Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2009

Τα λάθη στο Ιράκ πυξίδα για την Αμερικανική πολιτική στο Ιράν


Του Scot Shane International Herald Tribune

Για πολλούς Αμερικανούς, η ομιλία του Κόλιν Πάουελ αναφορικά με τα υποτιθέμενα όπλα μαζικής καταστροφής του Ιράκ στο Συμβούλιο Ασφαλείας τον Φεβρουάριο του 2003 υπήρξε ιδιαίτερα πειστική. Ήταν, αναμφίβολα, μια εκθαμβωτική παράσταση με την αρωγή εικόνων από δορυφόρους και υποκλοπές επικοινωνιών ανάμεσα σε στελέχη του ιρακινού καθεστώτος από έναν εκ των πλέον αξιόπιστων προσώπων του αμερικανικού δημόσιου βίου: του υπουργού Εξωτερικών.

Ακολούθησε ένας μακρύς και δαπανηρός πόλεμος και εν τέλει οι ΗΠΑ αντιλήφθηκαν ότι οι ισχυρισμοί περί όπλων μαζικής καταστροφής ήταν ανυπόστατοι. Σήμερα, η αντιπαράθεση με το Ιράν, με αφορμή το πυρηνικό πρόγραμμα του τελευταίου, οξύνεται επικίνδυνα, ιδιαίτερα μετά την παραδοχή της Τεχεράνης ότι ένα ακόμα εργοστάσιο εμπλουτισμού ουρανίου βρίσκεται υπό κατασκευή.

Το ερώτημα είναι αναπόφευκτο: Μήπως η «φασαρία» για τη μυστική εγκατάσταση στα περίχωρα του Κουμ αποτελεί άλλη μια περίπτωση βεβιασμένης κρίσης, στηριζόμενης σε όχι αδιάσειστα στοιχεία, αλλά στη διάθεση να φανεί η αμερικανική κυβέρνηση σκληρή απέναντι σ’ ένα μισητό καθεστώς; Με άλλα λόγια, μήπως οι ΗΠΑ επαναλαμβάνουν το λάθος του 2002; Οι ακτιβιστές κατά του πολέμου αντιμετωπίζουν τη διαμάχη για την εγκατάσταση στο Κουμ με ανησυχία και διάχυτη την αίσθηση ότι το «έργο το έχουν ξαναδεί». Αρκετοί ειδικοί σε θέματα ελέγχου των όπλων, δε, απαιτούν ήδη περισσότερα στοιχεία και προειδοποιούν κατά των βιαστικών συμπερασμάτων. Παρ’ όλα αυτά και ενώ οι ομοιότητες μεταξύ του 2002 –όταν παρουσιάστηκαν στη διεθνή κοινή γνώμη οι λανθασμένες εκτιμήσεις της υπηρεσίας πληροφοριών– και του 2009 είναι πασιφανείς, υπάρχουν και αρκετές ξεκάθαρες διαφορές. Κατ’ αρχάς, αυτή τη φορά, ο Λευκός Οίκος δεν έχει σηκώσει το λάβαρο του πολέμου. Ο υπουργός Άμυνας, Ρόμπερτ Γκέιτς, έχει δηλώσει ότι ένα στρατιωτικό πλήγμα απλώς θα καθυστερήσει την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων κατά τρία –το πολύ– χρόνια, ενώ είναι δεδομένο ότι ο πρόεδρος Ομπάμα δεν επιθυμεί να προσθέσει ένα τρίτο πόλεμο στις ήδη αυξημένες ευθύνες του. Αυτή τη φορά, επίσης, η διαμάχη αναφορικά με τα στοιχεία έχει μικρότερο εύρος.

Το Ιράν έχει παραδεχτεί ότι οικοδομεί ένα ακόμα εργοστάσιο για τον εμπλουτισμό ουρανίου και την περασμένη Τρίτη δεν δίστασε να αποκαλύψει ότι πρόκειται για υπόγεια εγκατάσταση και μάλιστα δίπλα σε στρατιωτική βάση. Η Τεχεράνη, βέβαια, επιμένει ότι δεν προτίθεται να παραγάγει πυρηνικά όπλα.

Η υπόθεση Ιράκ

Οι αξιωματούχοι της CIA υποστηρίζουν ότι διδάχτηκαν πολλά από την υπόθεση του Ιράκ και πως οι νέες τους εκτιμήσεις σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης δεν επηρεάζονται από πολιτικούς σχεδιασμούς. «Έχουμε ήδη απογοητεύσει τους συμπατριώτες μας μια φορά και πλέον είμαστε αποφασισμένοι να εξαντλήσουμε κάθε περιθώριο, προκειμένου να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος», λέει ο πρώην διευθυντής του τμήματος πληροφοριών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τόμας Φίνγκαρ.

Ο τελευταίος, ο οποίος εργάζεται σήμερα στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, υποστηρίζει ότι οι απόψεις που δεν ευθυγραμμίζονται με την κραταιά εκτίμηση στο εσωτερικό της υπηρεσίας πληροφοριών τώρα ενθαρρύνονται. «Όλες οι ιδέες παρουσιάζονται και αναλύονται διεξοδικά», επισημαίνει ο κ. Φίνγκαρ.

Αυτή ακριβώς η ανοχή στις διαφορετικές ιδέες παρήγαγε, άλλωστε, την εκτίμηση του 2007 αναφορικά με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα: Ότι, δηλαδή, η προσπάθεια της Τεχεράνης να αποκτήσει πυρηνικά όπλα διεκόπη το 2003. Η αμερικανική εκτίμηση, λοιπόν, παραμένει ότι το Ιράν δεν έχει αναβιώσει το πρόγραμμα για την ανάπτυξη πυρηνικών κεφαλών – άποψη που θεωρείται συντηρητική και δεν ασπάζονται ούτε οι Ισραηλινοί ούτε οι Γερμανοί και σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ούτε οι Βρετανοί, οι οποίοι θεωρούν ότι το εν λόγω πρόγραμμα ουδέποτε διεκόπη. Αναλύοντας την κατασκευή κοντά στο Κουμ, η CIA «κατέληξε σε συμπεράσματα με μεθοδικότητα και υπομονή».

Αυτό, τουλάχιστον, υποστηρίζει ο εκπρόσωπος Τύπου της υπηρεσίας, Πολ Τζιμιλιάνο. «Ήταν μια τεράστια επιτυχία», υποστηρίζει ο ίδιος. Δεν πείθονται όλοι, ωστόσο. Ο αριστερός συγγραφέας και αρθρογράφος του διαδικτυακού περιοδικού, Salon, Γκλεν Γκρινγουάλντ βρίσκει «ενοχλητικούς» παραλληλισμούς με το παλαιότερο επιχείρημα περί ύπαρξης όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ. «Η αμερικανική κυβέρνηση», λέει, «προέβη σε εμπρηστικούς ισχυρισμούς σε βάρος μιας τρίτης χώρας δίχως να παρουσιάζει το παραμικρό πειστήριο».

Από την πλευρά του, ο ειδικός σε θέματα Ιράν του πανεπιστημίου της Κολούμπια, Γκάρι Σικ υπενθυμίζει ότι από 1992 οι αμερικανικές κυβερνήσεις διατυμπανίζουν ότι η Τεχεράνη βρίσκεται ένα βήμα πριν από την ανάπτυξη πυρηνικού όπλου. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Λευκός Οίκος μισούσε εδώ και χρόνια τον Σαντάμ Χουσεΐν και εξαρχής μισεί το θεοκρατικό καθεστώς της Τεχεράνης με αποτέλεσμα να οδηγείται πάντα στα χειρότερα δυνατά σενάρια. «Το 2002, οποιοσδήποτε τολμούσε να πει ότι ο Σαντάμ δεν είχε τέτοια όπλα αντιμετωπιζόταν ως αφελής», υπογραμμίζει ο κ. Σικ. «Σήμερα, η άποψη ότι το Ιράν δεν προσπαθεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα αντιμετωπίζεται με την ίδια περιφρόνηση», συμπληρώνει. Ο κ. Σικ ανήκει σ’ εκείνους που πιστεύουν ότι το Ιράν προτίθεται να σταματήσει τον εμπλουτισμό ουρανίου λίγο πριν αποκτήσει την ικανότητα παραγωγής ενός πυρηνικού όπλου. Έτσι θα μπορέσει –όποτε εκείνο το κρίνει σκόπιμο– να το αποκτήσει σε διάστημα λίγων μηνών. Κατ’ αυτό τον τρόπο το Ιράν θα αυξήσει την επιρροή του όντας μια «σχεδόν πυρηνική δύναμη», δίχως να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της παραγωγής ενός τέτοιου όπλου.

Ανησυχία για τα πυρηνικά

Αντιθέτως, ο πρώην αναλυτής απόρρητων πληροφοριών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Γκρεγκ Θίλμαν, υποστηρίζει ότι οι εκτιμήσεις αναφορικά με το Ιράν είναι σαφώς πιο ισορροπημένες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες για το Ιράκ του 2003 και αυτό διότι η CIA δεν τελεί σήμερα υπό καθεστώς πολιτικής πίεσης. Εν τούτοις, ο κ. Θίλμαν δηλώνει ανήσυχος από την αίσθηση του «επείγοντος» που απορρέει από τις εκθέσεις.

«Ορισμένοι πιστεύουν ότι η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει και ότι οφείλουμε να δράσουμε πριν από το τέλος του έτους», λέει. «Επιμένω, ωστόσο, ότι έχουμε μπροστά μας χρόνια και όχι μήνες», προσθέτει ο κ. Θίλμαν.

Την παραπάνω άποψη δεν συμμερίζεται ο πρώην επιθεωρητής οπλικών συστημάτων, Ντέιβιντ Όλμπραϊτ. «Το γεγονός ότι το Ιράν έχει μια μακρά ιστορία μη δηλωμένων πυρηνικών προγραμμάτων ενισχύει τις αμερικανικές υποψίες», σημειώνει. «Παρά ταύτα, η κυβέρνηση οφείλει να παρουσιάσει ακράδαντα στοιχεία προκειμένου να στοιχειοθετήσει τις κατηγορίες σε βάρος του Ιράν», παραδέχεται ο κ. Όλμπραϊτ.
The New York Times Syndicate

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.