Η διπλωματική κρίση που ξέσπασε μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας θύμιζε τη ρητορική του Ψυχρού Πολέμου. Το μεγάλο, όμως, ερωτηματικό που προκαλεί αυτή η κρίση είναι: μπορεί το ΝΑΤΟ να δημιουργήσει ένα νέο σύστημα συλλογικής ασφαλείας, που θα περιλαμβάνει μέρος της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, αγνοώντας τη ρωσική απειλή σύγκρουσης;
H αδυσώπητη αλήθεια της ισχύος
Του Rajan Menon*
THE GLOBAL EDITION OF «THE NEW YORK TIMES»
Κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου και την ώρα που η Αθήνα ετοιμαζόταν να κατακτήσει το ανεξάρτητο νησί της Μήλου, οι Μήλιοι επικαλέσθηκαν τις αρχές του δικαίου και της τιμής, σε μία προσπάθεια να σωθούν. Οι Αθηναίοι απέρριψαν το αίτημα, λέγοντας: «οι ισχυροί πράττουν όπως νομίζουν και οι αδύναμοι υποφέρουν». Αυτό έκαναν οι Μήλιοι, μόνοι και αβοήθητοι. Η Γεωργία είναι μία σύγχρονη Μήλος, που υπέφερε από την υπερβολική αντίδραση των Ρώσων, σε ένα μικρό συνοριακό επεισόδιο, που εξελίχθηκε τελικά σε σύγκρουση μεταξύ στρατών. Ακόμη και εάν κάποιος συμφωνήσει απόλυτα με τη ρωσική εκδοχή, το εύρος της ρωσικής αντίδρασης ήταν άκοπο και αδικαιολόγητο. Αν και οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί της εκδήλωσαν την οργή τους για τη συμπεριφορά του Κρεμλίνου, δεν πρόκειται να κάνουν κάτι, το οποίο θα έβλαπτε πραγματικά τη Ρωσία.
Ανεφάρμοστα μέτρα
Υπάρχουν πολλές δικαιολογίες, που συνηγορούν υπέρ μιας εφεκτικής στάσης: Η ρωσική συνεργασία είναι κρίσιμη σε πολλά καίρια ζητήματα, η ρωσική επιθετικότητα θα ενισχυθεί από τον διεθνή αποκλεισμό και η υπομονετική διπλωματία είναι η καλύτερη λύση. Οι προτάσεις που ακούγονται σήμερα, όπως ο εξοπλισμός της Γεωργίας από τη Δύση, το μποϊκοτάζ των Χειμερινών Ολυμπιακών του 2014 στο ρωσικό Σότσι της Μαύρης Θάλασσας και η εκδίωξη της Ρωσίας από την ομάδα των G8, δεν θα βρουν ευήκοα ώτα. Τέτοια μέτρα είναι ανεφάρμοστα σήμερα. Αυτό μπορεί να ακούγεται άδικο για τη Γεωργία, αλλά είναι η αλήθεια.
Μία άλλη πικρή αλήθεια έχει να κάνει με την τακτική της Ρωσίας σε αυτή την κρίση, που αποτελεί τον κανόνα και όχι την εξαίρεση: οι Μεγάλες Δυνάμεις επιβάλλουν πάντα τη θέλησή τους στους ασθενέστερους γείτονές τους, περιορίζοντας την ελευθερία κινήσεών τους. Αερολογίες γύρω από τη δυναμική της παγκοσμιοποίησης και τους νέους κανόνες των διεθνών σχέσεων δεν πρόκειται να νικήσουν τη ρεαλπολιτίκ. Όπως έκαναν και άλλα ισχυρά κράτη στο παρελθόν, η Ρωσία θα συνεχίσει να αποτρέπει δυναμικά κάθε ασθενή της γείτονα –τον οποίο θεωρεί ότι ανήκει στη σφαίρα επιρροής της– από το να συνάπτει σχέσεις με τους αντιπάλους της. Στη σύγχρονη Ρωσία, ο Βλαντιμίρ Πούτιν προσωποποιεί τη στάση αυτή, παρότι η πολιτική αυτή αντικατοπτρίζει τη βαθύτερη πραγματικότητα των παγκόσμιων πολιτικών ισορροπιών.
Στην παρούσα κρίση, Αμερική και Ευρώπη ακολούθησαν και αυτές αναμενόμενη τακτική: Αρνούνται να προσφέρουν άνδρες και κεφάλαια όταν οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι και τα άμεσα συμφέροντά τους δεν απειλούνται. Στην περίπτωση αυτή, κανένα κράτος σύμμαχος του ΝΑΤΟ δεν επιθυμεί να εμπλακεί σε πολεμική διένεξη με τη Ρωσία, ενώ ουδείς σκοπεύει να προσφέρει εγγυήσεις εδαφικής ακεραιότητας στη Γεωργία.
Η επικρατούσα αντίληψη θέλει τη ρωσική επίθεση εναντίον της Γεωργίας να ενισχύει τις πιθανότητες της Τιφλίδας να εισέλθει στο ΝΑΤΟ. Το αντίθετο είναι, όμως, πιο πιθανό. Το ΝΑΤΟ, όπως φάνηκε στη Σύνοδο του Βουκουρεστίου στις αρχές του χρόνου, είναι ήδη διχασμένο σε ό,τι αφορά την είσοδο της Γεωργίας στη Συμμαχία, ενώ οι διαφωνίες αυτές αναμένεται να ενταθούν, καθώς ξεκαθαρίζουν οι επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης εισόδου της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ. Η ρωσική επίθεση εναντίον της Γεωργίας δείχνει επίσης πόσο μικρή σημασία έχει η ευγνωμοσύνη στις πολιτικές σχέσεις μεταξύ κρατών και πόσο εύκολα αυτή ακυρώνεται από τις επιταγές της γεωπολιτικής ισχύος. Όταν ο πρόεδρος Σαακασβίλι της Γεωργίας απέστειλε στρατό στο Ιράκ, δεχόμενος επαίνους από τον πρόεδρο Μπους, που τον χαρακτήριζε άξιο δημοκράτη σύμμαχο, ο Γεωργιανός ηγέτης περίμενε έστω λίγη καλή θέληση από τις ΗΠΑ, τη στιγμή της ανάγκης του. Ίσως πάλι να πίστεψε ότι οι ΗΠΑ θα κινητοποιούσαν τους συμμάχους τους για την αντιμετώπιση της ρωσικής εισβολής, προσφέροντας ίσως και υλική βοήθεια.
Εάν αυτό αληθεύει, ο κ. Σαακασβίλι υπολόγισε λάθος και οι ΗΠΑ είναι υπεύθυνες για την ψευδαίσθηση αυτή του Γεωργιανού προέδρου, που πίστεψε ότι οι ευχαριστίες της Ουάσιγκτον θα συνοδεύονταν από τεθωρακισμένα.
Η αδυναμία του ΟΗΕ
Η κρίση αποκαλύπτει επίσης την ανησυχητική αδυναμία των διεθνών οργανισμών, όταν αυτοί έρχονται αντιμέτωποι με την ωμή βία. Όσοι περίμεναν ότι ο ΟΗΕ θα βοηθούσε τη Γεωργία, καλά θα έκαναν να θυμηθούν τη στάση του Οργανισμού στον πόλεμο στο Ιράκ. Ο ΟΗΕ δεν μπορεί να σταματήσει τα ρωσικά άρματα μάχης, όπως και δεν μπόρεσε να σταματήσει τον προληπτικό πόλεμο του προέδρου Μπους εναντίον του Σαντάμ Χουσεΐν.
Η απουσία εντολής του ΟΗΕ και η διεθνής κατακραυγή ουδόλως απασχόλησε την Ουάσιγκτον το 2003. Το ίδιο ισχύει και για το Κρεμλίνο σήμερα, που θα συνεχίσει να συζητά την κρίση στο Συμβούλιο Ασφαλείας, προτού ασκήσει βέτο –μαζί με τους Κινέζους συμμάχους του– σε κάθε αρνητική προς τη Ρωσία απόφαση. Εν ολίγοις, ας ετοιμαστούμε για μία ακόμη θεατρική παράσταση στον ΟΗΕ: Θα υπάρξουν υψιπετείς δηλώσεις και οργισμένες καταγγελίες. Τίποτε από αυτά, όμως, δεν θα βοηθήσει τη Γεωργία να εδραιώσει τη θέση της δίπλα στη Ρωσία, ούτε και θα μειώσει την αποφασιστικότητα των Ρώσων να ορίζουν τι μπορεί και τι δεν μπορεί να πράττει η Τιφλίδα.
Εντελώς απαλλαγμένος από συναισθηματισμούς και με παγερό κυνισμό, ο πρωθυπουργός Πούτιν αντιλαμβάνεται καλά την «αριθμητική της εξουσίας». Επιτιθέμενος εναντίον ενός μικρού και αδύναμου, όμορου στη Ρωσία κράτους, ο Πούτιν δεν ρισκάρισε, ενώ ποντάρισε ορθά ότι και η Δύση θα απέφευγε το ρίσκο. Ο Μπους δεν κοίταξε βαθιά στην ψυχή του Ρώσου πρωθυπουργού, ενώ όπως φαίνεται, έχει καιρό να διαβάσει Θουκυδίδη.
* Ο Rajan Menon είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Lehigh των ΗΠΑ.
Τι θα πρέπει να αναμένουν οι ΗΠΑ από τη Ρωσία
Του Thomas Friedman*
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης οι οπαδοί της θεωρίας της «ανάσχεσης», την οποία πρωτοδιατύπωσε ο Τζορτζ Κέναν, διαφωνούσαν με τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ.
Θεωρούσαν ότι δεν υπήρχε κάποιο μεγάλο πρόβλημα στον κόσμο, που θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά χωρίς τη Ρωσία - ειδικά το Ιράν ή το Ιράκ. Η Ρωσία δεν επρόκειτο να επέμβει ξανά στην Ευρώπη. Και οι ανατολικοευρωπαίοι θα εντάσσονταν στη Δύση μέσω της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η ομάδα εξωτερικής πολιτικής του Κλίντον είπε τότε όχι. Υποστήριξε ότι θα οι ΗΠΑ θα διεύρυναν το ΝΑΤΟ μέχρι το λαιμό των Ρώσων, επειδή η Μόσχα είναι αδύναμη και επιπλέον θα το συνηθίσει. Το μήνυμα προς τους Ρώσους ήταν: «Περιμένουμε να συμπεριφερθείτε σαν Δυτικοί δημοκράτες, αλλά θα σας φερθούμε σαν να είστε Σοβιετική Ένωση.»
Η ταπείνωση, που η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προκάλεσε στη Ρωσία, αποδείχθηκε κρίσιμης σημασίας με την άνοδο του Πούτιν στην εξουσία. Και η εξάρτηση της Αμερικής από το πετρέλαιο συνέβαλε στην άνοδο των τιμών των καυσίμων σε επίπεδα, που επέτρεψαν στον Πούτιν να αντιδράσει σ’ αυτή την ταπείνωση. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα η αμερικανική κυβέρνηση πρέπει να υποστηρίξει κάθε διπλωματική προσπάθεια για την αποχώρηση των Ρώσων από τη Γεωργία. Ωστόσο, δεν μπορεί και να μην επισημάνει ότι η απόφαση Σαακασβίλι να οδηγήσει τα στρατεύματά του στο Τσχινβάλι, έδωσε στον Πούτιν μια εύκολη δικαιολογία να επιδείξει τη σιδερένια γροθιά του.
Ωστόσο, αν επιμείνει θα οδηγήσει όλους τους γείτονες της Ρωσίας να αναζητήσουν προστασία από τη Μόσχα και τους Ευρωπαίους να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων στο ρωσικό πετρέλαιο και αέριο. Αυτό δεν θα συμβεί εν μια νυκτί, αλλά με τον καιρό, η Ρωσία θα καταστεί πιο απομονωμένη, πιο
ανασφαλής και λιγότερο πλούσια.
Γι’ αυτό και η Ρωσία θα έπρεπε να επανεξετάσει τη στρατηγική Πούτιν έναντι της Γεωργίας. Αν το κάνει, θα έπρεπε και η Ουάσιγκτον να επανεξετάσει, την πολιτική της έναντι του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας - και αν πράγματι θέλει να περάσει τον 21ο αιώνα, αναχαιτίζοντας τη Ρωσία με τον ίδιο τρόπο που αναχαίτισε τη Σοβιετική Ένωση, στο μεγαλύτερο κομμάτι του 20ού αιώνα.
* Ο Thomas Friedman είναι αναλυτής διεθνούς πολιτικής στην «New York Times»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.