Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών
Για περισσότερο από τρεις δεκαετίες, η μελέτη της κοινωνικής οντολογίας και του ελληνικού προβλήματος εν γένει παραπέμπει σε ελαχίστους στοχαστές, μεταξύ των οποίων ο Θεόδωρος Ζιάκας. Πρόκειται για το μελετητή που ανέπτυξε, μέσω της βιβλιογραφικής του προσφοράς, τη γενική θεωρία για το έθνος ως πολιτισμικό υποκείμενο, την ειδική θεωρία για το ελληνικό έθνος καθώς επίσης και την κοινωνική οντολογία της ετερότητας.
Με το τελευταίο του βιβλίο, «Πατριδεγωφάγος. Η Νόσος της Πόλεως», (Εκδόσεις Αρμός, 2012) καταπιάνεται με την ασθένεια που προσβάλλει το έθνος και η οποία το απειλεί με αφανισμό, όπως άλλωστε την είχε διαπιστώσει και σε προηγούμενα βιβλία του. Πρόκειται για μία πραγματεία περί του μηδενισμού και του σοφιστικού πνεύματος τα οποία αποσαθρώνουν τα ανθρωπολογικά θεμέλια του έθνους.
Το βιβλίο χωρισμένο σε δύο μέρη, α) περί έθνους και β) περί κομμάτων, αποτελεί μία διανοητική διαπραγμάτευση με έννοιες όπως, έθνος - κοινωνική οντολογία - ανθρωπολογικός στοχασμός, διυποκειμενικότητα, για να καταλήξει σε μία πρόταση μετάβασης σε ένα νέο ανθρωπολογικό υποκείμενο, υπό κάποιες προϋποθέσεις
Ο Ζιάκας ορίζει τον πατριδεγωφάφο για τα έθνη, ως την αντίστοιχη νόσο του καρκίνου που προσβάλλει τα άτομα και τα απειλεί με θάνατο. «Πατριδεγωφάγος» είναι αυτός που τρώει την πατρίδα του (σελ. 18). Αν δεν διαγνωσθεί εγκαίρως και δεν αντιμετωπισθεί σωστά, γοργός επέρχεται ο θάνατος και είναι οδυνηρός. Σήμερα, οι φορείς της νόσου μιλούν για «κρίση», χωρίς να μπορούν να προσδιορίσουν για ποίου είδους ασθένεια πρόκειται. Μιλούν για οικονομική κρίση, άλλοι για πολιτική, θεσμική, πολιτιστική, κ.λπ. Είναι πασίδηλο ότι επικεντρώνουν την προσοχή στα συμπτώματα, αφήνοντας άθικτη τη νόσο να εξελίσσεται καταστροφικά.
Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι «η νεωτερική κατάρρευση και η μετανεωτερική μετάβαση έχουν αρχίσει...Δεν καταλάβαμε που πηγαίνει ο κόσμος και δεν ξέρουμε τι κάνουμε...Παρά ταύτα πρέπει να σταθούμε και να σκεφτούμε. Τί είμαστε και τι θέλουμε. Ανάγκη, δηλαδή, επείγουσα να ξανακοιτάξουμε το έθνος» (σελ. 21-22). Η σημερινή κρίση καταδεικνύει ότι καταρρέει η αντίληψη ότι το κράτος είναι υποκείμενο του έθνους, ότι δηλαδή το έθνος δεν είναι τίποτε πέρα από το κράτος. Στην πραγματικότητα η Κρίση είναι καθολικού χαρακτήρα γιατί αποκαλύπτει τη σαπίλα του Συστήματος στον πυρήνα του και την αποτυχία του θεμελιακού ιδεώδους πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε το ελλαδικό κράτος. Πρόκειται για την κατάρρευση της «μεταμοντέρνας μαζικής δημοκρατίας, μαζί με το φιλελεύθερο μοντέλο ανάπτυξης» (σελ. 118), τα οποία προεβλήθησαν ως το «τέλος της ιστορίας» με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου». Αντί βεβαίως για το «τέλος της ιστορίας» μας προέκυψε το «τέλος της αφθονίας». Αυτό το «τέλος της αφθονίας» περιλαμβάνει την καταδίκη, όπως πολύ εύστοχα εντοπίζει ο Ζιάκας, του «φαουστικού» αναζητητή, του αστικού εκείνου προτεσταντικού θηρίου που όταν έθετε την απόλαυση της ιδιωτικής ισχύος του στο επίκεντρο του κοινωνικού νοήματος, την ισχύ για την ισχύ, δεν περίμενε ότι θα έφτανε στη σημερινή κατάντια.
Ως προέκταση των άνωθεν, θα συμφωνήσω με το συλλογισμό του συγγραφέα ότι αν η εντελέχεια του νεωτερικού ανθρώπου είναι ο απόλυτος Ιδιώτης, όπως τον ευαγγελίστηκε η Δύση, το μεγάλο πρόβλημα για μας τους Έλληνες είναι γιατί τον εντάξαμε στον τύπο του Πατριώτη; Με άλλα λόγια αναγάγαμε τον απόλυτο Ιδιώτη σε ιδανικό με το οποίο ταυτίσαμε φαντασιακά τα πρότυπα που σχετίζονταν με αυτόν. Σήμερα όμως τι απέγινε ο απόλυτος Ιδιώτης; Ένα πουκάμισο αδειανό, ένα μηδέν. Το δράμα μας είναι ότι τελικά εξισώσαμε το ιδανικό με το μηδέν, μετατρέψαμε σε πρότυπο το κενό υποκείμενο, το Τίποτε, «με αποτέλεσμα η πραγματικότητα, αυτός ο γεωμετρικός τόπος μεταξύ του θετικού και του αρνητικού προτύπου, να διαμορφώνεται σε όλο και κατώτερο επίπεδο, αφού η μηδενιστική νοηματοδότηση κατέστη κυρίαρχη» (σε 62).
Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω λιγότερο με το συγγραφέα ότι ως ελληνικό έθνος, αντιθέτως προς άλλα έθνη, είχαμε προσβληθεί και στο παρελθόν από την ίδια αρρώστια αλλά επιβιώσαμε. Η σημερινή κρίση είναι κατά βάθος ανθρωπολογική. Δεν απουσιάζουν οι σωστές ιδέες και οι επαρκείς προτάσεις, αλλά οι άνθρωποι που τους αντιστοιχούν. «Τώρα που το κομματικό μας σύστημα κατέστρεψε το νεωτερικό ελλαδικό κράτος, δεν υπάρχει άλλη επιλογή παρά να ξαναχτίσουμε τα Κοινά μας» (σελ. 231).
Τελειώνοντας τη βιβλιοπαρουσίαση του «Πατριδεγωφάγου» οφείλω μία διευκρίνιση. Δεν είμαι του πνευματικού αναστήματος και της διανοητικής εμβέλειας του Θεόδωρου Ζιάκα για να παρουσιάσω ή να κάνω κριτική σε ένα πόνημα που είναι καρπός της συστηματικής και πολυετούς διαπραγμάτευσης του συγγραφέως με το θέμα. Αν το κάνω είναι λόγω πνευματικού σεβασμού προς τη συμβολή του Θεόδωρου Ζιάκα στη μελέτη του εθνικού φαινομένου σε συνδυασμό με την κοινωνική οντολογία του συλλογικού και ατομικού υποκειμένου καθώς επίσης και της ανάγκης να προταθεί το βιβλίο ως ευανάγνωστο, μα πάνω από όλα, ποιοτικό μελέτημα σε όσους προβληματίζονται γύρω από το θέμα της ταυτότητας του ελληνικού έθνους και προσεγγίζουν με ένα διαφορετικό τρόπο την έννοια της «παράδοσης».
Με το τελευταίο του βιβλίο, «Πατριδεγωφάγος. Η Νόσος της Πόλεως», (Εκδόσεις Αρμός, 2012) καταπιάνεται με την ασθένεια που προσβάλλει το έθνος και η οποία το απειλεί με αφανισμό, όπως άλλωστε την είχε διαπιστώσει και σε προηγούμενα βιβλία του. Πρόκειται για μία πραγματεία περί του μηδενισμού και του σοφιστικού πνεύματος τα οποία αποσαθρώνουν τα ανθρωπολογικά θεμέλια του έθνους.
Το βιβλίο χωρισμένο σε δύο μέρη, α) περί έθνους και β) περί κομμάτων, αποτελεί μία διανοητική διαπραγμάτευση με έννοιες όπως, έθνος - κοινωνική οντολογία - ανθρωπολογικός στοχασμός, διυποκειμενικότητα, για να καταλήξει σε μία πρόταση μετάβασης σε ένα νέο ανθρωπολογικό υποκείμενο, υπό κάποιες προϋποθέσεις
Ο Ζιάκας ορίζει τον πατριδεγωφάφο για τα έθνη, ως την αντίστοιχη νόσο του καρκίνου που προσβάλλει τα άτομα και τα απειλεί με θάνατο. «Πατριδεγωφάγος» είναι αυτός που τρώει την πατρίδα του (σελ. 18). Αν δεν διαγνωσθεί εγκαίρως και δεν αντιμετωπισθεί σωστά, γοργός επέρχεται ο θάνατος και είναι οδυνηρός. Σήμερα, οι φορείς της νόσου μιλούν για «κρίση», χωρίς να μπορούν να προσδιορίσουν για ποίου είδους ασθένεια πρόκειται. Μιλούν για οικονομική κρίση, άλλοι για πολιτική, θεσμική, πολιτιστική, κ.λπ. Είναι πασίδηλο ότι επικεντρώνουν την προσοχή στα συμπτώματα, αφήνοντας άθικτη τη νόσο να εξελίσσεται καταστροφικά.
Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι «η νεωτερική κατάρρευση και η μετανεωτερική μετάβαση έχουν αρχίσει...Δεν καταλάβαμε που πηγαίνει ο κόσμος και δεν ξέρουμε τι κάνουμε...Παρά ταύτα πρέπει να σταθούμε και να σκεφτούμε. Τί είμαστε και τι θέλουμε. Ανάγκη, δηλαδή, επείγουσα να ξανακοιτάξουμε το έθνος» (σελ. 21-22). Η σημερινή κρίση καταδεικνύει ότι καταρρέει η αντίληψη ότι το κράτος είναι υποκείμενο του έθνους, ότι δηλαδή το έθνος δεν είναι τίποτε πέρα από το κράτος. Στην πραγματικότητα η Κρίση είναι καθολικού χαρακτήρα γιατί αποκαλύπτει τη σαπίλα του Συστήματος στον πυρήνα του και την αποτυχία του θεμελιακού ιδεώδους πάνω στο οποίο οικοδομήθηκε το ελλαδικό κράτος. Πρόκειται για την κατάρρευση της «μεταμοντέρνας μαζικής δημοκρατίας, μαζί με το φιλελεύθερο μοντέλο ανάπτυξης» (σελ. 118), τα οποία προεβλήθησαν ως το «τέλος της ιστορίας» με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου». Αντί βεβαίως για το «τέλος της ιστορίας» μας προέκυψε το «τέλος της αφθονίας». Αυτό το «τέλος της αφθονίας» περιλαμβάνει την καταδίκη, όπως πολύ εύστοχα εντοπίζει ο Ζιάκας, του «φαουστικού» αναζητητή, του αστικού εκείνου προτεσταντικού θηρίου που όταν έθετε την απόλαυση της ιδιωτικής ισχύος του στο επίκεντρο του κοινωνικού νοήματος, την ισχύ για την ισχύ, δεν περίμενε ότι θα έφτανε στη σημερινή κατάντια.
Ως προέκταση των άνωθεν, θα συμφωνήσω με το συλλογισμό του συγγραφέα ότι αν η εντελέχεια του νεωτερικού ανθρώπου είναι ο απόλυτος Ιδιώτης, όπως τον ευαγγελίστηκε η Δύση, το μεγάλο πρόβλημα για μας τους Έλληνες είναι γιατί τον εντάξαμε στον τύπο του Πατριώτη; Με άλλα λόγια αναγάγαμε τον απόλυτο Ιδιώτη σε ιδανικό με το οποίο ταυτίσαμε φαντασιακά τα πρότυπα που σχετίζονταν με αυτόν. Σήμερα όμως τι απέγινε ο απόλυτος Ιδιώτης; Ένα πουκάμισο αδειανό, ένα μηδέν. Το δράμα μας είναι ότι τελικά εξισώσαμε το ιδανικό με το μηδέν, μετατρέψαμε σε πρότυπο το κενό υποκείμενο, το Τίποτε, «με αποτέλεσμα η πραγματικότητα, αυτός ο γεωμετρικός τόπος μεταξύ του θετικού και του αρνητικού προτύπου, να διαμορφώνεται σε όλο και κατώτερο επίπεδο, αφού η μηδενιστική νοηματοδότηση κατέστη κυρίαρχη» (σε 62).
Δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω λιγότερο με το συγγραφέα ότι ως ελληνικό έθνος, αντιθέτως προς άλλα έθνη, είχαμε προσβληθεί και στο παρελθόν από την ίδια αρρώστια αλλά επιβιώσαμε. Η σημερινή κρίση είναι κατά βάθος ανθρωπολογική. Δεν απουσιάζουν οι σωστές ιδέες και οι επαρκείς προτάσεις, αλλά οι άνθρωποι που τους αντιστοιχούν. «Τώρα που το κομματικό μας σύστημα κατέστρεψε το νεωτερικό ελλαδικό κράτος, δεν υπάρχει άλλη επιλογή παρά να ξαναχτίσουμε τα Κοινά μας» (σελ. 231).
Τελειώνοντας τη βιβλιοπαρουσίαση του «Πατριδεγωφάγου» οφείλω μία διευκρίνιση. Δεν είμαι του πνευματικού αναστήματος και της διανοητικής εμβέλειας του Θεόδωρου Ζιάκα για να παρουσιάσω ή να κάνω κριτική σε ένα πόνημα που είναι καρπός της συστηματικής και πολυετούς διαπραγμάτευσης του συγγραφέως με το θέμα. Αν το κάνω είναι λόγω πνευματικού σεβασμού προς τη συμβολή του Θεόδωρου Ζιάκα στη μελέτη του εθνικού φαινομένου σε συνδυασμό με την κοινωνική οντολογία του συλλογικού και ατομικού υποκειμένου καθώς επίσης και της ανάγκης να προταθεί το βιβλίο ως ευανάγνωστο, μα πάνω από όλα, ποιοτικό μελέτημα σε όσους προβληματίζονται γύρω από το θέμα της ταυτότητας του ελληνικού έθνους και προσεγγίζουν με ένα διαφορετικό τρόπο την έννοια της «παράδοσης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.