Του Χρήστου Γ. Ρώμα
Συγγραφέα
Στην αρχαία Ελλάδα, και ιδιαίτερα την Αθήνα, κατά τον 5ο
αιώνα π.Χ. δεν άκμασε μόνο η φιλοσοφία με τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και αργότερα
τον Αριστοτέλη, άκμασε και η ρητορεία, καθώς και η σοφιστική τέχνη με τον
Γοργία, τον Ιππία, τον Πρόδικο και ανώτερο όλων, τον Πρωταγόρα τον Αβδηρίτη.
Και ενώ ο Σωκράτης με τη διαλεκτική - μαιευτική του μέθοδο πάσχιζε να φτάσει
στην αντικειμενική γνώση, η οποία ταύτιζε τη θεωρία με την αλήθεια, δηλαδή την
ουσία των όντων, οι σοφιστές προσπαθούσαν απλώς και μόνο να πείσουν τους
συνομιλητές τους. Καλλιέργησαν γι' αυτό τη ρητορική τέχνη, η οποία ορίστηκε ως
"πειθούς δημιουργός", και προχώρησαν σε μια σειρά λεκτικών σχημάτων
και επιχειρημάτων (όπως τα σοφίσματα, τα γοργίεια σχήματα, τους αληθοφανείς
συλλογισμούς, τη συναισθηματική φόρτιση στο λόγο όταν ατονούν ή απουσιάζουν τα
επιχειρήματα κ.λπ.), προκειμένου να νικούν πάντα τους αντιπάλους τους στα
δικαστήρια ή στην καθημερινή πρακτική.
Δεν ενδιαφέρονταν διόλου για το θετό δίκαιο, το οποίο
στηρίζεται στην αντικειμενική πραγματικότητα και τον ορθό λόγο. Αντίθετα, είχαν
ως θεωρητική - φιλοσοφική τους βάση το φυσικό δίκαιο, σύμφωνα με το οποίο
εκείνο που επικρατεί στον κόσμο είναι το δίκαιο του ισχυρότερου, αφού στη φύση
"το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό". Είναι χαρακτηριστική η φιλοσοφία του
Πρωταγόρα: "Μέτρον πάντων χρημάτων άνθρωπος". Δηλαδή, μέτρο για όλα
τα πράγματα είναι ο άνθρωπος (και το συμφέρον του). Καθώς, λοιπόν, δεν έχει
σημασία πια στην πράξη η δικαιοσύνη και το αναλογικά ίσο, αλλά μόνον ό,τι
ικανοποιεί και συμφέρει τον άνθρωπο, μπορεί στην καθημερινή πρακτική να θηρεύει
κανείς και το άδικο, αρκεί να τον συμφέρει και να τον ωφελεί. Επινόησαν γι'
αυτό οι αρχαίοι σοφιστές τους αγώνες λόγων (αγώνες εριστικής), κατά τους
οποίους επιχειρούσαν να καταστήσουν τον "ήττονα λόγον κρείττονα".
Δηλαδή τον άδικο λόγο που δεν στηριζόταν σε αποδεικτική βάση και επιχειρήματα,
τον καθιστούσαν αποδεικτικά ισχυρό - και έτσι νικούσαν τους αντιπάλους των.
Με αυτές τις αντιλήψεις και αυτή την πρακτική οι σοφιστές
διαφημίζονταν ως οι δάσκαλοι της πολιτικής τέχνης και καλούσαν τους αθηναίους
πολίτες να τους εμπιστευθούν τα παιδιά τους, για να εκπαιδεύσουν στην πολιτική.
Μάλιστα, πληρώνονταν με σημαντικά χρηματικά ποσά για τις παρεχόμενες υπηρεσίες
τους.
Από την αρχαία σοφιστική -την οποία καταπολέμησε με
σφοδρότητα ο Σωκράτης- προήλθε η μεταγενέστερη δικονομική πρακτική των
δικαστηρίων και διαχρονικά η πολιτική πρακτική. Και οφείλουμε να ομολογήσουμε
ότι μέσα από τις αντιπαραθέσεις στα δικαστήρια και στα κοινοβούλια των κρατών προάγεται
κάθε φορά ο διάλογος, ανιχνεύεται η αλήθεια, αναπτύσσονται οι διαπροσωπικές
σχέσεις και, γενικά, προάγεται ο πολιτισμός. Ωστόσο, είναι εξίσου βέβαιο ότι
στην προσπάθειά τους οι άνθρωποι να παρουσιάσουν τα θετικά στοιχεία του θέματος
που εκείνοι υποστηρίζουν και τα αρνητικά της άλλης πλευράς, φτάνουν σε
υπερβολές και αυταπόδεικτες αδικίες. Στόχος τους δεν είναι να αποκαλυφθεί η
αλήθεια, αλλά να αποδείξουν ότι αυτοί έχουν δίκιο και η άλλη πλευρά έχει άδικο.
Έτσι, είτε αποσιωπώνται οι θετικές απόψεις των αντιπάλων ή και
διαστρεβλώνονται, με ταυτόχρονη εξιδανίκευση των δικών τους απόψεων.
Και βέβαια στις καθημερινές υποθέσεις που εκδικάζονται
στα δικαστήρια είναι φυσικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Κριτές είναι οι δικαστές
που αντιλαμβάνονται ποια από τα υποστηριζόμενα είναι αλήθεια και ποια αληθοφανή
ψέματα. Στην πολιτική όμως δεν είναι το ίδιο. Εδώ κύριος αποδέκτης είναι ο
λαός, ο οποίος εύκολα μπορεί να εξαπατηθεί από τους πολιτικούς μονολόγους ή την
κατασυκοφάντηση των θέσεων των αντιπάλων. Εκείνο πάντως που είναι άθλιο και
πολύ εξοργιστικό έχει να κάνει με τη μονομέρεια και τη σκόπιμη αποσιώπηση όλων
των θετικών στοιχείων της άλλης πλευράς. Ο σκεπτόμενος πολίτης δηλαδή και
συνάμα ηθικός άνθρωπος δεν μπορεί να "χωνέψει" πως ό,τι κάνει ή υποστηρίζει
π.χ. η κυβέρνηση είναι λάθος και ό,τι υποστηρίζει η αντιπολίτευση είναι σωστό -
και αντιστρόφως. Αντί, λοιπόν -με βάση την πολιτική ηθική-, να τονίζονται οι
πολιτικές θέσεις ενός κόμματος και να ασκείται γόνιμη κριτική στις θέσεις των
αντιπάλων, συμβαίνει το αντίθετο. Προβάλλονται με κάθε προπαγανδιστικό τρόπο
και βαρύγδουπες εκφράσεις οι θέσεις της μιας πλευράς και με εξίσου απαξιωτικό
τρόπο καταδικάζονται θέσεις και έργα της άλλης πλευράς.
Αυτός, επομένως, είναι ο λόγος που έχει απαξιωθεί τελείως
στις μέρες μας η πολιτική. Ο λαός έχει πια συνειδητοποιήσει όχι μόνο ότι έχει
αδικηθεί με τις "ρεμούλες", τις απάτες και την ατιμωρησία των
ισχυρών, αλλά και ότι οι πολιτικοί τον εξαπατούν: Οι κυβερνητικοί, γιατί του
κρύβουν πολλά στοιχεία από τις αρνητικές πλευρές του κυβερνητικού έργου, και οι
άλλοι της αντιπολίτευσης -"αξιωματικής" και άλλης- γιατί δεν βρίσκουν
τίποτε το θετικό στα κυβερνητικά δρώμενα.
Φιλοδοξίες, οικονομικά συμφέροντα, κοντόθωρες κομματικές
στοχεύσεις, ποικίλες συναλλαγές και άλλες πολλές σκοπιμότητες καθιστούν τα
πολιτικά κόμματα αναξιόπιστα, αναληθή, που συχνά με ρητορικές κορώνες και
σοφίσματα εξαπατούν τους πολίτες ή τουλάχιστον του λένε τη μισή αλήθεια, είτε
ως κυβέρνηση ή και ως αντιπολίτευση. Όμως ο λαός δεν τους εμπιστεύεται πια, και
αυτό είναι το ολέθριο για μια δημοκρατία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.