρετανοί εμπειρογνώμονες σχετικά με την ακολουθητέα στρατηγική.

Το Αφγανιστάν έκανε τους Βρετανούς να αλλοφρονήσουν καθόλη σχεδόν τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Δεν μπορούσαν να ελέγξουν τον τόπο, δεν μπορούσαν όμως και να τον εγκαταλείψουν. Διαπίστωσαν ότι στρατιωτική λύση δεν υπήρχε, αλλά ούτε και μη στρατιωτική. Επρόκειτο απλώς περί της διαχείρισης του χάους. Τι θυμίζει αυτό;

Η μόνη διέξοδος για τους Βρετανούς ήταν η συνεργασία με τους φυλάρχους. Τους δωροδοκούσαν και έτσι τους κρατούσαν μακριά από τους διάφορους κακούς, που απειλούσαν τα βρετανικά συμφέροντα. Τους άφηναν ωστόσο ελεύθερους να διοικούν τα του οίκου τους. Οποίος κυνισμός θα έλεγε κανείς, εφόσον η βρετανική τακτική κληροδότησε ένα Αφγανιστάν πάμπτωχο και οπισθοδρομικό. Ομως, το μη χείρον βέλτιστον, διότι πολύ χειρότερη ως εναλλακτική λύση, ήταν η ατέρμονη αιματοχυσία σε μια τόσο μακρινή χώρα, που αρνιόταν επίμονα να γίνει αποικία.

Και σήμερα η σύγχρονη εκδοχή της «συνεργασίας με τις φυλές» μοιάζει η καλύτερη δυνατή λύση. Οπως φαίνεται, η λύση αυτή βρίσκεται στον πυρήνα της στρατηγικής του στρατηγού Στάνλεϊ Μακ Κρίσταλ, η οποία διέρρευσε την περασμένη εβδομάδα στη δημοσιότητα. Η στρατηγική έχει ως λεκτικό περιτύλιγμα τον όρο «καταστολή της εξέγερσης» – ο στρατηγός αναφέρεται σε «λαοκεντρικές επιχειρήσεις» και χρησιμοποιεί τη λέξη «κοινότητα» 44 φορές, αν μέτρησα σωστά. Επί της ουσίας, ο στρατηγός εκτιμά ότι είναι καλύτερα να συζητήσει κανείς πώς θα σταθεροποιηθεί η χώρα, αντί να πυροβολεί ανθρώπους.

Ειδικής βαρύτητας σημείο της θεώρησης Μακ Κρίσταλ είναι η «επανένταξη», δηλαδή η κοινωνική ενσωμάτωση των Ταλιμπάν. Προτείνει να τους δοθεί κάποια διέξοδος και συνάμα τα κίνητρα για να πάψουν τον πόλεμο και να επιστρέψουν στην ομαλότητα. Η πρόταση περιλαμβάνει έως και προσφορά εργασίας, μαζί με την εγγύηση της προστασίας. Κοντολογίς τους λένε ότι εάν συνεργαστούν με την αφγανική κυβέρνηση θα κερδίσουν χρήματα, δουλειά, ίσως και όπλα.

Ενας πρώην αξιωματικός της CIA, που συνεργάστηκε με φυλές του Αφγανιστάν τη δεκαετία του ’80 ερμηνεύει την προσέγγιση Μακ Κρίσταλ ως εξής: «Μετακινηθείτε στην ενδοχώρα και ζήστε με τους ντόπιους. Βρείτε τους, οπλίστε τους και εκμεταλλευθείτε την ιδιότητα του πολέμαρχου. Εάν δεν θέλετε να πουλούν όπιο, πληρώστε τους με αντίτιμο υψηλότερο από τα κέρδη των ναρκωτικών. Στρέψτε τους Αφγανούς πολέμαρχους εναντίον των ξένων μαχητών και ταυτόχρονα διαχειριστείτε την μεταξύ τους διχόνοια».

Επιστρέφοντας στους Βρετανούς, το Λονδίνο δεν αντέδρασε αρνητικά στην ιδέα του στρατηγού Μακ Κρίσταλ. Σύμφωνα με αυτήν, εφόσον η συμμαχία με επικεφαλής τις ΗΠΑ δεν μπορεί να εγκαταλείψει το Αφγανιστάν, και εφόσον έχει αποφασίσει να μείνει, τότε καλύτερα να συνεργαστεί με τον κόσμο παρά να τον αποξενώσει. Η εναλλακτική λύση, δηλαδή η στρατηγική των επικριτών του στρατηγού, που ισχυρίζονται ότι οι ΗΠΑ πρέπει να επικεντρώσουν την προσπάθεια στην εξόντωση των μαχητών της Αλ Κάιντα και άλλων κακών, θεωρείται ριψοκίνδυνη από τους Βρετανούς.

«Η καταστολή της εξέγερσης δεν επαρκεί. Μόλις αποχωρήσουν οι ξένες δυνάμεις, ο τόπος θα καταρρεύσει. Το Κανταχάρ θα πέσει στα χέρια των Ταλιμπάν ύστερα από μια εβδομάδα, το Λάσκαρ Γκαχ, η πρωτεύουσα της επαρχίας Χελμάντ, ύστερα από 15 μέρες», λέει ο κορυφαίος των Βρετανών εμπειρογνωμόνων σε θέματα Αφγανιστάν. Οι Βρετανοί, ακριβώς όπως ο Μακ Κρίσταλ, ρίχνουν το βάρος στην κοινωνική επανένταξη, τοπική ή φυλετική. Συμμερίζονται μάλιστα τον ενθουσιασμό του όταν λέει ότι πρέπει να ενισχυθούν οι κυβερνήτες των επαρχιών και των περιφερειών και να συγκροτηθούν τοπικές συνελεύσεις (οι γνωστές «σούρα» ή «ζίργκα»), ικανές να προσελκύσουν πρώην μαχητές και να αναλάβουν την ευθύνη της διακυβέρνησης. Ακουσα δύο μόνο Βρετανούς να επικρίνουν κατ’ ιδίαν τη στρατηγική Μακ Κρίσταλ. Η δική τους αξιολόγηση έχει να κάνει με τον πυρήνα του προβλήματος, δηλαδή το εφικτό ή ανέφικτο του σχεδίου.

Ο προβληματισμός τους εστιάζεται κατ’ αρχήν στην αναγκαία ή όχι αύξηση του στρατιωτικού δυναμικού, ώστε να ανακτηθεί η υπεροχή έναντι των Ταλιμπάν. «Η άποψη ότι θα πεισθούν να έλθουν σε διαπραγματεύσεις μέσω της στρατιωτικής βίας, είναι εσφαλμένη. Εκτός και εάν έχουμε σκοπό να εποικίσουμε τη χώρα. Ομως, χτίζοντας φρούρια και ντύνοντας τους ντόπιους με δικές μας στολές, εκνευρίζουμε αντί να καθησυχάζουμε τις φυλές», λέει κορυφαίος γνώστης των αφγανικών θεμάτων. Μάλλον έχει δίκιο. Μεγαλύτερος στρατός δεν σημαίνει και καλύτερη ασφάλεια. Η προστασία του πληθυσμού σε ολόκληρη την επικράτεια είναι αδύνατη. Αντ’ αυτής, ο Μακ Κρίσταλ καλά θα κάνει να εστιάσει την προσοχή του στις πόλεις. Οπως έγραψε την εβδομάδα που πέρασε ο Γκρεγκ Τζαφ της «Ουάσιγκτον Ποστ», ο Αμερικανός διοικητής προσανατολίζεται προς αυτή τη λύση, εγκαταλείποντας τα προκεχωρημένα φυλάκια στο μακρινό Νουρεστάν, στα βορειοδυτικά της χώρας.

Η δεύτερη ένσταση που προβάλλουν οι Βρετανοί εμπειρογνώμονες αφορά την κατάρρρευση της παραδοσιακής δομής των φυλών. Το κύρος των φυλάρχων και δημογερόντων έχει τρωθεί και κλονιστεί ύστερα από δεκαετίες πολέμου. Η ισχύς περιήλθε στους εμπόρους ναρκωτικών και όπλων και στους μαχητές των Ταλιμπάν. Για να μεταβάλει τις ισορροπίες, ο Μακ Κρίσταλ άλλη λύση δεν έχει εκτός από τα χρήματα. Κυνικό δίδαγμα, αλλά αυτό που οι Βρετανοί έμαθαν καλά στο συγκεκριμένο μέρος του κόσμου, είναι η απόλυτη χρησιμότητα του ρευστού.

Πηγή: http://news.kathimerini.gr

Διαβάστε περισσότερα...

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009

The Old Garden


Hwang Sok-Yong
The Old Garden
Seven Stories Press, 2009



B. R. Myers The New York Times Book Review

Κανένας δεν πρέπει να κακίσει την μη-χρονολογική αφήγηση στην Αμερική, όπου θεωρείται ένα εγγενώς σοβαρότερο είδος. Θίγω το θέμα επειδή αν και ο "Παλαιός Κήπος" του Hwang Sok-Yong γράφτηκε νότια του 38ου παραλλήλου, μοιάζει με ένα βορειοκορεατικό αφήγημα, τόσο δομικά όσο και ιδεολογικά.

"Ο Παλαιός Κήπος" αρχίζει με ένα αρκετά ενδιαφέρον τρόπο. Η περιγραφή της πρώτης ημέρας ελευθερίας ενός πρώην πολιτικού κρατουμένου μετά από σχεδόν 20 χρόνια, όταν ακόμη και η θέα του ανοιχτού χώρου τον εξαντλεί, είναι ζωηρή και συγκινητική.
Η μετάφραση του Oh βασικά είναι λειτουργική, αλλά νοιώθει πάρα πολύ νεανική και ευδιάκριτα Αμερικανική. Η τυπική Κορεατική έκφραση για «24 ώρες την ημέρα» αποδίδεται στα αγγλικά ως «24/7» - μια λέξη που σημαίνει «ντροπαλός» γίνεται «τελείως ντροπιασμένος» κτλ - αυτό μόλις μετά βίας αποτελεί τον τρόπο που θα εκφραζόταν ένας άνθρωπος μετά από μια μακράς διαρκείας φυλάκιση. Άλλοι χαρακτήρες βρίζουν με τρόπους που δεν θα μπορούσαν να φανούν λιγότερο Κορεάτικοι: «Χριστός(!), γέμισε σάλια το στόμα μου!» Το αυθεντικό έχει τουλάχιστον περισσότερη πυγμή — αλλά αυτό είν’ όλο. Ιδιαίτερα παράξενη είναι η επιλογή του συντάκτη για αφηγητή. Ο Hyun Woo είναι ένας άνθρωπος για τον οποίο «όλα δεν προκαλούν ενθουσιασμό και είναι συνηθισμένα» και θέλει προφανώς να αισθανθούμε και εμείς με τον ίδιο τρόπο.
Πράγματι, η αντίθεση των σπουδαστών στο καθεστώς Chun λαμβάνεται τόσο πολύ για δεδομένο που μόλις και φαίνονται να σκέφτονται, πόσο μάλλον να συμμετέχουν σε ηθική ή φιλοσοφική συζήτηση. Ξέρει ο Hwang πόσο ανόητοι ακούγονται; Όταν ο Hyun Woo λέει ότι η σφαγή στο Kwangju το 1980 τον έκανε να αντιληφθεί ότι «ο εχθρός μας δεν ήταν ο Βορράς,» προφανώς φαίνεται ότι πρέπει να συμφωνήσουμε ότι αυτό ήταν το μόνο πιθανό συμπέρασμα. Και όταν ένα άλλο άτομο εξηγεί την προσφάτως ανευρεθείσα συμπόνοιά του για τη Pyongyang με τις λέξεις «Απλώς αποφάσισα να είμαι στην πλευρά τους, ΕΝΤΑΞΕΙ;» (οι τόνοι ηλίθιων κοριτσιών δεν είναι πάντα ακατάλληλοι), αναμένεται να αισθανθούμε κάτι εκτός από το να τον ρίξουμε πέρα από την DMZ. Ο Yoon Hee, που είναι σαφώς ο πλέον συμπαθής χαρακτήρας για τον συγγραφέα, με την κάθε σελίδα γίνεται περισσότερο αφόρητος. Επιλέγοντας να ζήσει στο Δυτικό Βερολίνο, τρομάζει όταν καταρρέει η Ανατολική Γερμανία, και ανησυχεί ότι η Βόρεια Κορέα μπορεί να ακολουθήσει. «Αυτό δεν είναι η λύση. Τουλάχιστον είχαν τη σωστή αρχή, ναι;» Μελετώντας στη Σεούλ στα μέσα της δεκαετίας του '80, και επιβεβαιώνοντας την ανδρεία των διαδηλωτών σε πολλές περιπτώσεις, ήμουν έτοιμος να συμπαθήσω τους χαρακτήρες του Hwang για τη βοήθεια τους να τεθεί ένα τέλος στην στρατοκρατία. Αλλά όμως, έχει τόσο λίγο προφανή σεβασμό για την αστική δημοκρατία που τους περιγράφει να αναθεματίζουν τη μετάβαση σε αυτή. Το ένστικτο ότι εδώ ασχολούμαστε με μια ιδεολογία ακόμα πιο ανόητη από το Μαρξισμό επιβεβαιώνεται σε μια από τις γραμμές τουYoon Hee: «Είναι μια πάλη που συνεχίζεται εδώ και εκατό χρόνια από τότε που ανοίξαμε το λιμάνι. «Με άλλα λόγια, τα προβλήματα της Κορέας άρχισαν όταν έπαψε να υφίσταται ως το απομονωμένο βασίλειο. Και ξαφνικά καταλαβαίνουμε: αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο οι σπουδαστές θα μπορούσαν να έχουν παλέψει τόσο ηρωικά ενάντια σε έναν υπέρ-αμερικανικό δικτάτορα στη Σεούλ, ενώ όμως βρήκαν τόσο λίγους λόγους για να επικρίνουν τους παρανοϊκούς εθνικιστικούς κακοποιούς στην Pyongyang.

«Ο Παλαιός Κήπος» λοιπόν, παρά τη θέληση του, θέτει μια ενδιαφέρουσα ερώτηση. Θα έπρεπε να θαυμάσουμε αυτούς τους ανθρώπους εφόσον έκαναν την «Νότια Κορέα λιγότερο όμοια με τη Βόρεια Κορέα, εάν όντως στόχευαν το αντίθετο;». Διαβάστε περισσότερα...

Οι κλιματικές αλλαγές προκαλούν στρατηγικά διλήμματα


Του John M. Broder International Herald Tribune

Οι κλιματικές αλλαγές στον πλανήτη φέρνουν τις ΗΠΑ αντιμέτωπες με θεμελιώδη στρατηγικά διλήμματα μέσα στις ερχόμενες δεκαετίες, εγείροντας την προοπτική δραστικής παρέμβασης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν κρίσεις που θα προκληθούν από τυφώνες, ξηρασίες, μαζικές μεταναστεύσεις και πανδημίες, αναφέρουν αναλυτές του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών.

Τέτοιου είδους κρίσεις θα μπορούσαν να ανατρέψουν κυβερνήσεις, να ενισχύσουν τρομοκρατικά κινήματα ή να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρες περιοχές, λένε οι αναλυτές και εμπειρογνώμονες του Πενταγώνου και των μυστικών υπηρεσιών, οι οποίοι έχουν αρχίσει πια να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην εθνική ασφάλεια.

Πρόσφατες μελέτες των μυστικών υπηρεσιών κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι στη διάρκεια των επόμενων 20 έως 30 ετών, ευάλωτες περιοχές, ειδικά στην Υποσαχάρια Αφρική, τη Μέση Ανατολή, τη νότια και νοτιοανατολική Ασία, θα αντιμετωπίσουν εξαιτίας της αλλαγής του κλίματος την προοπτική έλλειψης τροφίμων, κρίσεις για το νερό και καταστροφικές πλημμύρες – προβλήματα που θα απαιτήσουν την αμερικανική ανθρωπιστική βοήθεια ή ακόμη και μια στρατιωτική αντίδραση.

Σενάρια ασκήσεων
Τον περασμένο Δεκέμβριο, στο πλαίσιο μιας άσκησης στο Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας –Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο που λειτουργεί υπό την επίβλεψη του στρατού– εξετάστηκαν οι πιθανές επιπτώσεις μιας πλημμύρας στο Μπαγκλαντές και τη ροή χιλιάδων προσφύγων προς την Ινδία. Δηλαδή την εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών, θρησκευτικών συρράξεων και τεράστιων καταστροφών στην υποδομή. «Τα πράγματα γίνονται εξαιρετικά πολύπλοκα πολύ γρήγορα», δήλωσε η Αμάντα Τζ. Ντόρι, στέλεχος του επιτελείου του Πενταγώνου, που έχει αναλάβει να ενσωματώσει την αλλαγή του κλίματος στον σχεδιασμό της στρατηγικής της εθνικής ασφάλειας.

Ένα μεγάλο μέρος της δημόσιας και πολιτικής συζήτησης για το φαινόμενο του θερμοκηπίου έχει εστιαστεί στην εξεύρεση υποκατάστατων των καυσίμων, στη μείωση των εκπομπών ρύπων και στη συνέχιση των διαπραγματεύσεων για την επίτευξη μιας παγκόσμιας συμφωνίας για το κλίμα. Οι προκλήσεις για την εθνική ασφάλεια δεν έχουν τεθεί ακόμη στην πρώτη γραμμή. Ωστόσο, όλο και περισσότεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι στις ΗΠΑ αναγνωρίζουν τώρα ότι η άνοδος της παγκόσμιας θερμοκρασίας, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, όπως και η τήξη των πάγων αποτελούν άμεση απειλή κατά των εθνικών συμφερόντων. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ηγηθούν της παγκόσμιας προσπάθειας μείωσης της κατανάλωσης καυσίμων και κατά συνέπεια παραγωγής ρύπων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, λένε οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας, μια σειρά από παγκόσμιες περιβαλλοντικές, κοινωνικές, πολιτικές και πιθανόν στρατιωτικές κρίσεις θα απειλήσει το έθνος και θα απαιτήσει επείγουσα δράση.

Αυτό το επιχείρημα αποδεικνύεται μοχλός διαπραγματεύσεων στη Γερουσία όπου το σώμα εξετάζει τη νομοθεσία για το κλίμα και την ενέργεια, που ψηφίστηκε τον Ιούνιο από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Οι βουλευτές οι οποίοι ηγούνται της συζήτησης ενώπιον του Κογκρέσου μόλις πρόσφατα άρχισαν να χρησιμοποιούν το επιχείρημα της εθνικής ασφάλειας για την έγκριση της νομοθεσίας.

Πρόβλημα οι σκεπτικιστές
Ο γερουσιαστής Τζον Κέρι, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων και κορυφαίος υπερασπιστής της νομοθεσίας για το κλίμα, δήλωσε ότι ελπίζει να μεταπείσει τους σκεπτικιστές της Γερουσίας, εγείροντας αυτό το θέμα ως στοιχείο ενός πολύ σημαντικού νομοσχεδίου. Ο κ. Κέρι σημείωσε ότι δεν είναι σίγουρος εάν θα επιτύχει τον στόχο του, αλλά πρόσθεσε ότι έχει μιλήσει με 30 αναποφάσιστους γερουσιαστές για το ζήτημα. Δεν κατονόμασε τους γερουσιαστές, τους οποίους προσέγγισε, αλλά ο κατάλογος των αναποφάσιστων περιλαμβάνει πολλούς από τις βιομηχανικές Πολιτείες και από τις νότιες και νοτιοανατολικές περιοχές που θα υποστούν τις πιο τσουχτερές αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας εάν εφαρμοστεί οποιοδήποτε πρόγραμμα ελέγχου των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. «Τα έλεγα όλα αυτά για χρόνια», είπε ο Κέρι, «αλλά δεν δόθηκε προσοχή επειδή πολύς κόσμος δεν συνδέει τις κουκκίδες».

Ο γερουσιαστής δήλωσε επίσης ότι ζήτησε από τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα να μιλήσει και αυτός για το θέμα. Μεταξύ άλλων, ο κ. Κέρι τόνισε ότι ο συνεχιζόμενος πόλεμος στο νότιο Σουδάν, που έχει σκοτώσει και εκτοπίσει δεκάδες χιλιάδες άτομα, ήταν αποτέλεσμα της ξηρασίας και της επέκτασης των ερήμων προς τον Βορρά. «Αυτό θα επαναληφθεί πολλές φορές και σε μεγαλύτερη κλίμακα», προειδοποίησε.

Οι εκτιμήσεις του υπουργείου Αμύνης για το θέμα της εθνικής ασφάλειας έγιναν με την παρακίνηση του Κογκρέσου, προκειμένου να περιληφθούν τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής στα στρατηγικά του σχέδια. Οι προβλέψεις του υπουργείου για το κλίμα βασίζονται σε εξελιγμένα μετεωρολογικά προγράμματα του Ναυτικού και της Αεροπορίας και άλλα κυβερνητικά προγράμματα ερευνών για το κλίμα που έγιναν από τη διαστημική υπηρεσία NASA, ή από την Εθνική Διοίκηση Ερευνών για τους Ωκεανούς και την Ατμόσφαιρα. Το Πεντάγωνο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχουν μελετήσει ζητήματα σχετικά με την πολυετή εξάρτηση από τις ξένες πηγές ενέργειας, αλλά στα έγγραφα που αφορούν τα μακροπρόθεσμα σχέδιά τους μόλις τώρα άρχισαν να εξετάζουν τις επιπτώσεις του φαινομένου του θερμοκηπίου. Το Πεντάγωνο θα περιλάβει μια παράγραφο για το κλίμα στο κείμενο της αναθεώρησης της αμυντικής πολιτικής που θα εκδώσει τον Φεβρουάριο. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επίσης θα ασχοληθεί με το ζήτημα στις εκθέσεις του για τη διπλωματία και την ανάπτυξη.
Εναλλακτικές λύσεις
«Η αίσθηση ότι η αλλαγή του κλίματος θέτει γεωπολιτικές προκλήσεις στον τομέα της ασφάλειας είναι κυρίαρχη στον τρόπο σκέψης του επιτελείου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και της αρμόδιας για το κλίμα πτέρυγας», δήλωσε ο Πίτερ Οτζεν, προσωπάρχης του Τοντ Στερν, του κορυφαίου διαπραγματευτή του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για το κλίμα. Παρότι ο στρατός και οι μυστικές υπηρεσίες γνώριζαν τις προκλήσεις που θέτουν οι αλλαγές του κλίματος για κάποια χρόνια, η κυβέρνηση Ομπάμα ήταν αυτή που τοποθέτησε το θέμα στο επίκεντρο της πολιτικής της.

Οι μυστικές υπηρεσίες ετοιμάζουν τώρα σειρά άλλων εκθέσεων για τις επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος σε συγκεκριμένες χώρες, όπως η Κίνα και η Ινδία, επίσης μια μελέτη με θέμα τις εναλλακτικές πηγές καυσίμων και μια έρευνα για το πώς θα μπορούσε το φαινόμενο του θερμοκηπίου να επηρεάσει τις σχέσεις των μεγάλων δυνάμεων. Διαβάστε περισσότερα...

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009

Όμηρος των Ταλιμπάν


Του Eric Schmitt
New York Times


Η απελευθέρωση του Βρετανού δημοσιογράφου των New York Times Στίβεν Φάρελ, πριν από δύο εβδομάδες, ο οποίος κρατήθηκε για τέσσερις ημέρες όμηρος των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, οδήγησε στον θάνατο ενός Βρετανού στρατιώτη και του Αφγανού διερμηνέα του κ. Φάρελ.

Μιλώντας για την ολιγοήμερη κράτησή του στα χέρια των Ταλιμπάν, ο Βρετανός ρεπόρτερ χαρακτήρισε τη συμπεριφορά των δεσμωτών του καλή, καθώς του προσέφεραν καλές ποσότητες φαγητού και νερού, τον εφοδίασαν με κουβέρτες και δεν τον κακομεταχειρίσθηκαν. Αντίθετα, οι Ταλιμπάν απείλησαν επανειλημμένα τον Αφγανό διερμηνέα, υπενθυμίζοντάς του την υπόθεση Ιταλού δημοσιογράφου, που είχε απαχθεί το 2007 στην επαρχία Χελμάντ μαζί με τον διερμηνέα του. Ο Ιταλός είχε απελευθερωθεί, ενώ ο διερμηνέας αποκεφαλίσθηκε από τους Ταλιμπάν. «Δεν πίστεψα ότι θα με σκοτώσουν, αλλά ήμουν σίγουρος ότι θα σκοτώσουν τον διερμηνέα μου», είπε ο κ. Φάρελ.

Οι απαγωγείς μιλούσαν χωρίς φόβο στα κινητά τους. «Μας άλλαξαν πολλές φορές κρησφύγετο. Πάντα με το ίδιο ημιφορτηγό. Κάποιες φορές, το ημιφορτηγό είχε συνοδεία μοτοσικλετιστών Ταλιμπάν, με αντιαρματικές ρουκέτες να περισσεύουν από τα σακίδιά τους και όλα αυτά στον κεντρικό αυτοκινητόδρομο Κουντούζ - Καμπούλ. Μια ημέρα, ο οδηγός μας μάς οδήγησε σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων από φυλάκιο του ΝΑΤΟ. Σε καμία στιγμή της κράτησής μας δεν είδαμε στρατιώτη του ΝΑΤΟ, Αφγανό αστυνομικό ή κάποιον κρατικό λειτουργό που να εμποδίσει την ελεύθερη κίνηση των Ταλιμπάν στην αφγανική επαρχία», λέει ο κ. Φάρελ.

«Την τρίτη ημέρα, οι δεσμώτες μας βρήκαν επιτέλους σπίτι με ηλεκτρικό. Εκεί, μας έδεσαν, προτού βάλουν στην πρίζα κασετόφωνο με ομιλία του Οσάμα μπιν Λάντεν και κηρύγματα ισλαμιστών ιερέων. Οι οκτώ δεσμοφύλακές μας ήταν ιδιαίτερα απρόβλεπτοι. Κάποια στιγμή, ένας από αυτούς οργίσθηκε μαζί μου επειδή ούρησα όρθιος. Αυτό θεωρήθηκε μεγάλη προσβολή για τις οικογένειες του χωριού. Λίγο αργότερα, ηρέμησε και μου ζήτησε να του μάθω να μετράει μέχρι το δέκα στα αγγλικά», θυμήθηκε ο Βρετανός πρώην όμηρος.

Την τέταρτη νύχτα της ομηρίας των δύο ανδρών, επίγειες και εναέριες δυνάμεις του ΝΑΤΟ απελευθέρωσαν τους ομήρους. Στην ανταλλαγή πυρών, ο Αφγανός διερμηνέας Σουλτάν Μουνάντι σκοτώθηκε προσπαθώντας να πλησιάσει τους ΝΑΤΟϊκούς στρατιώτες. Διαβάστε περισσότερα...

Παγκόσμιες Στρατιωτικές Δαπάνες

Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες ανέρχονται σε άνω των 1,46 τρισεκατομμυρίων σε ετήσια βάση , με τρέχουσες τιμές 2008 και τα τελευταία χρόνια σημειώνουν αυξητική τάση.

Για τη σύγκριση περασμένων ετών χρησιμοποιούνται ως σταθερά οι τιμές του δολαρίου του 2005, όπου οι δαπάνες για το 2008 ανέρχονται σε άνω των $1,2 τρισεκατομμυρίων.



Συνοψίζοντας ορισμένες βασικές λεπτομέρειες από το chapter 5 of the Stockholm International Peace Research Institute (SIPRI)’s 2009 Year Book για εξοπλισμούς, αφοπλισμό και Διεθνή Ασφάλεια για το 2008 :

· Παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες για το 2008 εκτιμάται ότι έχουν φθάσει σε 1,464 τρισεκατομμύρια δολάρια σε τρέχουσες τιμές δολαρίου (μόλις πάνω από 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια με τη σταθερά του δολαρίου του 2005, σύμφωνα με το παραπάνω διάγραμμα),

· Αυτό αντιστοιχεί σε 4 τοις εκατό αύξηση σε πραγματικούς όρους από το 2007 και κατά 45 τοις εκατό αύξηση σε σχέση με την τελευταία δεκαετία από το 1999,

· Αυτό αντιστοιχεί σε 2,4 τοις εκατό του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), ή 217 δολάρια για κάθε άτομο του παγκόσμιου πληθυσμού.

· Οι ΗΠΑ με τεράστιο προϋπολογισμό δαπανών, είναι ο κύριος ρυθμιστής της τρέχουσας παγκόσμιας τάσης, και οι στρατιωτικές της δαπάνες τώρα αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ήμισυ των συνολικών εξαγωγών παγκοσμίως, σε 41,5% του παγκόσμιου συνόλου

SIPRI έχει σχολιάσει στο παρελθόν την αυξανόμενη συγκέντρωση των στρατιωτικών δαπανών, δηλαδή ότι ένας μικρός αριθμός χωρών δαπανούν τα μεγαλύτερα ποσά. Η τάση αυτή συνεχίζεται στο 2008. Για παράδειγμα :

· Οι 15 χώρες με τις υψηλότερες δαπάνες αναλογούν σε άνω του 81% του συνόλου

· Οι ΗΠΑ είναι υπεύθυνες για 41,5 τοις εκατό του παγκόσμιου συνόλου, απόμακρα ακολουθούμενη από την Κίνα (5,8% του μεριδίου παγκοσμίως), η Γαλλία (4,5%), Ηνωμένο Βασίλειο (4,5%), και η Ρωσία (4%):


Στρατιωτικές δαπάνες είναι συγκεντρωμένες στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη, και ολοένα και περισσότερο, Ασία:



Το SIPRI προσθέτει, επίσης, ότι πρόσφατα περισσότερες χώρες έχουν αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες τους. Παράγοντες περιλαμβάνουν
  • Στόχους της εξωτερικής πολιτικής
  • Πραγματικές ή υποτιθέμενες απειλές
  • Ένοπλες συγκρούσεις και πολιτικές που συμβάλλουν σε πολυμερείς ειρηνευτικές επιχειρήσεις
  • Διαθεσιμότητα των οικονομικών πόρων

Το τελευταίο σημείο αφορά τις ταχέως αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία που είδαν τις οικονομίες τους να ανθούν τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, οι υψηλές και αυξανόμενες τιμές της διεθνούς αγοράς για τα ορυκτά και τα ορυκτά καύσιμα (τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα) έχουν δώσει τη δυνατότητα σε κάποια κράτη να δαπανήσουν περισσότερα για τους στρατούς τους.

Η Κίνα, για πρώτη φορά, κατατάσσεται στη δεύτερη θέση των δαπανών το 2008.

Σε τους προηγούμενη έκθεση του το 2006 το SIPRI σημείωσε ότι, η Αλγερία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία είχαν τη δυνατότητα να αυξήσουν τις δαπάνες τους λόγω των αυξημένων εσόδων από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, ενώ οι αυξήσει της Χιλής και του Περού, έχουν σαν κίνητρο το γεγονός ότι οι στρατιωτικές τους δαπάνες συνδέονται με τα κέρδη από την εκμετάλλευση των βασικών φυσικών πόρων.

Επίσης, η Κίνα και η Ινδία, δύο παγκόσμιες αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις, επιδεικνύουν μια σταθερή αύξηση των στρατιωτικών δαπανών τους για να συμβάλουν στην αύξηση των στρατιωτικών δαπανών παγκοσμίως. Σε απόλυτες τιμές, οι τρέχουσες δαπάνες τους είναι μόνο ένα κλάσμα των ΗΠΑ. Οι αυξήσεις τους είναι σε μεγάλο βαθμό ανάλογες με την οικονομική τους ανάπτυξη.

Η στρατιωτική βάση δεδομένων δαπανών από SIPRI δείχνει επίσης ότι ενώ το ποσοστό των αυξήσεων κατά την προηγούμενη δεκαετία μπορεί να είναι μεγάλη για ορισμένα έθνη, τα συνολικά ποσά των δαπανών τους μπορεί να ποικίλλουν.



Τα τελευταία στοιχεία του SIPRI είναι από το 2008, και, όπου απαιτείται (π.χ. Κίνα και Ρωσία), περιλαμβάνει εκτιμήσεις. Τα στοιχεία αυτά, επίσης, δεν αντικατοπτρίζουν το πλήρες αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η χειρότερη από την Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, η οποία πιθανόν να αντικατοπτρίζεται σε μελλοντικά στοιχεία.

Πηγή : http://www.globalissues.org


Διαβάστε περισσότερα...

Συμφωνία για τη μεταφορά καζακικού πετρελαίου προς την Ευρώπη


Συμφωνία για τη μεταφορά αργού πετρελαίου μέσω Κασπίας από το Καζακστάν προς το Μπακού, σημείο εκκίνησης του αγωγού Μπακού-Τμπιλίσι-Τσεϊχάν, που τροφοδοτεί τη ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά παρακάμπτοντας τη Ρωσία, υπέγραψε σήμερα η καζακική πετρελαϊκή εταιρία KazmunayGas και η αζέρικη πετρελαϊκή εταιρία Socar, σύμφωνα με σημερινές δηλώσεις του επικεφαλής της πρώτης.


"Η Socar και η KazmunayGas θα συστήσουν κοινοπραξία, στόχος της οποίας είναι η δημιουργία διακασπιακού δικτύου" μεταφοράς αργού πετρελαίου, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο κ. Κ. Καμπιλντίν.

Στο πλαίσιο του προγράμματος, το κόστος του οποίου τοποθετείται στα 3 δισ.
δολάρια και το οποίο θα χρηματοδοτηθεί από ξένους επενδυτές, θα κατασκευαστούν τερματικοί σταθμοί πετρελαίου τόσο στο καζακικό πετρελαϊκό κοίτασμα Κασαγκάν όσο και στο Μπακού, όπου θα μεταφέρονται με πλοία φορτία αργού πετρελαίου.

Πέρυσι, η Socar είχε πει ότι αυτό το σύστημα θα επέτρεπε, από το 2013, τη μεταφορά περίπου 500.000 βαρελιών αργού ημερησίως, ποσότητα η οποία θα μπορούσε μελλοντικά να ανέλθει στα 750.000 με 1,2 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου.

Τον Ιούνιο του 2006, ο Καζάκος πρόεδρος κ. Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ και ο Αζέρος ομόλογός του κ. Ιλχάμ Αλίεφ είχαν υπογράψει σχετική συμφωνία, την οποία κύρωσε το 2008 η βουλή του Καζακστάν.

ΕΞΠΡΕΣΣ

Πηγή : http://infognomonpolitics.blogspot.com
Διαβάστε περισσότερα...

Εκβιασμός με προειδοποίηση για θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο


Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η αμερικανική παρέμβαση σκοπεύει να προωθήσει καθεστώς «συναινετικής συνδιαχειρίσεως» (!) Ελλάδος και Τουρκίας στις πιο κρίσιμες ζώνες, όπου οι Τούρκοι προσδιορίζουν «γκρίζες ζώνες», δημιουργώντας την εντύπωση διαφιλονικούμενων περιοχών.


ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟ: ΣΤΑ ΣΚΑΡΙΑ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΚΑΙ ΛΥΣΗ
Εκβιασμός με προειδοποίηση για θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο

ΜΕ τη σαφή προειδοποίηση ότι «το πράγμα δεν πάει άλλο» σε ό,τι αφορά τα ελληνοτουρκικά και ειδικότερα τα ζητήματα του Αιγαίου, η Ουάσινγκτον ετοιμάζεται και θα πιέσει προς συγκεκριμένη κατεύθυνση ρυθμίσεως αυτών των προβλημάτων, αμέσως μετά τις εκλογές.

Επιβεβαιωμένες μάλιστα πληροφορίες –των οποίων κοινωνοί είναι και πολιτικοί παράγοντες εδώ και στελέχη της ομογένειας– αναφέρουν ότι σε διάφορες άτυπες επαφές αμερικανών αρμοδίων εκδηλώνονται ανοικτά οι ανησυχίες της Ουάσινγκτον για το ενδεχόμενο (και κατ’ ακρίβειαν τη βεβαιότητα) θερμού επεισοδίου «στο άμεσο μέλλον».

Πληροφορίες που έχει διασταυρώσει το «ΠΑΡΟΝ» αναφέρουν ότι φαίνεται να υπάρχει σαφές σχέδιο των ΗΠΑ για επίλυση τεχνικών πτυχών του προβλήματος, τόσο σε ό,τι αφορά τον εναέριο χώρο και τον έλεγχο που ασκείται, όσο και για το θέμα της υφαλοκρηπίδας, που είναι και το περιπλοκότερο κατά τους ξένους.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο που όλο αυτό το διάστημα εντείνονται, και σε συχνότητα και σε ουσιαστική στοχοθεσία, οι προκλητικές ενέργειες της Άγκυρας στο κεντρικό Αιγαίο και στις νοτιοανατολικές παρυφές του (Ρόδος, Κως, Καστελλόριζο), όπου ήδη τείνουν να δημιουργηθούν γεωπολιτικά τετελεσμένα. Γιατί ακριβώς οι Τούρκοι είναι επαρκώς «και από πρώτο χέρι» ενήμεροι των αμερικανικών διαθέσεων κι επιδιαιτητικών παρεμβάσεων, οπότε και σπεύδουν να προκαταλάβουν όσα θα τεθούν, εκβιάζοντας την έκβασή τους.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η αμερικανική παρέμβαση σκοπεύει να προωθήσει καθεστώς «συναινετικής συνδιαχειρίσεως» (!) Ελλάδος και Τουρκίας στις πιο κρίσιμες ζώνες, όπου οι Τούρκοι προσδιορίζουν «γκρίζες ζώνες», δημιουργώντας την εντύπωση διαφιλονικούμενων περιοχών. Κι αυτό αποτελεί τον κρισιμότερο δείκτη όσων επέρχονται, σε βάρος πάντοτε των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Με το ΝΑΤΟ να σιωπά και την Ευρωπαϊκή Ένωση ν’ απέχει επιτηδείως, ακόμη και σε ό,τι αφορά τα σύνορα που είναι και δικά της!

Εκείνο που ανησυχεί εν προκειμένω είναι ότι από καμιά πλευρά στην Ελλάδα δεν εκδηλώνεται υπολογίσιμη τουλάχιστον αντίδραση, ενώ πολιτειακοί και πολιτικοί παράγοντες ευρέος φάσματος είναι κοινωνοί των τεκταινομένων ή τουλάχιστον δεν αγνοούν ανεπίσημες πληροφορίες για τις έκδηλες προθέσεις επιταχύνσεως διαδικασιών επιλύσεως αυτών των θεμάτων, που είναι κομβικά για τη χώρα. Και βεβαίως αυτών ακολουθεί άλλη, εκβιαστικότερη παρέμβαση για το Σκοπιανό, με το ΝΑΤΟ να απαιτεί επίλυση, προκειμένου να εντάξει στους μηχανισμούς του τα Σκόπια.

Είναι χαρακτηριστικό αυτό που ανέφερε σε παράγοντες του ελληνοαμερικανικού λόμπι στη Νέα Υόρκη ανώτερο στέλεχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ότι δηλαδή: «Ακόμη και αν η Αθήνα δεν ευθύνεται, τα περιθώρια εκ των πραγμάτων στενεύουν και θα υποχρεωθεί να λάβει τις αποφάσεις της». Όταν δε του εζητήθη να προσδιορίσει τη βάση των λύσεων που η Ουάσινγκτον θεωρεί εφικτή, ο ίδιος αμερικανός διπλωμάτης υπέμνησε με εκβιαστικό τρόπο την περιβόητη «Συμφωνία της Μαδρίτης», που υπογράφτηκε επί Σημίτη - Πάγκαλου και αναγνωρίζει μεταξύ άλλων «ζωτικά τουρκικά δικαιώματα στο Αιγαίο»!

Ο λόγος που η Ουάσινγκτον επισπεύδει (ή τουλάχιστον επιθυμεί να επιταχύνει λύσεις) δεν είναι άσχετος αφενός –και κατά κύριον λόγο– με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας και το ενδεχόμενο εκτροχιασμού της. Και αφετέρου με όσα κυοφορούνται στο Κυπριακό, όπου επίσης κι εκ παραλλήλου προωθείται νέο σχέδιο ιστορικού συμβιβασμού.

Υπό το φως αυτών των πληροφοριών (ή τουλάχιστον των ενδείξεων για τις διαθέσεις των τρίτων) πρέπει ν’ αναμένονται μετεκλογικές εντάσεις στα εθνικά θέματα, τις οποίες προεξοφλούν ούτως ή άλλως οι κλιμακούμενες σε βαθμό επικίνδυνων τριβών πρακτικές της Άγκυρας, με τις παραβιάσεις και τις εικονικές επιδρομές σε νησιά του Αιγαίου.

ΠΑΡΟΝ

Πηγή: http://infognomonpolitics.blogspot.com
Διαβάστε περισσότερα...

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009

Εξοπλίζεται η Άγκυρα παρά το οικονομικό αδιέξοδο που έχει!


(Σκίτσο του Ερτζάν Ακιόλ, «Μιλιέτ» - 22.09.2009)

Σχεδιάζει αγορά αντιπυραυλικών συστημάτων αξίας 7,8 δισ. δολαρίων

Την αγορά των πλέον σύγχρονων αντιπυραυλικών συστημάτων σχεδιάζει η Άγκυρα για να ενισχύσει την αεράμυνά της. Ωστόσο, οι συγκυρίες είναι εξαιρετικά δυσχερείς γι' αυτήν την αγορά, ύψους 7,8 δισ. δολαρίων, καθώς όχι μόνο δρομολογείται μεσούσης της οικονομικής ύφεσης, που έπληξε και την τουρκική οικονομία, αλλά αναιρεί και την αξιοπιστία μιας σειράς «προοδευτικών» πολιτικών αλλαγών που εξήγγειλε η κυβέρνηση.

Στον απόηχο των βιβλικών καταστροφών που προκάλεσαν στο πέρασμά τους οι φονικές πλημμύρες στην Κωνσταντινούπολη και στη Θράκη, όπου η πολιτική ηγεσία αντιμετωπίζει βαριές κατηγορίες για τις διοικητικές και κυρίως για τις οικονομικές ατασθαλίες, ήρθε στο φως της δημοσιότητας ένα άλλο πολυδάπανο σχέδιο, που θα βαρύνει έτι περαιτέρω τις πλάτες των φορολογουμένων: η αγορά αντιπυραυλικών συστημάτων Patriot (PAC-3).

Η είδηση της αγοράς αντιπυραυλικών συστημάτων προκάλεσε ποικίλα σχόλια και αντιδράσεις στον τουρκικό Τύπο, όταν την περασμένη εβδομάδα η Υπηρεσία Συνεργασίας Ασφάλειας και Άμυνας (DSCA) του υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ ζήτησε από την αμερικανική Γερουσία την έγκριση για την πώληση στην Τουρκία 13 συστοιχιών εκτοξευτήρων πυραύλων Patriot και 72 πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς PAC-3, έναντι του τεράστιου ποσού των 7,8 δισ. δολαρίων. Ας σημειωθεί ότι τα πυραυλικά αυτά συστήματα παράγονται στις ΗΠΑ από τις γνωστές αμερικανικές εταιρείες οπλικών συστημάτων Lockheed Martin και Raytheon, ενώ η κινητοποίηση της Ουάσινγκτον έπεται των ρωσοτουρκικών συνομιλιών για την εξαγορά ρωσικών πυραύλων νέας γενιάς S-400. Η Μόσχα και η Άγκυρα είχαν σημειώσει πρόσφατα σχετική πρόοδο, εκτός των άλλων, και στα θέματα της συμπαραγωγής και της μεταφοράς της συγκεκριμένης τεχνογνωσίας προς την Τουρκία.

Η επιχειρηματολογία στην οποία βασίστηκε η αιτιολογική έκθεση της αμερικανικής υπηρεσίας, προσπαθώντας να δικαιολογήσει μια τέτοια πώληση εκ μέρους των ΗΠΑ, υπερθεμάτισε την αμερικανοτουρκική συμμαχία αποκαλώντας την Άγκυρα «στοιχείο ειρήνης και σταθερότητας στη Μέση Ανατολή»! Σημειώνεται επίσης ότι «είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ μια ΝΑΤΟϊκή σύμμαχος χώρα να ενισχύσει την αμυντική της ικανότητα, αποτελώντας ένα αποδεκτό στρατιωτικό αντιστάθμισμα στην περιοχή». Το σχόλιο αυτό έγινε αιτία για ποικίλες αντιδράσεις στην Τουρκία, καθώς προορίζει για τη χώρα έναν ρόλο αναχώματος εναντίον του Ιράν, το οποίο ως γνωστόν, επιδιώκει διακαώς να αποκτήσει πυρηνική τεχνογνωσία. Στο θέμα που ανέκυψε αναγκάστηκε να τοποθετηθεί λακωνικά ακόμη και το τουρκικό υπουργείο Αμύνης με γραπτή ανακοίνωσή του, στην οποία σημειώνεται ότι η αμερικανική «πρόταση» έγινε στο πλαίσιο διεθνούς διαγωνισμού για την προμήθεια των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων με αντιπυραυλικά συστήματα, που χρονολογείται από το 2007. Το ανακοινωθέν σημείωνε επίσης ότι η έκδοση άδειας από το Κογκρέσο είναι βασική προϋπόθεση για τη συμμετοχή των προμηθευτών στη διαδικασία και ότι δεν είναι δεσμευτική για την αγορά εκ μέρους της Άγκυρας, καθώς η Εκτελεστική Επιτροπή της Αμυντικής Βιομηχανίας του υπουργείου είναι η μόνη αρμόδια για να αποφασίσει. Στην εν λόγω διαδικασία συμμετέχουν εκτός των δύο αμερικανικών εταιρειών που προαναφέραμε και η ρωσική Rosoboronexport και η κινεζική Cpmiec.

Η αγορά νέων εξελιγμένων οπλικών συστημάτων από την Άγκυρα έχει δύο πολύ σοβαρές διαστάσεις: Η μία είναι οικονομικής φύσεως, η άλλη πολιτικής. Το ποσόν των 7,8 δισ. δολαρίων, που διευκρινίστηκε ότι είναι η πιθανή ανώτατη τιμή, δεν παύει να είναι ένα υπέρογκο ποσόν για την τουρκική οικονομία, που δεν ήταν άμοιρη των συνεπειών της διεθνούς οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών Αλί Μπαμπατζάν κατά την παρουσίαση του μεσοπρόθεσμου σχεδίου οικονομικής ανάπτυξης, η τουρκική οικονομία αναμένεται να σημειώσει ύφεση της τάξεως του -6% του ΑΕΠ για το τρέχον έτος, ενώ το δημοσιονομικό έλλειμμα της γείτονος εκτιμάται πλέον ότι θα φτάσει τα 62,8 δισ. τουρκικές λίρες (περίπου 30 δισ. ευρώ). Είναι, λοιπόν, οφθαλμοφανές ότι η τιμή των εξοπλισμών είναι απαγορευτική για την Τουρκία, καθώς αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι το ποσόν, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα του τουρκικού Τύπου, αντιστοιχεί στο 60% του αμυντικού προϋπολογισμού της χώρας για το έτος 2010. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι το υπέρογκο αυτό ποσόν αντιστοιχεί στο ήμισυ του ποσού που η Άγκυρα ελπίζει πως το ΔΝΤ θα της παραχωρήσει σε μορφή δανείου (15 δισ. δολάρια), εφόσον επέλθει τελικά συμφωνία μεταξύ των δύο μερών το προσεχές διάστημα. Το γεγονός αυτό, που φέρει ίσως στη θύμηση ορισμένων την περίπτωση του τεράστιου εξοπλιστικού προγράμματος που ενέκρινε η γείτων λίγο μετά την εξαγορά της Finansbank από την ΕΤΕ, εάν πραγματοποιηθεί, εγείρει θέμα διεθνούς ελέγχου της οικονομικής στήριξης που δέχεται η γειτονική χώρα, καθώς τα χαμηλότοκα δάνεια που της παραχωρούνται από διεθνείς οργανισμούς, αντί να διοχετεύονται στην αγορά για την ενίσχυση της οικονομίας, κινδυνεύουν να κατευθυνθούν προς τη χρηματοδότηση εξοπλιστικών προγραμμάτων!

Η αγορά, βέβαια, των αντιπυραυλικών συστημάτων δεν δικαιολογείται ούτε από τις φήμες περί αμερικανικών σχεδίων δημιουργίας αντιπυραυλικής ομπρέλας στη Μέση Ανατολή, αλλά ούτε και από τη γενικότερη τάση εξοπλισμού από την οποία διακατέχονται τα καθεστώτα της Μέσης Ανατολής, καθώς η ίδια η Τουρκία φροντίζει να εξοπλίζεται συνεχώς με πρόσχημα τον απελευθερωτικό αγώνα που διεξάγει το ΡΚΚ στη Νοτιοανατολική Τουρκία. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι τα μη επανδρωμένα κατασκοπευτικά αεροσκάφη που προμηθεύτηκε από το Ισραήλ, ένα εκ των οποίων κατέληξε πριν από λίγο καιρό να υπερίπταται πάνω από τη Χίο! Τέλος, οι επικριτές του σχεδίου αγοράς στην Τουρκία δεν λησμόνησαν να υπογραμμίσουν, αφενός, την οξύμωρη εικόνα που σχηματίζει η είδηση για τα εξοπλιστικά προγράμματα εν μέσω εξαγγελιών της ισλαμικής κυβέρνησης για «δημοκρατικά ανοίγματα» τόσο προς τις εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες όσο και προς τις γείτονες χώρες (Αρμενία, Ιράν, Συρία), και, αφετέρου, την ανάγκη επίλυσης χρόνιων ζητημάτων, όπως το Κυπριακό.

Το εξοπλιστικό σχέδιο έρχεται να επιβεβαιώσει, από τη μια, τις πραγματικές προθέσεις της Άγκυρας για την περιοχή, που βρίσκονται κρυμμένες πίσω από την πολιτική των «μηδενικών προβλημάτων» με τις γειτονικές χώρες, δόγμα που επιμελώς προωθεί ο υπουργός-ακαδημαϊκός Α. Νταβούτογλου, και, από την άλλη, την ανίσχυρη θέση της ισλαμικής κυβέρνησης ΑΚΡ ενώπιον των στρατιωτικών, που αδυνατεί να ορίσει επαρκώς ακόμη και την τύχη της τουρκικής οικονομίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, με τον διακοινοτικό διάλογο στην Κύπρο να έχει πλήρως υπονομευθεί και με την τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο να έχει εκτοξευτεί στα ύψη, η Αθήνα δεν έχει άλλη πλέον επιλογή από το να υιοθετήσει ως αντιστάθμισμα μια εξίσου επικριτική στάση έναντι της Άγκυρας εν όψει της αξιολόγησής της στις Βρυξέλλες.

Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος

Το Παρόν της Κυριακής - 20/09/2009
Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

Ο Κάστρο επεδίωκε πυρηνικό κτύπημα


Του William J. Broad The New York Times

Την χρήση Σοβιετικών πυρηνικών όπλων κατά της Αμερικής φέρεται να ζητούσε επίμονα ο πρόεδρος της Κούβας Φιντέλ Κάστρο στις αρχές της δεκαετίας του 1980, σύμφωνα με έγγραφα που είδαν το φως της δημοσιότητας. Ο Κουβανός ηγέτης άλλαξε γνώμη, μόνο χάρη στην υπομονετική παρέμβαση ανώτατων Σοβιετικών αξιωματούχων, που τον έπεισαν ότι μία τέτοια επίθεση θα ήταν καταστροφική για τη νησιωτική χώρα, καθώς αυτή θα καλυπτόταν από ραδιενεργό νέφος.

Ο Ψυχρός Πόλεμος, που βρισκόταν τότε σε έξαρση, η απόφαση του τότε προέδρου των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρέιγκαν για αναθεωρημένο αμυντικό προϋπολογισμό-ρεκόρ κόστους 1 τρισ. δολαρίων, οι πολλαπλές υπόγειες πυρηνικές δοκιμές των ΗΠΑ κάτω από την έρημο της Νεβάδα, ο χαρακτηρισμός της Σοβιετικής Ένωσης από τον Ρέιγκαν ως «αυτοκρατορία του κακού», αλλά και η δεδηλωμένη άποψη ανώτατων στελεχών του Λευκού Οίκου ότι ένας πυρηνικός πόλεμος μπορούσε να αναδείξει νικήτριες τις ΗΠΑ, είχαν οδηγήσει τον Κάστρο στην παρανοϊκή του έκκληση.

Το 1982, μεγάλη διαδήλωση κατά των πυρηνικών όπλων είχε οδηγήσει ένα εκατομμύριο Αμερικανούς στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Ο Μπαράκ Ομπάμα, φοιτητής τότε στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, είχε εκφράσει γραπτώς την ανησυχία του για τη ρητορική έξαρση του Ψυχρού Πολέμου, γράφοντας άρθρα για τους τρόπους πρόληψης της παγκόσμιας ανάφλεξης.

Σε πρόσφατη μελέτη του ιδιωτικού ινστιτούτου ερευνών National Security Archive στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον της αμερικανικής πρωτεύουσας, με τίτλο «Σοβιετικές Προθέσεις 1965-1985», αποκαλύπτονται τα σχέδια του Κρεμλίνου και οι συζητήσεις με τον Κουβανό ηγέτη.

Το πόνημα του ινστιτούτου βασίσθηκε με τη σειρά του σε έκθεση που παρήγγειλε το Πεντάγωνο από ιδιώτη σύμβουλο το 1995, η οποία βασίσθηκε σε εκτενείς συνεντεύξεις με απόστρατους ανώτατους αξιωματικούς των σοβιετικών πυραυλικών δυνάμεων. Η μελέτη του Πενταγώνου αποδίδει την αποκάλυψη για το αίτημα του Φιντέλ Κάστρο στον Σοβιετικό στρατηγό Αντριάν Βασίλεβιτς, που υπηρέτησε σε ανώτατα αξιώματα του σοβιετικού γενικού επιτελείου την περίοδο 1964 με 1990 και συνέταξε τον επίσημο οδηγό στρατηγικών πυρηνικών δυνάμεων για νέους αξιωματικούς του στρατού της ΕΣΣΔ.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η μελέτη εμφανίζει τον στρατηγό Βασίλεβιτς να αναφέρει στο Κρεμλίνο ότι δέχθηκε πιέσεις από τον Κάστρο «για σκληρότερη σοβιετική γραμμή κατά των ΗΠΑ, που θα φθάνει μέχρι και τη χρήση πυρηνικών όπλων». Το σοβιετικό γενικό επιτελείο, συνέχιζε ο στρατηγός Βασίλεβιτς, «χρειάσθηκε να προσπαθήσει πολύ για να πείσει τον Κουβανό ηγέτη να εγκαταλείψει την επικίνδυνη αυτή στάση, εξηγώντας του τις δεινές περιβαλλοντικές συνέπειες που θα είχε για την Κούβα μία πυρηνική επίθεση κατά των ηπειρωτικών ΗΠΑ. Οι πληροφορίες αυτές άλλαξαν εντελώς τη στάση του Κάστρο».

Οι προσπάθειες της Μόσχας να «διαφωτίσει» τον Κάστρο για τις επιπτώσεις μίας θερμοπυρηνικής ανταλλαγής είναι μία από τις πολλές ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις της μελέτης του Πενταγώνου. Άλλες αφορούν τον τρόπο με τον οποίο η Σοβιετική Ένωση αν και επιδίωξε να διατηρηθεί στην πυρηνική πρωτοκαθεδρία «συνειδητοποίησε γρήγορα τις καταστροφικές συνέπειες ενός πυρηνικού πολέμου» και ενστερνίσθηκε την άποψη ότι η χρήση πυρηνικών όπλων έπρεπε να αποφευχθεί «πάση θυσία», ενώ αποκαλύπτει επίσης την τάση του Πενταγώνου να υπερεκτιμά συστηματικά την επιθετικότητα της ΕΣΣΔ. Διαβάστε περισσότερα...

Περί της Συνθήκης Συμμαχίας


του Ανδρέα Πενταρά*

Η συνθήκη συμμαχίας είναι μια από τις τρεις συνθήκες που συνιστούν τις συμφωνίες Ζυρίχης –Λονδίνου και είναι ίσως η λιγώτερο γνωστή, γιατί ο θόρυβος που εδώ και 35 χρόνια γίνεται γύρω από τη συνθήκη εγγυήσεων και τα επεμβατικά δικαιώματα, επισκίασαν τη συνθήκη συμμαχίας σε βαθμό που ο πολύς κόσμος να μη γνωρίζει ότι υπάρχει. Με τη συνθήκη αυτή, η Κυπριακή Δημοκρατία, η Ελλάδα και η Τουρκία συνήψαν αμυντική συμμαχία με σκοπό την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στα πλαίσια της συμμαχίας αυτής ιδρυόταν το τριμερές στρατηγείο στο οποίο η Ελλάδα συμμετείχε με 950 άνδρες (ΕΛΔΥΚ) και η Τουρκία με 650 (ΤΟΥΡΔΥΚ). Ας σημειωθεί ότι η ίδρυση του Κυπριακού στρατού δεν προβλεπόταν με τη συνθήκη συμμαχίας αλλά με το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το ερώτημα το οποίο γεννάται με μια απλή ανάγνωση των συνθηκών εγγυήσεων και συμμαχίας, είναι αν πραγματικά ήταν αναγκαία η δεύτερη, αφού την ασφάλεια, την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας εγγυόταν και η συνθήκη εγγυήσεων στην οποία μάλιστα συμμετείχε και η Βρεττανία.

Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, θα πρέπει να ανατρέξουμε στην εποχή που καταρτίσθηκε η συνθήκη αυτή, δηλαδή στα τέλη της δεκαετίας του 50 και να εμβαθύνουμε λίγο στη γεοπολιτική των μεγάλων δυνάμεων που ακολουθούσαν στο χώρο της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου και της Μέσης Αντολής.

Όπως δε είναι γνωστό, στη χάραξη της οποιασδήποτε αμυντικής πολιτικής, εκείνο που εξετάζεται πρώτα απ όλα είναι ο προσδιορισμός των πιθανών απειλών που αντιμετωπίζει η χώρα. Στη περίπτωση της ανεξάρτητης Κύπρου του 1960, ποιά μπορεί να ήταν η απειλή που αντιμετώπιζε – κατά την εκτίμηση πάντοτε των Δυτικών που χειρίζονταν το ζήτημα του Κυπριακού -έτσι ώστε να κριθεί αναγκαία η αμυντική συμμαχία τριών χωρών εκ των οποίων οι δύο, μέλη του ΝΑΤΟ; Η απάντηση είναι απλή. Ήταν – κατά την εκτίμηση των Δυτικών πάντοτε - η Σοβιετική Ένωση. Ας μη ξεχνάμε ότι είχε προηγηθεί η αποτυχημένη αγγλογαλλική επιχείρηση στο Ζουέζ το 1956, η οποία έδωσε την ευκαιρία στους Σοβιετικούς να θέσουν πόδα στη Μέση Αντολή, στα πλαίσια της προσπάθειάς τους να κατέβουν στη Μεσόγειο και να αμφισβητήσουν τη κυριαρχία του έκτου Αμερικανικού στόλου. Ακολούθησε η εγκατάσταση των αγκυροβολίων του Σοβιετικού στόλου έξω από τα Κύθηρα και την Αστυπάλαια καθώς και η διείσδυση με στρατιωτικούς συμβούλους και πολεμικό εξοπλισμό σε αρκετές αραβικές χώρες της Μ. Ανατολής και βορείου Αφρικής. Οι δυτικοί, γνωρίζοντας από τη μια την απήχηση που είχε στο λαό το φιλοσοβιετικό ΑΚΕΛ και υποπτευόμενοι από την άλλη την ανεξάρτητη πολιτική που θα ακολουθούσε ο μέλλων πρόεδρος Μακάριος, φρόντισαν μέσω της συνθήκης συμμαχίας να θέσουν την άμυνα της Κύπρου κάτω από την ομπρέλλα του ΝΑΤΟ. Και ο λόγος είναι ότι στη περίπτωση που δεν υπήρχε η συνθήκη συμμαχίας και η Κύπρος δεχόταν επίθεση από τη Σοβιετική Ένωση, το ΝΑΤΟ δεν θα ενομιμοποιείτο για να παρέμβει. Με τη συνθήκη συμμαχίας όμως και με βάση το άρθρο 51 του Χάρτη των ΗΕ που αναφέρεται στο δικαίωμα της συλλογικής αυτοάμυνας, η οποιαδήποτε επίθεση εναντίον της Κύπρου θα εθεωρείτο επίθεση εναντίον και των δύο άλλων μελών της συνθήκης που είναι μέλη του ΝΑΤΟ και αυτό θα ενεργοποιούσε το άρθρο 5 του καταστατικού του ΝΑΤΟ, που υποχρεώνει τη συμμαχία να ενισχύσει την άμυνα της χώρας που δέχεται την επίθεση. Αντίθετα, στη περίπτωση της συνθήκης εγγυήσεων, επειδή οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις δεν συνιστούσαν αμυντική συμμαχία, δεν ενομιμοποιείτο το ΝΑΤΟ να παρέμβει σε περίπτωση εξωτερικής επίθεσης εναντίον της Κύπρου.

Αυτά για τους λόγους που οδήγησαν στη σύναψη της συνθήκης συμμαχίας το 1959. Σήμερα όμως εν έτει 2009, με τη Κύπρο στην ΕΕ και τη Σοβιετική Ένωση να ανήκει στο παρελθόν, η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία, δεν θα αντιμετωπίζει καμιά απειλή προερχομένη από κρατική οντότητα, με δεδομένο βέβαια ότι θεωρητικά τουλάχιστον, η Τουρκία – και η Ελλάδα – ως μέρη του συστήματος των νέων συμφωνιών δεν μπορούν να θεωρούνται ως απειλές. Οι μόνες απειλές που θα αντιμετωπίζει το νέο ομόσπονδο κράτος είναι οι λεγόμενες ασύμμετρες, δηλαδή η λαθρομετανάστευση, η τρομοκρατία, το οργανωμένο έγκλημα, η διακίνηση ναρκωτικών κλπ. Αυτές οι απειλές όμως δεν αντιμετωπίζονται με αμυντικές συμφωνίες με άλλες χώρες, αλλά με την ύπαρξη ιδίων Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας. Κανένας λοιπόν λόγος δεν υπάρχει, σε μια νέα λύση του Κυπριακού προβλήματος να υπάρχει η συνθήκη συμμαχίας και ορθώς ο πρόεδρος στις προτάσεις του δεν περιέλαβε τη συνθήκη αυτή. Το ζήτημα είναι με τι επιχειρήματα θα πείσει τη Τουρκία για κάτι τέτοιο, όταν η πλευρά μας στηρίζει την ασφάλεια του νέου κράτους στη πλήρη αποστρατιωτικοποίηση, δηλ. στη πολιτική της ανοχύρωτης Πολιτείας.

* υποστράτηγος ε.α. Διαβάστε περισσότερα...

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2009

Η χαμένη εμπιστοσύνη στις μυστικές υπηρεσίες



Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post

Ο ρoμαντισμός της παλιάς δαντέλας και η θολή πολιτική πραγματικότητα του κόσμου των κατασκόπων ήλθαν στην επιφάνεια στη διάρκεια δυο πρόσφατων εκδηλώσεων στην Ευρώπη. Εάν ο ρoμαντισμός συνδυαστεί με την πολιτική πραγματικότητα ίσως γίνει εφικτή και η εκεχειρία στη σκληρή και καταστροφική σύρραξη ανάμεσα στο Κογκρέσο και τη CIA.

Ζητούμενος είναι ένας νέος τρόπος διαχείρισης των πληροφοριών, με γνώμονα την ανθεκτικότητά τους σε πολιτικό επίπεδο. Προϋπόθεση για όλα αυτά είναι μια σχετική διαφάνεια στις δοσοληψίες με το Κογκρέσο και στην αντιμετώπιση της κοινής γνώμης. Η διαφάνεια προκαλεί μια σχετική δυσφορία στην κοινότητα των μυστικών υπηρεσιών. Ομως, μετά τον καβγά για τα βασανιστήρια, άλλη λύση δεν υπάρχει.

Επιστρέφω στο ρoμαντισμό της παλιάς δαντέλας. Ημουν παρών σε μια τελετή στο Μέγαρο των Ηλυσίων προς τιμήν κορυφαίου προσώπου της κατασκοπείας στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται για τη Γαλλίδα Ζανί ντε Κλαρένς, που σήμερα είναι 90 χρόνων και ταλαιπωρημένη, ύστερα από ένα κάταγμα στο πόδι. Στα μάτια της όμως λάμπει εκείνη η σκανταλιάρικη ευφυΐα, αυτή που την καθοδηγούσε όταν κοπέλα 23 χρόνων κατόρθωσε να διεισδύσει σε ομάδα Γερμανών αξιωματικών, να τους γοητεύσει και να τους αποσπάσει το μυστικό για τις βόμβες V-1 και V-2, που κατασκευάζονταν στο Πεενεμούντε.

Είχα απαριθμήσει τα κατορθώματα της Ζανί σε ένα άρθρο μου στην Ουάσιγκτον Ποστ στις 28 Δεκεμβρίου του 1998. Δεν είχε ποτέ της μιλήσει σε δημοσιογράφο, εγώ όμως δεν δίστασα να γίνω ενοχλητικός, ταξίδεψα μέχρι τη θερινή κατοικία της κοντά στη Ροσέλ και την καλόπιασα μέχρι που δέχθηκε να μου πει όλη την ιστορία για το πώς έμαθε το μυστικό για τις βόμβες, για τη σύλληψή της από την Γκεστάπο, για τον ένα χρόνο που πέρασε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης χωρίς ποτέ να της ξεφύγει το παραμικρό για την κατασκοπευτική της δραστηριότητα.

Η ιστορία της είναι σφραγισμένη από γενναιοψυχία και συνάμα μια υπόμνηση του τι μπορούν να καταφέρουν οι κατάσκοποι, όταν τολμούν το ακατόρθωτο. Και σήμερα η Ζανί υποτιμά τα όσα έκανε. «Εγώ δεν ήμουν παρά ένα μουσικό κουτί, απλώς επαναλάμβανα όσα άκουγα», μου είπε την περασμένη εβδομάδα. Ομως, ο πρόεδρος Σαρκοζί την επαίνεσε και την αποκάλεσε «σωτήρα του Λονδίνου», αφού χάρη σε αυτήν δόθηκε έγκαιρα η προειδοποίηση για τα μυστικά όπλα των Γερμανών.

Μετά το ρομαντισμό, περνάμε στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα. Διαβάζοντας τα περί εικονικού πνιγμού και διάφορες άλλες τεχνικές, αποκρουστικές για τη συνείδηση, εύκολα χάνει κανείς την επαφή με το έργο μυστικών πρακτόρων σαν τη φίλη μου τη Ζανί, ξεχνά πόσο σημαντικοί είναι για την προστασία μιας χώρας. Οι ανακριτικές τακτικές και πρακτικές εφαρμόστηκαν πιθανώς κατόπιν υποδείξεως της κυβέρνησης Μπους, όμως τη νύφη την πλήρωσαν η CIA και οι άνθρωποί της.

Το ερώτημα εφεξής είναι πώς θα ανακτηθεί η εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης προς τις μυστικές υπηρεσίες. Ημουν παρών το Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου και στις δυναμικές εισηγήσεις που έκαναν στη Γενεύη ο στρατηγός Μάικλ Χέιντεν, πρώην αρχηγός της CIA, και ο σερ Ντέιβιντ Ομαντ, πρώην συντονιστής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών. Και οι δυο μίλησαν σε συνάντηση του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών, που έχει έδρα το Λονδίνο (προς ενημέρωσιν, είμαι μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του Ινστιτούτου).

Ο Χέιντεν εξήγησε με σχεδιάγραμμα ποια πρέπει να είναι η λογική της δράσης της υπηρεσίας. Σχεδίασε τρεις κύκλους, αντιπροσωπευτικούς των τριών παραδοσιακών παραμέτρων: Μια αποστολή πρέπει να είναι εφικτή από τεχνική άποψη, επιχειρησιακά αξιόπιστη και νόμιμη. Πρόσθεσε μια τέταρτη προϋπόθεση· μια αποστολή πρέπει να είναι πολιτικά βιώσιμη, πράγμα απολύτως συναφές με τη διαφάνεια έναντι του Κογκρέσου και της κοινής γνώμης. «Χρειαζόμαστε ένα πρόγραμμα, που να μην χρειάζεται κάθε δυο χρόνια μετατροπές, άνοιγμα και κλείσιμο του διακόπτη», είπε ο Χέιντεν.

Ο Ομαντ διατείνεται ότι οι μυστικές υπηρεσίες πρέπει να αποδεχτούν μια αλλαγή προτύπου. Παρήλθαν οι χρόνοι του «μυστικού κράτους», μέσα στο οποίο οι υπηρεσίες έκαναν περίπου ό,τι ήθελαν. Αυτό υποκαταστάθηκε από το «κράτος - προστάτη», στο οποίο η κοινή γνώμη αναθέτει στις μυστικές υπηρεσίες συγκεκριμένες εξουσίες, αναγκαίες για την ασφάλεια μιας χώρας. «Πρόκειται για αντίληψη με επίκεντρο τον πολίτη και με βάση την αλληλεξάρτηση», εξηγεί ο Ομαντ. Οι κατάσκοποι έχουν ανάγκη τις πληροφορίες της κοινωνίας (ιδίως της μεγάλης στη Βρετανία μουσουλμανικής κοινότητας) και οι πολίτες έχουν ανάγκη από προστασία.

«Βάσει της νέας “μεγάλης συμφωνίας”, η κοινή γνώμη πρέπει να αντιληφθεί ότι εάν για πολιτικούς ή ηθικούς λόγους αποφασίσει την κατάργηση συγκεκριμένων δραστηριοτήτων (βλ. παρακολούθηση ή ανακριτικές μεθόδους), αυτομάτως αποδέχεται και τον κίνδυνο «φυσιολογικών δυστυχημάτων».

Η κυβέρνηση Ομπάμα καλά θα κάνει να επιδιώξει μια «μεγάλη συμφωνία» σαν του Ομαντ. Η CIA πρέπει να γίνει πιο διαφανής, πιο «πολιτο-κεντρική». Ο πρόεδρος και το Κογκρέσο πρέπει να θεσπίσουν κανόνες για την ανάκριση και τα λοιπά άλλα. Και η κοινή γνώμη πρέπει να αντιληφθεί τα διακυβεύματα και τους κινδύνους.

Λίγοι από εμάς μπορούν να γίνουν ήρωες, όπως η Ζανί ντε Κλαρένς. oι Αμερικανοί όμως μπορούν να θεσπίσουν καλύτερους κανόνες, ώστε οι μυστικές υπηρεσίες να κάνουν καλά τη δουλειά τους.

www.kathimerini.gr

Διαβάστε περισσότερα...

ΗΠΑ: Χωρίς επιπλέον δυνάμεις ο πόλεμος στο Αφγανιστάν θα καταλήξει σε αποτυχία


Ο Αμερικανός ανώτατος διοικητής στο Αφγανιστάν αποκαλύπτει σε απόρρητη έκθεσή του για τον πόλεμο ότι χωρίς επιπλέον στρατιωτικές δυνάμεις η αποστολή είναι πολύ πιθανό να καταλήξει σε αποτυχία, γράφει σήμερα η Washington Post.

Ο στρατηγός Στάνλεϊ Μακρίσταλ επισημαίνει στην έκθεση: «Η αποτυχία να πετύχουμε στην πρωτοβουλία μας να ανατρέψουμε την δύναμη των ανταρτών μέσα τους επόμενους δώδεκα μήνες ενώ ενισχύονται οι δυνάμεις ασφαλείας του Αφγανιστάν, μπορεί να καταστήσει αδύνατη την νίκη επί των ανταρτών.

Η έκθεση, συνολικά 66 σελίδες, στάλθηκε από τον Μακρίσταλ στον Αμερικανό υπουργό Άμυνας Ρόμπερτ Γκέιτς στις 30 Αυγούστου.

Την Τετάρτη, ο πρόεδρος Ομπάμα τόνισε πως δεν έχει ακόμα αποφασίσει αν θα στείλει περισσότερα στρατεύματα στο Αφγανιστάν.

Στην έκθεσή του ο Μακρίσταλ περιγράφει με λεπτομέρειες την αυξανόμενη δράση των Ταλιμπάν, καθώς και τη μεγάλη διαφθορά της αφγανικής κυβέρνησης.

Ο Αμερικανός στρατηγός επαναλαμβάνει πως αν δεν αυξηθούν τα στρατεύματα στο Αφγανιστάν και αν δεν ενισχυθεί η στρατηγική κατά των Ταλιμπάν, ο οκταετής πόλεμος στη χώρα αυτή θα χαθεί.

Ο ίδιος βέβαια υπογραμμίζει πως ενώ η κατάσταση είναι σοβαρή, υπάρχει ακόμα μεγάλη πιθανότητα επιτυχίας.

Αξιωματούχοι του Πενταγώνου πιστεύουν πως ο Μακρίσταλ θα ζητήσει επιπλέον 10.000 ως 45.000 στρατιώτες στο Αφγανιστάν, γράφουν οι New York Times.

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ

Διαβάστε περισσότερα...

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

Η πρόταση του ορθού ΝΑΙ


Του Χρήστου Ιακώβου
Διευθυντή του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥ.ΚΕ.Μ.)

Την περασμένη εβδομάδα κατατέθηκε προς δημόσια ενημέρωση και δημόσιο διάλογο από την Κίνηση για Ελευθερία και Δικαιοσύνη στην Κύπρο μία πρόταση σχετικά με το περιεχόμενο μίας λύσης που θα μπορούσε να δεχθεί η Ελληνική πλευρά σε περίπτωση διευθέτησης του προβλήματος.

Είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κάποιος με την συγκεκριμένη πρόταση είναι νομίζω ευδιάκριτη η διαπίστωση ότι η πρόταση ουσιαστικά καινοτομεί σε δύο πράγματα: α) πρόκειται για την πρώτη φορά που κατατίθεται μία συγκεκριμένη πρόταση για το περιεχόμενο και το χαρακτήρα της λύσης από μία οργάνωση που προέρχεται από το χώρο που υποστήριξε το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα. Το γεγονός αυτό υπομιμνήσκει μία ισχυρή αδυναμία του Τάσσου Παπαδόπουλου, σε επίπεδο στρατηγικής, όπου μετά το δημοψήφισμα δεν προχώρησε στα να καταθέσει προς το λαό μία συγκροτημένη πρόταση προκειμένου να ξεκαθαρίσει η σύγχυση σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο της λύσης, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μία ευρεία γκάμα απόψεων μέσα στον χώρο του ΟΧΙ που άρχιζε από τους οπαδούς της πλήρους διχοτόμησης και κατέληγε στους πλήρως συγχυσμένους που δεν μπορούσαν να προσδιορίσουν τι ακριβώς ήθελαν ή ανέμεναν από την πολιτική ηγεσία. β) με την κατάθεση της πρότασης δημιουργούνται οι συνθήκες να μπει σε νέα βάση ο προβληματισμός και ο ουσιαστικός πολιτικός διάλογος όχι μόνο ανάμεσα στον χώρο που υποστήριξε το ΟΧΙ αλλά ευρύτερα μέσα στην Κυπριακή κοινωνία. Με άλλα λόγια, τέτοιες προτάσεις εισάγουν τον προβληματισμό στη βάση της πολιτικής σκέψης μακριά από ιδεολογικές και ψυχολογικές παρωπίδες, κάτι που θεωρείται σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση του πολιτικού εκσυγχρονισμού.

Με το δημοψήφισμα του 2004, η πλειοψηφία των Ελλήνων της Κύπρου εξέφρασε μέσω του δημοψηφίσματος της επιθυμία της για ένα μοντέλο λύσης στο οποίο δεν ήθελε. Θα πρέπει, όμως να ξεκαθαρίσουμε στο μυαλό μας ένα μοντέλο λύσης μέσα στο οποίο θέλουμε να ζήσουμε. Επομένως η σημασία της πρότασης έγκειται στο ότι καταδεικνύει ότι η απόρριψη του Σχεδίου Ανάν δεν ήταν απόρριψη της ιδέας της λύσης αλλά απλώς του συγκεκριμένου σχεδίου λύσης.
Το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του 2004 υπήρξε η κατηγορηματική απόρριψη της πρότασης να αποδεχθούμε ένα κρατικό μόρφωμα που θα ήταν χειρότερο από το υφιστάμενο και θα αναιρούσε τις κατακτήσεις του, όπως είναι οι εδραίοι δημοκρατικοί θεσμοί, το κράτος δικαίου, η ισχυρή οικονομία και θα περιόριζε τα πολιτικά πλεονεκτήματα της ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Συνεπώς, το αποτέλεσμα, για το μέγιστο μέρος όσων ψήφισαν ΟΧΙ, πρέπει να ερμηνευτεί ως αντίδραση στην ανασφάλεια που προκάλεσε η αβεβαιότητα της κατάργησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και της έλλειψης μηχανισμών που θα προεφύλασσε τους Κυπρίους σε περίπτωση κατάρρευσης του πειράματος της λύσης. Οι ασυνάρτητες και νεφελώδεις προοπτικές του Σχεδίου Ανάν και οι ψευδαισθήσεις για καλή πίστη της Τουρκίας στη μεταβατική περίοδο, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη την αβεβαιότητα της ενταξιακής της πορείας, δεν ήταν τίποτε άλλο στα μάτια των Ελληνοκυπρίων παρά μία ανεξόφλητη επιταγή ελπίδας χωρίς εξασφαλισμένο αντίκρισμα.

Η φιλοσοφία της πρότασης του ορθού ΝΑΙ εδράζεται σε τέσσερεις βασικούς άξονες:

Πρώτος, η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να αποτελεί την βάση για την όποια μελλοντική λύση. Με το δημοψήφισμα κατεδείχθη ότι ουδέποτε κατά το παρελθόν η Κυπριακή Δημοκρατία δεν εξέφρασε σε τέτοιο ύψιστο βαθμό το σύμβολο ενότητας και ελευθερίας για τους Κυπρίους.

Δεύτερος, η λύση θα πρέπει να υιοθετεί ένα νέο Σύστημα Ασφαλείας με Ευρωπαϊκές προδιαγραφές που να διαφυλάττει τα κεκτημένα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με άλλα λόγια δεν μπορεί πλέον να εφαρμοστεί εκ νέου του το σύστημα ασφαλείας του 1960 το οποίο υπήρξε τραυματικό.

Τρίτος, η λύση δεν θα πρέπει να νομιμοποιεί την παραμονή εποίκων, λαμβάνοντας υπόψη τα καταδικαστικά ψηφίσματα του ΟΗΕ γι’ αυτήν την πτυχή της Τουρκικής πολιτικής στην Κύπρο.

Τέταρτος, δεν μπορεί να υπάρξει λύση που να απαιτεί από την ελληνοκυπριακή πλευρά συμβιβασμούς σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μόνιμες παρεκκλίσεις από το κοινοτικό κεκτημένο. Η θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς πρέπει να παραμένει αμετάκλητη σε ό,τι αφορά τις εκβιαστικές πιέσεις για υποχώρηση σε ζητήματα δημοκρατικών αρχών και πολιτικών κατακτήσεων του νεωτερικού δυτικού πολιτισμού, οι οποίες πρυτανεύουν χωρίς εξαιρέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Για να αποκτήσει κάποιος πιο ολοκληρωμένη εικόνα της πρότασης θα πρέπει να την διαβάσει προσεκτικά.. Η περίοδος του δημοψηφίσματος έχει περάσει και μαζί της η ψυχολογία των αφορισμών και των συνθημάτων. Μπορεί το δημοψήφισμα να κατέδειξε με κατηγορηματικό τρόπο αυτό που η Ελληνική πλευρά δεν θέλει να υπάρχει στη λύση, είναι καιρός, όμως, να συζητήσουμε τι θέλουμε να υπάρχει στη λύση. Διαβάστε περισσότερα...

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

Foxbats over Dimona



Isabella Ginor and Gideon Remez

Foxbats over Dimona

Yale University Press, 2007


Του Χρήστου Ιακώβου Διευθυντή του Κυπριακού Κέντρου Μελετών

Το βιβλίο «Foxbats over Dimona», είναι, κατ’ αρχάς, ένα προκλητικό σύγγραμμα κι’ αυτό το καθιστά ενδιαφέρον. Το κύριο επιχείρημα του βιβλίου είναι ότι ο Αραβοϊσραηλινός Πόλεμος των Έξι Ημερών (1967) προεκλήθη από την Σοβιετική Ένωση. Αυτό που ουσιαστικά επιχειρούν να καταδείξουν οι Ginor και Remez είναι ότι ο στόχος της Σοβιετικής Ένωσης ήταν να δημιουργήσει συνθήκες οι οποίες θα της επέτρεπαν να επέμβει στο πλευρών των Αράβων και με αυτό τον τρόπο να προκαλέσει σημαντική υποχώρηση των ΗΠΑ στην περιοχή. Στόχος δηλαδή της Μόσχας ήταν να πετύχει κάτι ανάλογο και ίσως περισσότερο με αυτό που πέτυχε στην κρίση του Σουέζ το 1956, όταν ανάγκασε τη Μ. Βρετανία σε υποχώρηση και συρρίκνωση ισχύος στην Μέση Ανατολή. Κατά τους συγγραφείς οι Σοβιετικοί προσπαθούσαν να ανταποδώσουν για το στρατηγικό τους ολίσθημα κατά τη κρίση των πυραύλων της Κούβας το 1962.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η παράθεση μεγάλου όγκου πρωτογενούς υλικού, μεταξύ των οποίων και συνεντεύξεις από πρώην Σοβιετικούς αξιωματικούς οι οποίοι ευρίσκοντο σε ετοιμότητα να επέμβουν το 1967. Έτσι εξηγείται και ο τίτλος του βιβλίου «Foxbats in Dimona», ο οποίος αναφέρεται στην περιγραφή των πιο σύγχρονων τότε Σοβιετικών μαχητικών αεροπλάνων, των MIG-25. Σύμφωνα με το βιβλίο οι Σοβιετικοί πέταξαν πάνω από τον Ισραηλινό πυρηνικό αντιδραστήρα στη Ντιμόνα και ότι το Ισραήλ δεν είχε τη δυνατότητα να τις σταματήσει. Αυτή κυρίως η πράξη ήταν, σύμφωνα με τους συγγραφείς, το γεγονός που προκάλεσε την Ισραηλινή επίθεση. Υποστηρίζουν ότι το Σοβιετικό σχέδιο απέτυχε στο τέλος εξαιτίας της επιτυχούς Ισραηλινής άμεσης επίθεσης, γεγονός που καθιστούσε οποιαδήποτε Σοβιετική επέμβαση, στο πλευρό των Αράβων, μάταιη.

Μία άλλη πρωτοτυπία του βιβλίου είναι ότι η αφήγηση των πολεμικών επιχειρήσεων κινείται έξω από τα πλαίσια της μέχρι τώρα συμβατικής ιστορικής αφήγησης καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο πόλεμος των Έξι Ημερών ήταν η ακούσια συνέπεια ενεργειών που ανελήφθησαν από την Αίγυπτο, τη Συρία και το Ισραήλ.

Παρά το ότι οι δύο συγγραφείς παρουσιάζουν ευρύ υλικό για να υποστηρίξουν το βασικό τους επιχείρημα, ότι δηλαδή οι Σοβιετική Ένωση ευρίσκετο σε ετοιμότητα να επέμβει, εντούτοις βρίσκω το συμπέρασμά τους να παρουσιάζει κενά. Ακόμη και η συμβατική αφήγηση αποδέχεται το ρόλο των Σοβιετικών στην έναρξη του πολέμου, ειδικά στο τρόπο με τον οποίο παραπλάνησαν τον Νάσσερ, λέγοντάς του ότι το Ισραήλ ήταν έτοιμο να επιτεθεί κατά της Συρίας. Όμως, υπάρχει μεγάλη διαφορά να υποστηρίζεις ότι οι Σοβιετικοί έπαιξαν ρόλο στα γεγονότα που οδήγησαν στον πόλεμο σε μία στιγμή αδυναμίας των ΗΠΑ στο Βιετνάμ από το ότι η ΕΣΣΔ ήταν έτοιμη να επέμβει σε ένα πόλεμο που η ίδια προκάλεσε, κατευθύνοντας μάλιστα και τα γεγονότα.

Παρά το ότι στο βιβλίο υπάρχει πληθώρα υλικού που ενισχύει την άποψη των συγγραφέων ότι Σοβιετικές ναυτικές δυνάμεις ήσαν έτοιμες να επέμβουν εντούτοις δεν παρατίθεται επαρκές αρχειακό υλικό που να καταδεικνύει ετοιμότητα χερσαίων δυνάμεων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την έκβαση του πολέμου. Θεωρώ εξαιρετικά προβληματική την θέση ότι η ΕΣΣΔ είχε τη δυνατότητα να παρατάξει το 1967 εκείνες τις αναγκαίες δυνάμεις για να υλοποιήσει τέτοιο στόχο.

Επιπλέον, για να δεχθεί κάποιος τα συμπεράσματα των συγγραφέων θα πρέπει να αναθεωρήσει πλήρως την Σοβιετική εξωτερική πολιτική στη Μ. Ανατολή, από την κρίση του Σουέζ μέχρι το 1967. Θεωρώ, αντιθέτως προς τους συγγραφείς, ότι η Σοβιετική πολιτική στην περιοχή είχε επίγνωση της αδυναμίας ισχύος έναντι των ΗΠΑ και ως εκ τούτου ήταν εξαιρετικά προσεκτική να μην παίρνει μεγάλα ρίσκα.

Εν κατακλείδι, πιστεύω ότι το πρωτογενές υλικό του βιβλίου δεν μπορεί να υποστηρίξει το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει, ότι δηλαδή οι Σοβιετικοί επεδίωξαν να προκαλέσουν τον πόλεμο του 1967. Έχει όμως κάτι καινούργιο να παρουσιάσει στην βιβλιογραφία, το ότι οι Σοβιετικοί εκ των πραγμάτων σχεδίαζαν να επέμβουν στον πόλεμο των Έξι Ημερών. Διαβάστε περισσότερα...