Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη
Από Φιλελέυθερο ΑΡΙΘΜΟΣ ΦΥΛΛΟΥ: 17492 Κυριακή, 29 Ιουνίου 2008
Ο μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος Γιούργκεν Χάμπερμας, επιχειρώντας να προσδιορίσει ένα νέο είδος πατριωτισμού και εθνικής ταυτότητας για το γερμανικό έθνος, του οποίου η οντότητα στις εθνικές διαστάσεις της ετρώθη καίρια με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη ναζιστική θηριωδία και τη γενοκτονία των Εβραίων, ανέπτυξε την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αντίληψη ενός νέου πατριωτισμού, ο οποίος παρέπεμπε στο Σύνταγμα, την υπόσταση του κράτους και την υπεράσπιση της δημοκρατικής δομής ενός κράτους δικαίου από το σύνολο του συλλογικού υποκειμένου που αποτελεί την κοινωνία και τον κρατικό λαό. Με την έννοια αυτή, το σύνολο του λαού έχει ως αφετηρία του εθνικού του αυτοπροσδιορισμού τη δημοκρατική δομή του Συντάγματος, δηλαδή τη δημοκρατική αρχή, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις ατομικές ελευθερίες, αξιακό σύστημα το οποίο προασπίζεται ατομικά και συλλογικά ως υπέρτατη επιταγή της κοινωνίας και του κράτους. Κατ' αυτό τον τρόπο, ο Χάμπερμπας επιχειρεί μια υπέρβαση της κλασικής έννοιας της εθνικής ή πολιτικής ταυτότητας που ούτως ή άλλως εκφράζει «τον κοινό τρόπο βίου», που σημαίνει τον τρόπο που ένα συλλογικό υποκείμενο οργανώνει τις καθημερινές του ανάγκες, θεσπίζει κανόνες, δημιουργεί. Ένας «τρόπος» που διαφοροποιείται από κοινωνία σε κοινωνία. Βασική προϋπόθεση εμπέδωσης αυτής της αντίληψης του «συνταγματικού πατριωτισμού» αποτελεί η ύπαρξη της δημοκρατικής αρχής, η οποία λειτουργεί ενιαία, καθολικά και αδιαίρετα για το σύνολο του λαού, άνευ εξαιρέσεων. Ο «συνταγματικός πατριωτισμός» θα μπορούσε να αποτελέσει και μια πρόταση για χώρες που ταλανίζονται από εθνικές συγκρούσεις ή εθνικές διαφορές και αντιπαραθέσεις και που αναζητούν τρόπους και διεξόδους νομικής περισσότερο και πολιτικής εν τέλει ρύθμισης της σύγκρουσης. Η περίπτωση της Κύπρου αποτελεί ένα ενδιαφέρον υπόδειγμα, με την έννοια του δέοντος, ενός τέτοιου φαινομένου, όπου η αναζήτηση προσέγγισης των δύο κοινοτήτων στο πλαίσιο της καλούμενης «διζωνικής ομοσπονδίας» δεν λαμβάνει σε καμιά περίπτωση το σύνολο του λαού υπόψιν, ούτε ένα Σύνταγμα που να καλύπτει το «συλλογικό υποκείμενο» ως όλον, αλλά έχει ως αφετηρία της την προσέγγιση δύο απολύτως αυτόνομων και αυτοτελών κοινοτήτων-οντοτήτων, οι οποίες θα οργανωθούν ως αυτόνομες οντότητες και θα συνδέονται με ένα κοινό σχήμα εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας στο ομοσπονδιακό επίπεδο, χωρίς όμως να προβλέπονται κανόνες κοινωνικής και πολιτικής δυάδας. Το πρόβλημα της Κύπρου από το '60 και εντεύθεν μπορεί να οφειλόταν εν πολλοίς στον εξωτερικό παρεμβατικό παράγοντα, ο οποίος από το 1974 και εντεύθεν εκδηλώνεται διά της τουρκικής εισβολής και κατοχής, αλλά πρέπει να ομολογήσουμε πως και στο Σύνταγμα του '60 η βασική δομή της Κυπριακής Δημοκρατίας επέβαλε την αυτοτελή, αυτόνομη και μοναχική πορεία της κάθε κοινότητας, ενώ δεν προβλεπόταν πουθενά η ύπαρξη ενός πολιτικού συνόλου δηλαδή ενός πολιτικού λαού. Στη συζήτηση που γίνεται σήμερα λοιπόν, η οποία βασίζεται στο ομοσπονδιακό μοντέλο της διζωνικότητας, οφείλουμε να απαλλαγούμε από την αντίληψη της νομικής και πολιτικής απόλυτης αυτονομίας και ξεχωριστής διαδρομής του καθενός αλλά να επιδιώξουμε, σκεπτόμενοι πολιτικά και με βάση το υπόβαθρο του «συνταγματικού πατριωτισμού», διατηρώντας πάντοτε την εθνική πολιτιστική ταυτότητα του καθενός, να βρούμε τη συνάντηση των δύο στο σύνολο του πολιτικού λαού. Ο λαός αυτός δύναται, μέσα από δράσεις και διαδράσεις πολιτικές που αναφέρονται στο κοινό κράτος και τις κοινές πολιτικές αξίες και τους νομικούς κανόνες ρύθμισης του «κοινού βίου», να αναπτύξει τη συνείδηση του ενιαίου πολιτικού λαού, ο οποίος θα υπερασπίζεται το ομοσπονδιακό κράτος του και το ενιαίο δημόσιο συμφέρον που προέρχεται από το κοινό κράτος. Αν δεν υπάρξουν οι πολιτικές και κοινωνικές δυνατότητες ανάπτυξης ενός ενιαίου συστήματος, που να είναι αποφασισμένοι όλοι οι πολίτες της Δημοκρατίας να υπερασπιστούν, ενός πλαισίου αξιών, αρχών και κανόνων, το όποιο ομοσπονδιακό κράτος δεν έχει μέλλον. Ενθυμούμαστε, τέλος, τη ρήση του Ερνστ Ρενάν, ο οποίος ήδη από τον περασμένο αιώνα μάς υπογράμμισε πως έθνος, και εν προκειμένω πολιτικό έθνος, υφίσταται ως καθημερινό δημοψήφισμα υποστήριξης της ύπαρξής του στο πλαίσιο ενός κοινού κράτους.
* Ο Χριστόδουλος Κ. Γιαλλουρίδης είναι Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.