Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013

Israel-Turkey Relations Sink to Low


After a brief courtship last spring, relations between Israel and Turkey have fallen to a new low, officials in both countries say, just as the two former allies are bracing for possible U.S. military action in neighboring Syria.
The breakdown in once-close military ties could be critical if the international community, led by the U.S., decides to attack in response to the alleged Syrian use of chemical weapons last week. A U.S. strike could trigger a retaliatory response by Syria against either of its neighbors, both close U.S. allies.
But officials in both countries confirm that political and military contacts are now limited. They say reconciliation talks meant to repair diplomatic ties have collapsed quietly, and military ties, once the centerpiece of the alliance, are minimal at best. The dire state of affairs was reflected last week when Turkey's Islamist prime minister, Recep Tayyip Erdogan, claimed that Israel was behind the recent military coup in Egypt, prompting condemnations from Israel and the U.S.
"The mood is so negative in the upper echelons of Turkey and Israel toward each other, it doesn't look like cooperation is possible," said Alon Liel, a former foreign ministry director general who served as Israel's top diplomat to Turkey in the 1980s.
Israel and Turkey, located on opposite sides of Syria, long enjoyed vibrant trade, tourism and military cooperation. Just a few years ago, Turkey sponsored indirect peace talks between Israel and Syria. But relations began to decline after Erdogan became prime minister in 2003. The Islamist Turkish leader gradually distanced himself from the Jewish state as he raised his profile in the Muslim world.
Ties took a serious downturn during Israel's military offensive in the Gaza Strip in late 2008, and turned to outright animosity after an Israeli naval raid on a Gaza-bound flotilla killed eight Turks and a Turkish-American in 2010. In one infamous incident, Israel's deputy foreign minister intentionally placed the Turkish ambassador on a low-seated couch at a public meeting in order to humiliate his guest.
President Barack Obama, visiting Israel last March, persuaded Israeli Prime Minister Benjamin Netanyahu to call Erdogan and apologize for the flotilla deaths. The apology, a key Turkish demand, was expected to lead the way to reconciliation and compensation to the families of the dead flotilla activists.
Netanyahu, who had previously rejected calls to apologize, cited the Syrian civil war as the reason for his about-face. In particular, Netanyahu pointed to Syria's chemical weapons stockpile as a threat to both countries.
Yet nearly six months later, the talks have ground to a halt, both sides say. One Israeli official familiar with the negotiations said the talks have "evaporated."
The official said the sticking point was not about compensation, but persistent Turkish demands that Israel go beyond its apology and accept greater responsibility for the bloodshed. He spoke on condition of anonymity because he was not authorized to discuss the matter with journalists.
Israeli defense officials paint a similar picture. The officials say that while Israel has honored pre-existing arms sales with the Turks, no significant deals have been signed since the flotilla incident. The close cooperation and joint training drills of the past no longer take place.

Διαβάστε περισσότερα...

Μετωπική σύγκρουση! | Neos Kosmos

Μετωπική σύγκρουση! | Neos Kosmos

Διαβάστε περισσότερα...

Turkey Admits Having Secret Identity Codes for Religious Minorities


Tuesday, August 27, 2013, 7:52 AM
Armenian Church in Istanbul
This story will strike many readers as odd, but it is nonetheless true. For decades, religious minorities in Turkey, especially Christians, have complained that the state assigns them secret identity codes. Christians maintain that government officials use the codes to discriminate against them when it comes to jobs, licenses, building permits, and so on. Of course, such discrimination would be illegal under Turkish law, which has banned religious discrimination since the Kemalist revolution. And complaints about secret identity codes surely must seem a bit paranoid to outsiders, a kind of conspiracy theory–though, given the genocide of Armenians and other Christians in Turkey 100 years ago, one could forgive Christians for being anxious.
The rumors turn out to be true, however. This month, for the first time, Turkey’s interior ministry acknowledged that the secret identity codes do, in fact, exist. When an Istanbul family tried to register its child at a local Armenian school recently, officials asked the family to prove it had the so-called “2” code. The family had never been notified of any code and inquired what the officials meant. The education ministry passed the buck to the interior ministry, which eventually acknowledged that it indeed categorizes religious minorities by secret numeric codes: “1” for Greek Orthodox Christians, “2” for Armenian Apostolic Christians, “3” for Jews, and so on. The family’s lawyer states that his clients are now “waiting for an official document saying, ‘Yes, your race code is ‘2,’ you can register in an Armenian school.’”
In acknowledging the secret classification system, the interior ministry said the information about religious identity comes from Ottoman records, which the ministry uses in order to help religious minorities exercise their rights under the Lausanne Treaty of 1923. With respect to education, for example, the ministry supplies the codes to school officials so that Armenians can attend Armenian schools. The government no longer collects information about religious or racial identity, the ministry claims.
Minority communities in Turkey are skeptical. If this was all on the up-and-up, why deny for so long that such codes exist? And why hide their existence from the so-called beneficiaries? After all, if the codes are meant to help minorities, you’d want to let the minorities know about them, not wait for local officials to reveal them by accident. And, given twentieth-century history, can anyone blame Christians in Turkey for thinking the codes are used to discriminate against them? The main opposition Republican People’s Party has threatened to make the issue of the secret codes a problem for the ruling AKP. “If this is true,” an opposition leader said, “it is fatal. It must be examined.” We’ll see.
Διαβάστε περισσότερα...

Ινφογνώμων Πολιτικά: Νταβούτογλου: Η Τουρκία θα συμμετάσχει σε οιοδήποτε κοινό μέτωπο κατά της Συρίας

Ινφογνώμων Πολιτικά: Νταβούτογλου: Η Τουρκία θα συμμετάσχει σε οιοδήποτε κοινό μέτωπο κατά της Συρίας

Διαβάστε περισσότερα...

Σενάριο βρετανο-αμερικανικού διζωνικού αλαλούμ λύσης...


27/08/2013 | Σημερινή
Την τουρκική διζωνική δεν επέβαλε ο Δρ Χ. Κίσινγκερ, αλλά οι Βρετανοί με τον τότε Υπ. Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν
Διαβάσαμε διάφορα τις τελευταίες μέρες για επαναφορά των Αμερικανών στο Κυπριακό. Κατ΄ αρχήν μας ενημέρωσε ο κ. Π. Παπανικολάου (πρώην πρόεδρος της Κυπριακής Ομοσπονδίας Αμερικής) με την παρουσία του στο συνέδριο των Αποδήμων στη Λευκωσία, «να είμαστε προετοιμασμένοι για μια λύση USA» και ότι «αυτήν τη φορά οι Αμερικανοί διπλωμάτες δηλώνουν ότι στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού θα έχουν την πρωτοβουλία των κινήσεων και όχι οι Βρετανοί και ότι αυτό εξηγεί ότι έχει ριφθεί ο κύβος και η Αμερική θα βάλει το βάρος της για λύση...» (Φιλελεύθερος/Νέα Λονδίνου, 20.8.2013).
Στις 23 Αυγούστου 2013, ο Αμερικανός Πρέσβης στη Κύπρο, εξοχότατος John Koenig, δήλωσε ότι η «λύση είναι εφικτή», τόνισε την υποστήριξή του στη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, και παράλληλα δεν ξέχασε να εισηγηθεί όπως η εκμετάλλευση των κυπριακών υδρογονανθράκων συνεχιστεί παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις ενώ ο διαμοιρασμός των κερδών να γίνει δίκαια ανάμεσα σε όλους τους Κυπρίους μετά τη λύση. Στις δε 25 Αυγούστου 2013, ο «Φιλελεύθερος» (Νέα Λονδίνου), με τίτλο «Σενάριο ενδιάμεσης συμφωνίας για λύση του Κυπριακού», πρόβαλε σκέψεις για προώθηση πλαισίου λύσης από τις ΗΠΑ. «Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ φαίνεται να εξετάζουν το ενδεχόμενο να σπρώξουν τις εξελίξεις προς την κατεύθυνση ενδιάμεσης συμφωνίας στα πρότυπα των Ιδεών Γκάλι».
Μια γνήσια πρωτοβουλία
Η θέση του κ. Παπανικολάου θα ήταν ευχή όλων αν αναλάμβαναν, πράγματι, μια γνήσια πρωτοβουλία οι Αμερικανοί στο Κυπριακό. Όμως, εξανεμίζεται η ευχή αυτή με την εμμονή τους στην τουρκο-βρετανική διζωνική και στα βρετανικά σχέδια εφόσον οι «Ιδέες Γκάλι» ήσαν βρετανικές κατά 200%. To είχαν ακόμα επιβεβαιώσει τη δεκαετία του 1990 με δηλώσεις τους και οι Γλ. Κληρίδης και Γ. Μάτσης... Άρα πώς μπορούν σήμερα οι βρετανικές «Ιδέες Γκάλι» να αποτελέσουν πρότυπο σεναρίου για μάλιστα όχι τελική λύση αλλά «ενδιάμεση», δηλαδή προσωρινή, δηλαδή περιπαίξιμο του χρόνου; Ούτως ώστε να εξασφαλίσουν οι Αμερικανοί τα οικονομικά τους συμφέροντα λόγω του φυσικού αερίου μας...
Το ελληνικό «διαλυμένο» λόμπι στις ΗΠΑ (βλέπε Σημερινή, 23.8.2013, Ποιοι διέλυσαν το ελληνικό λόμπι...) θα εξυπηρετούσε καλύτερα την Κύπρο μας αν, τώρα που τελικά συνεργάζεται με το εβραϊκό λόμπι, α) αποδεσμευόταν το ίδιο από τις τουρκο-βρετανικές διζωνικές και απαιτούσε από τις ΗΠΑ μια γνήσια διαρκή λύση που μόνο η απελευθερωτική λύση προσφέρεται για το νησί μας και β) να αποδεσμευόταν και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ από τη δική του βρετανική εξάρτηση όσον αφορά το Κυπριακό.
Ο Αμερικανός Πρέσβης είναι ακόμα πιο αποκαλυπτικός για την πραγματική θέση του ως προς τη λύση, όταν μιλά για δίκαιο διαμοιρασμό των κερδών ανάμεσα σε όλους τους Κυπρίους μετά τη λύση. Δηλαδή το 50% -50% με τα δύο «κράτη», όπως απαιτεί η Τουρκία και το παράνομο καθεστώς της στα κατεχόμενα!
Ορθότατα έγραψε ο αγαπητός Σ. Ιακωβίδης στη «Σημερινή» (22.8.2013) τα ακόλουθα για την τουρκική διζωνική. Η μόνη παράλειψη ήταν ότι το άρθρο γράφτηκε μια μέρα νωρίτερα από τη συνέντευξη του Αμερικανού Πρέσβη, αλλιώς θα έπρεπε να περιληφθεί και ο κ. John Koenig στο ίδιο καλάθι. «Είναι γνωστές, διαχρονικά, και αταλάντευτες οι τουρκικές θέσεις στο Κυπριακό. Εκ προοιμίου υποβάλλουν ότι, και νέα διαδικασία στο πρόβλημα, θα οδηγηθεί σε αποτυχία. Τι να εννοήσουμε, λοιπόν; Ότι στον βωμό της μη αποτυχίας των συνομιλιών, η ελληνική πλευρά θα ήταν διατεθειμένη να αποδεχτεί μια κάποια λύση; Όχι, λένε όλα τα κόμματα. Τότε, ας εξηγήσουν στους εμβρόντητους αποδήμους πώς συνδυάζεται αυτό το πολιτικό μνήμα του Αγίου Νεοφύτου, όπου όλα συμφύρονται, κυρίως η ρατσιστική, τουρκοφρενής, αντιδημοκρατική διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, με την ευρωπαϊκή ιδιότητα του κράτους, που πάμε να δημιουργήσουμε.
Αντί να παρατίθενται όλα αυτά τα ακαταλαβίστικα, πρωτοφανή, νεοφανή και κυρίως κενοφανή, γιατί δεν λέγεται στους αποδήμους μας πως η Κύπρος, ως ευρωπαϊκό κράτος, δεν αποδέχεται τίποτε λιγότερο από την εφαρμογή και στην περίπτωσή της του κοινοτικού κεκτημένου, του κοινοτικού και διεθνούς δικαίου, με σεβασμό θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων, αρχές στις οποίες και ο Ερντογάν ισχυρίζεται ότι αποβλέπει; Οι απόδημοι απαιτούν ξεκάθαρες θέσεις, όχι αυτόν τον λαβύρινθο αντι-θέσεων, που ούτε και οι διαπρύσιοι εκφραστές τους δεν αντιλαμβάνονται».
Επέβαλαν τη Διζωνική 
Να σημειώσω εδώ, για ιστορικούς λόγους, ότι την τουρκική διζωνική δεν επέβαλε ο Δρ Χ. Κίσινγκερ, αλλά οι Βρετανοί με τον τότε Υπ. Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν. Ο Κίσινγκερ τη δέχθηκε κατόπιν πιέσεων των Βρετανών και οι ιστορικές μαρτυρίες βρίσκονται στα βρετανικά έγγραφα μεταξύ Αυγούστου 1974 και Δεκεμβρίου 1974 με επιστολές Κίσινγκερ προς Κάλαχαν, που έχουμε ήδη δημοσιεύσει και δεν αποδέχονται αμφισβήτηση. Γι' αυτό και ο Μακάριος, μεταξύ Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου 1974, βασιζόταν πάνω στον Κίσινγκερ για πολυ-περιφερειακή. Όμως, οι Βρετανοί έπεισαν τον Κίσινγκερ και τον ευθυγράμμισαν να την υιοθετήσει και να την προωθεί προς τη δική μας πλευρά, βοηθώντας τους στην πολιτική τους...
ΦΑΝΟΥΛΑ ΑΡΓΥΡΟΥ
Ερευνήτρια, συγγραφέας
Διαβάστε περισσότερα...

Ινφογνώμων Πολιτικά: Τα τρία γενικά σενάρια "επίλυσης" της συριακής κρίσης

Ινφογνώμων Πολιτικά: Τα τρία γενικά σενάρια "επίλυσης" της συριακής κρίσης

Διαβάστε περισσότερα...

«Η δολοφονία του Μπράχμι είχε στόχο την Αραβική Άνοιξη» δήλωσε ο πρόεδρος της Τυνησίας

Ο πρόεδρος της Τυνησίας Μονσέφ Μαρζούκι εκτίμησε απόψε ότι η δολοφονία του βουλευτή της αντιπολίτευσης Μοχάμεντ Μπράχμι είχε ως στόχο να καταδείξει την αποτυχία της Αραβικής Άνοιξης.

«Οι υπεύθυνοι αυτής της τραγωδίας θέλουν να δείξουν ότι η Τυνησία δεν είναι μια ειρηνική χώρα (...), ότι η Αραβική Άνοιξη έχει αποτύχει παντού», είπε ο Μαρζούκι, φανερά συγκινημένος. Ο πρόεδρος εξέφρασε επίσης τη «βαθιά οδύνη» του για «τη δεύτερη εθνική καταστροφή» μετά τη δολοφονία, στις 6 Φεβρουαρίου, του στελέχους της αντιπολίτευσης Σόκρι Μπελαΐντ που βύθισε την Τυνησία στη χειρότερη κρίση της τα τελευταία χρόνια.
"Θεωρώ ότι αυτοί που διέπραξαν αυτό το ειδεχθές έγκλημα ανήμερα της γιορτής της Δημοκρατίας, κατά τη διάρκεια του ιερού μήνα του Ραμαζανιού, δεν είναι δικοί μας, δεν είναι αληθινοί μουσουλμάνοι σε καμία περίπτωση» τόνισε. «Αυτοί που διέπραξαν αυτό το έγκλημα ξέρουν ότι βρισκόμαστε στην τελική ευθεία της δημοκρατικής μετάβασης, ότι επρόκειτο να ανακοινωθεί η ημερομηνία των εκλογών», συνέχισε υποσχόμενος ότι «η μεταβατική περίοδος θα ολοκληρωθεί εγκαίρως».
Ο πρόεδρος αναφερόταν στο έργο της συνταγματικής εθνοσυνέλευσης που ετοιμάζει το νέο Σύνταγμα της χώρας, η έγκριση του οποίου θα ανοίξει το δρόμο για τη διεξαγωγή εκλογών.
Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός Άλι Λάραγεντ καταδίκασε τη δολοφονία του Μπράχμι αλλά και τις διαδηλώσεις και το κάλεσμα σε «πολιτική ανυπακοή» που ακολούθησαν την είδηση του θανάτου του βουλευτή.
"Η τραγωδία αυτή δεν πρέπει να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης για να προκληθούν ταραχές» είπε ο πρωθυπουργός ζητώντας να επικρατήσει ηρεμία δεδομένου ότι «λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση της δολοφονίας ορισμένες φωνές προέτρεψαν τους Τυνήσιους να αλληλοσκοτωθούν». Ο Λάραγεντ αναφερόταν στις διαδηλώσεις που οργανώθηκαν εναντίον του ισλαμιστικού κόμματος Ενάχντα, το οποίο η οικογένεια του Μπράχμι κατηγόρησε ότι ευθύνεται για τη δολοφονία του πολιτικού.
Ο Λάραγεντ ανέφερε ότι διέταξε να ενισχυθεί η αστυνομική δύναμη ώστε να συλληφθούν οι δολοφόνοι και υποσχέθηκε ότι θα εφαρμοστεί ο νόμος εναντίον όσων υποδαυλίζουν τη βία.
Διαβάστε περισσότερα...

Νέα εστία έντασης στη Μέση Ανατολή λόγω των Κούρδων



Πώς θα αλλάξει τον χάρτη της περιοχής ενδεχόμενη δημιουργία κουρδικού κράτους
Το Κουρδιστάν είναι στα πρόθυρα να γίνει το νέο σημείο ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή. Οι Κούρδοι αποζητούν εδώ και καιρό την αυτονομία τους και ο συριακός εμφύλιος πόλεμος έφερε νέες ευκαιρίες, ώστε να καταφέρουν να επιτύχουν τον στόχο τους. Αφού στάθηκαν για αρκετό διάστημα στο περιθώριο της συριακής επανάστασης, οι πολιτικές ομάδες της κουρδικής μειονότητας της Συρίας έχουν κινηθεί αποφασιστικά για να καταλάβουν τις περιοχές όπου κατοικούν κυρίως Κούρδοι. Τον Ιούλιο του 2012, ακτιβιστές των αντικαθεστωτικών δυνάμεων της Συρίας ανακοίνωσαν ότι μία ομάδα με την ονομασία «Ελεύθερος Κουρδικός Στρατός» είχε καταφέρει να πάρει τον έλεγχο αρκετών πόλεων στα βορειοανατολικά της χώρας, κοντά στα τουρκικά σύνορα, όπως στις περιοχές Αμούντα και Καμπανί.
Ελάχιστοι αναλυτές έδωσαν προσοχή σε αυτή την εξέλιξη τότε, αφού οι περισσότεροι παρατηρητές είχαν επικεντρωθεί στην κατάσταση αποσύνθεσης του καθεστώτος Ασαντ. Σήμερα για πρώτη φορά στη σύγχρονη συριο-κουρδική ιστορία, οι Κούρδοι έχουν δημιουργήσει έναν αποκλειστικά ελεγχόμενο από τους ίδιους θύλακα.
Οι απελευθερωμένες από τους Κούρδους περιοχές διοικούνται από τοπικά συμβούλια και οι Κούρδοι εκπρόσωποι έχουν διαμηνύσει ότι σχεδιάζουν να δημιουργήσουν μία προσωρινή κουρδική κυβέρνηση, εξαιτίας της απουσίας κεντρικής εξουσίας. Οι Κούρδοι έχουν αντιμετωπίσει αντιστάσεις, όχι μόνο από το καθεστώς του Ασαντ, αλλά και από τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις.
Οι τζιχαντιστές της Τζάμπχατ αλ-Νούσρα είναι έτοιμοι να πολεμήσουν για να διατηρήσουν τον έλεγχο των περιοχών κοντά στα συριακά σύνορα με την Τουρκία και το Ιράκ, ώστε να διασφαλίσουν τον ανεφοδιασμό τους με όπλα.
Τα σύνορα, ωστόσο, δεν είναι λιγότερο σημαντικά για τους Κούρδους. Γι’ αυτούς, ο έλεγχος των συνοριακών περιοχών σημαίνει ότι θα μπορούσε να υπάρξει εδαφική συνέχεια ανάμεσα στο συριακό, το ιρακινό, το τουρκικό και πιθανώς το ιρανικό Κουρδιστάν - απαραίτητη συνθήκη για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου και ενωμένου κουρδικού κράτους.
Τα νέα της σύγκρουσης ανάμεσα στους Κούρδους της Συρίας και τους τζιχαντιστές εξαπλώνονται στα ανατολικά του Ιράκ. Ο πρόεδρος του ιρακινού Κουρδιστάν, Μασούντ Μπαρζανί άκουσε φήμες ότι οι οπαδοί της τζιχάντ λεηλατούσαν τα κουρδικά χωριά και κρατούσαν εκατοντάδες Κούρδους αιχμαλώτους. Για πρώτη φορά μετά την έναρξη του συριακού εμφυλίου ο Μπαρζανί απείλησε με παρέμβαση εκ μέρους των Κούρδων της Συρίας.
Είπε ότι εάν οι Κούρδοι βρίσκονταν «υπό την απειλή του θανάτου και της τρομοκρατίας» τότε το ιρακινό Κουρδιστάν ήταν «έτοιμο να τους υπερασπισθεί». Ο Μπαρζανί κατηγόρησε την Αλ Κάιντα για τη σφαγή αθώων γυναικών και παιδιών και κάλεσε όλες τις κουρδικές ηγεσίες να κατευθυνθούν προς τη Συρία -«Δυτικό Κουρδιστάν», όπως τη χαρακτήρισε- ώστε να επιβεβαιώσουν τα τραγικά γεγονότα.
Αμέσως μετά την ανακοίνωση του Μπαρζανί, οι Κούρδοι του Ιράν ανακοίνωσαν ότι ήταν έτοιμοι για μάχη. Η ιρανική πτέρυγα του κουρδικού εργατικού κόμματος, γνωστό και ως Κόμμα της Ελεύθερης Ζωής, σχολίασε ότι ήταν έτοιμη να στείλει τους άντρες της για να συνταχθούν με τα «αδέλφια» τους στον πόλεμο κατά των τζιχαντιστών.
Ο Ιρακινός πρόεδρος Νούρι αλ-Μαλίκι έχει εκφράσει την ανησυχία του για την κατάσταση. Ο ίδιος σχολίασε ότι μια εθνική σύγκρουση θα ήταν καταστροφική για τα συμφέροντα όλων, εννοώντας ότι το Ιράκ δεν θα συμφωνούσε με την εγκαθίδρυση μίας κουρδικής ενότητας στα σύνορά του. Μια ακόμη οργάνωση των Κούρδων της Συρίας, το Κόμμα της Δημοκρατικής Ενωσης (PYD), έχει ιδρύσει τις λεγόμενες «αμυντικές μονάδες του λαού», που πολεμούν κατά των οπαδών της τζιχάντ.
Το PYD διαθέτει μία μοναδικότητα ανάμεσα στις άλλες κουρδικές ομάδες για έναν σημαντικό λόγο: οι ιστορικοί δεσμοί του με το PKK, που θεωρείται από την Τουρκία και τις ΗΠΑ τρομοκρατική οργάνωση. Οι Τούρκοι που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση με το PKK εδώ και δεκαετίες, παρακολουθούν με αυξανόμενη ανησυχία τις εξελίξεις στη Συρία.
Η τουρκική κυβέρνηση έστειλε μια κάθετη προειδοποίηση: «Δεν θα επιτρέψουμε σε τρομοκρατικές ομάδες να εγκαταστήσουν στρατόπεδα στη βόρεια Συρία και να απειλήσουν την Τουρκία». Οι Τούρκοι ανησυχούν ότι η ανάδυση ενός «Μεγάλου Κουρδιστάν» δεν αποτελεί πλέον μία μακρινή πιθανότητα.
Αυτή η πραγματικότητα δημιουργεί μεγάλες προκλήσεις όχι μόνο για την Τουρκία, αλλά και για τις άλλες περιοχές που φιλοξενούν μεγάλους κουρδικούς πληθυσμούς: το Ιράκ, τη Συρία και το Ιραν.
Το Κουρδιστάν αποτελεί μία πιθανή γέφυρα για τις πολλές συγκρούσεις της Μέσης Ανατολής. Οποια δύναμη καταφέρει να ελέγξει τα σύνορα ανάμεσα στο Ιράκ, τη Συρία και την Τουρκία θα μπορεί να ελέγξει και τους δρόμους ανεφοδιασμού του Κουρδιστάν. Με όλα αυτά τα ανταγωνιζόμενα συμφέροντα, είναι εύκολο να δει κανείς γιατί η μοίρα του Κουρδιστάν θα βοηθήσει στον σχεδιασμό του μέλλοντος της Μέσης Ανατολής.
*Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του ειδησεογραφικού πρακτορείου Blooberg από τον Jacques Neriah, ο οποίος υπήρξε συνταγματάρχης του ισραηλινού στρατού και σύμβουλος του πρωθυπουργού Ράμπιν.
Διαβάστε περισσότερα...

Η Συμφωνία της Αγκυρας



Ελλάδα, Τουρκία και Γιουγκοσλαβία υπέγραψαν συνθήκες φιλίας
και συνεργασίας που απεδείχθησαν θνησιγενείς
60 χρόνια πριν
Της Δώρας Γκότα-Σμυρνιούδη*
Τον Φεβρουάριο του 1953 έκπληκτη η διεθνής κοινότητα παρακολουθούσε τις διπλωματικές επαφές μεταξύ της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας του Τίτο και δύο μελών του ΝΑΤΟ, της Ελλάδας και της Τουρκίας, για δημιουργία περιφερειακής στρατιωτικής συμμαχίας στα Βαλκάνια. Και μπορεί στη σημερινή εποχή, που ο Ψυχρός Πόλεμος έχει λήξει, η προσέγγιση κρατών με διαφορετικό ιδεολογικό υπόβαθρο να μην προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον, το 1953 όμως φάνταζε ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Την εποχή εκείνη η σύγκρουση Ανατολής και Δύσης δεν ήταν μόνο θεωρητική, αφού ο πόλεμος της Κορέας, που είχε ξεσπάσει τον Ιούνιο του 1950 και διαρκούσε ακόμη, με την εμπλοκή πολυεθνικής δύναμης του ΟΗΕ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και κομμουνιστικών κινεζικών στρατευμάτων να αποτελεί την πρώτη μεγάλης εμβέλειας σύρραξη μεταξύ των δύο συνασπισμών.
Η προσέγγιση της Αθήνας, του Βελιγραδίου και της Αγκυρας δεν θα μπορούσε βέβαια να έχει επιτευχθεί αν η ρήξη Τίτο-Στάλιν το καλοκαίρι του 1948 δεν είχε οδηγήσει στην αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Cominform, αλλάζοντας τα διεθνή και βαλκανικά δεδομένα. Ο Γιουγκοσλάβος ηγέτης προσέγγισε τόσο τις μεγάλες δυτικές δυνάμεις όσο και τις βαλκανικές συμμάχους τους για την ανεύρεση στρατηγικών εταίρων και την εξασφάλιση οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας. Οι προσπάθειές του να διασώσει το καθεστώς του στον διπολικό κόσμο της εποχής συμπαρέσυραν δυτικές δυνάμεις και όμορα κράτη σε ένα παιχνίδι λεπτών διπλωματικών χειρισμών και επίδειξης πολιτικής δεξιότητας.
Στα τέλη του 1950, ο Ελληνας πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών Σοφοκλής Βενιζέλος, παραμερίζοντας το αρνητικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί στις σχέσεις των δύο κρατών λόγω της ανακίνησης του «μακεδονικού» ζητήματος και της ενεργού εμπλοκής του γιουγκοσλαβικού καθεστώτος στην πρώτη φάση του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, ανέλαβε την πρωτοβουλία προσέγγισης του Βελιγραδίου και πέτυχε την πλήρη αποκατάσταση διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών. Η κίνηση αυτή εγκαινίασε μια περίοδο διμερών επαφών με τη διενέργεια εκατέρωθεν επισκέψεων πολιτικών αντιπροσωπειών, η οποία έγινε ουσιαστικότερη με την εκλογική νίκη του αρχιστράτηγου Παπάγου τον Νοέμβριο του 1952.
Ο νέος πρωθυπουργός εκτιμούσε ως επείγουσα την ανάγκη συνομιλιών με τη Γιουγκοσλαβία ώστε να υπάρχει δυνατότητα ανάσχεσης πιθανής σοβιετικής επίθεσης. Τις ίδιες απόψεις συμμεριζόταν και ο Τούρκος πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές, ο οποίος, μετά την επίτευξη της εισόδου της χώρας του στο ΝΑΤΟ τον Φεβρουάριο του 1952, αποφάσισε να ενσωματώσει στην ατζέντα της εξωτερικής του πολιτικής τη στρατιωτική προσέγγιση της Γιουγκοσλαβίας και να συντονίσει τις προσπάθειές του με αυτές της Αθήνας. Οι δύο ηγεσίες πίστευαν ότι η είσοδος της Γιουγκοσλαβίας στο ΝΑΤΟ, ως πλήρους μέλους, θα ενδυνάμωνε τη νοτιο-ανατολική πτέρυγά του.
Μυστικές συνομιλίες μεταξύ των τριών Γενικών Επιτελείων
Οι μυστικές ελληνοτουρκικές επαφές οδήγησαν σε έναρξη συνομιλιών μεταξύ των Γενικών Επιτελείων των τριών κρατών που έλαβαν χώρα σε δύο γύρους, τον Σεπτέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1952. Και ενώ τον Σεπτέμβριο το Βελιγράδι δεν φαινόταν διατεθειμένο να προχωρήσει πέρα από εθιμοτυπικές επαφές, τον Δεκέμβριο η στάση της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας ήταν εντελώς διαφορετική: οι Γιουγκοσλάβοι αξιωματικοί δήλωσαν ότι επιθυμούν την έναρξη συγκεκριμένου κοινού στρατιωτικού σχεδιασμού και ήταν έτοιμοι να αποκαλύψουν τα επιτελικά τους σχέδια. Η αιτία της αλλαγής της γιουγκοσλαβικής πολιτικής, που τόσο προβλημάτισε τους Ελληνες και Τούρκους ιθύνοντες, θα πρέπει να αναζητηθεί στην αποτυχία των παράλληλων στρατιωτικών συνομιλιών του Βελιγραδίου με τις δυτικές δυνάμεις, και συγκεκριμένα με την αντιπροσωπεία υπό τον στρατηγό Τόμας Χάρντι, λεπτομέρειες των οποίων δεν γνώριζαν ούτε η Αθήνα ούτε η Αγκυρα. Οπως αναφέρει ο Τζορτζ Αλλεν, πρέσβης των ΗΠΑ στο Βελιγράδι εκείνη την περίοδο «η αυξημένη δεκτικότητα των Τούρκων και των Ελλήνων στη διεύρυνση του πεδίου των συνομιλιών σε αντίθεση με τα στενά πλαίσια των όρων αναφοράς του Χάρντι, ειδικά στο πολιτικό πεδίο, θεωρούμε ότι παρακίνησε τον Τίτο να αρχίσει τη διαδικασία της ένταξης στην ομπρέλα του ΝΑΤΟ με την απόπειρα να εξασφαλίσει συμμαχίες προς τον Νότο».
Ο Τίτο, βέβαια, δεν φαινόταν διατεθειμένος να αλλάξει την πολιτική τής μη συμμετοχής του στο ΝΑΤΟ, την οποία είχε υιοθετήσει μετά την αποπομπή του από την Cominform. Απλώς επιζητούσε συμμάχους έναντι μιας πιθανής επίθεσης από τη Σοβιετική Ενωση και τις σύμμαχες χώρες της, καθώς δεν επιθυμούσε, σε καμία περίπτωση, να δει τη χώρα του απομονωμένη, παθητικό παρατηρητή ανάμεσα σε έναν ισχυρό ανατολικό συνασπισμό και σε μία δυτική Ευρώπη η οποία την περίοδο εκείνη συζητούσε τις δυνατότητες πολιτικής και στρατιωτικής ενοποίησής της. Ισως στο μυαλό του Τίτο είχαν αρχίσει να δημιουργούνται οι πρώτες σκέψεις για το Κίνημα των Αδεσμεύτων που αποτέλεσε τον βασικό άξονα της πολιτικής του τα επόμενα χρόνια. Με τον Στάλιν όμως να ηγείται ακόμα της Σοβιετικής Ενωσης, η Γιουγκοσλαβία χρειαζόταν ερείσματα στον δυτικό κόσμο, από την οικονομική και στρατιωτική βοήθεια του οποίου εξαρτιόταν η επιβίωση του καθεστώτος της. Μετά την αποτυχία της αποστολής Χάρντι, o Τίτο έδειξε την προτίμησή του στη σύναψη ενός περιφερειακού συμφώνου πολιτικής ή στρατιωτικής μορφής, το οποίο θα μπορούσε στο μέλλον να ενισχυθεί με διάφορες ρυθμίσεις που να αφορούν σε άλλους τομείς.
Στροφή λόγω ανασφάλειας
Ως αποτέλεσμα, στα τέλη του 1952 και τις αρχές του 1953 έντονη διπλωματική δραστηριότητα μεταξύ των τριών κρατών οδήγησε στην υπογραφή Συμφωνίας Φιλίας και Συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Γιουγκοσλαβίας, την 28η Φεβρουαρίου 1953, γνωστής έκτοτε ως Συμφωνίας της Αγκυρας, από τον τόπο υπογραφής της. Αν και δεν αποτελεί κείμενο στρατιωτικής συμμαχίας «έχει συνταχθεί στο πνεύμα στρατιωτικής συμμαχίας», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε σε συνέντευξή του ο αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης Εμμανουήλ Τσουδερός. Θεωρήθηκε ένδειξη αλλαγής της πολιτικής Τίτο, η οποία θα οδηγούσε σταδιακά σε μεγαλύτερη σύνδεσή του με τον δυτικό συνασπισμό. Ο ίδιος ο Τίτο επιβεβαίωνε τη νέα θέση της χώρας του στη διεθνή σκηνή σε συνέντευξή του στις 9 Μαρτίου 1953: «Η Γιουγκοσλαβία εγκατέλειψε την πολιτική της πλήρους μη δέσμευσης λόγω ανασφάλειας της διεθνούς σκηνής».
Η μετέπειτα πορεία διέψευσε τις προσδοκίες
Αμέσως μετά, τον Μάρτιο του 1953, έφθασαν τα απρόσμενα νέα του θανάτου του Στάλιν που άλλαξαν τα διεθνή δεδομένα. Η νέα ηγεσία της Σοβιετικής Ενωσης με πρωθυπουργό αρχικά τον Γκεόργκι Μαλένκοφ, εγκαινίασε έναντι της Δύσης μια πολιτική ειρηνικής συνύπαρξης, σύμφωνα με την οποία ο ανταγωνισμός των δύο πολιτικών συστημάτων θα γινόταν πλέον με ειρηνικά μέσα. Η σοβιετική «επίθεση ειρήνης» έγινε αντιληπτή και στα Βαλκάνια με την πραγματοποίηση διπλωματικού ανοίγματος προς τη Γιουγκοσλαβία. Επειτα από μια νέα περίοδο γιουγκοσλαβικών δισταγμών, τα τρία κράτη που είχαν υπογράψει τη Συμφωνία της Αγκυρας υπέγραψαν τελικά και στρατιωτική συμμαχία τον Αύγουστο του 1954: τη Συνθήκη Συμμαχίας, Πολιτικής Συνεργασίας και Αμοιβαίας Βοήθειας, γνωστής έκτοτε ως συμμαχίας του Μπλεντ, από την γιουγκοσλαβική πόλη στην οποία υπεγράφη.
Η πορεία, όμως, δεν ήταν ανάλογη της διεθνούς δημοσιότητας που δόθηκε στην υπογραφή των Βαλκανικών Συμφώνων της Αγκυρας και του Μπλεντ, αλλά ούτε και στις προσδοκίες των ηγεσιών των συμμετεχόντων. Η έλλειψη εμπιστοσύνης που κυριαρχούσε στις μεταξύ τους σχέσεις δυναμίτισε τις όποιες προσπάθειες συνεργασίας, οι οποίες περιορίστηκαν σε ζητήματα πολιτιστικού και τουριστικού, μόνο, ενδιαφέροντος. Το κλίμα δυσπιστίας αποκαλύπτεται πλήρως από τη μελέτη των πρακτικών της συσταθείσης Γραμματείας των Συμφώνων. Προτάσεις που έμειναν στα χαρτιά, ελλιπής στελέχωση διαφόρων Επιτροπών συνεργασίας λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος από τις κυβερνήσεις των τριών κρατών, εντάσεις και διάσταση απόψεων ακόμη και μεταξύ αντιπροσώπων του ίδιου κράτους!
Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι τα Βαλκανικά Σύμφωνα απέτυχαν να υλοποιήσουν τους στόχους τους, και βυθίστηκαν στη λήθη. Οι τρεις σύμμαχοι έστρεψαν την προσοχή τους σε νέους στόχους: η Γιουγκοσλαβία μπόρεσε να χαράξει τη δική της πορεία που την οδήγησε στην πολιτική της ουδετερότητας. Η περιπέτεια που ξεκίνησε ως προσωπική διαμάχη με τον Στάλιν εξελίχθηκε τελικά σε ένα ολόκληρο κίνημα που συσπείρωσε κράτη της Αφρικής και της Ασίας και ευαγγελιζόταν τις αρχές της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών. Η Τουρκία έστρεψε το ενδιαφέρον της προς τη Μέση Ανατολή, επιζητώντας να παίξει σημαίνοντα ρόλο στα δρώμενα της περιοχής και να αναδειχθεί ως ισότιμος εταίρος των δυτικών συμμάχων. Η Ελλάδα, τέλος, αναλώθηκε σε έναν απέλπιδα αγώνα επίλυσης του καυτού προβλήματος του Κυπριακού που αναζωπυρώθηκε την ίδια περίοδο. Τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1955, με τις διώξεις του ελληνικού στοιχείου στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, κορύφωσαν την κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και οδήγησαν σε στασιμότητα όλους τους τομείς της βαλκανικής συμμαχίας. Στην ουσία, αποτέλεσαν την ταφόπετρα ενός ήδη νεκρού συμφώνου.
* Η κ. Δώρα Γκότα-Σμυρνιούδη είναι διδάκτωρ Νεώτερης Ιστορίας και εμπειρογνώμων στο υπουργείο Εξωτερικών.
Διαβάστε περισσότερα...

Στο χείλος της αβύσσου η Αίγυπτος



Αν ο στρατηγός Ελ Σίσι φιλοδοξεί να γίνει ένας νέος Νάσερ και όχι ένας Αιγύπτιος Μαντέλα, η χώρα του θα οδηγηθεί στο κενό
The New York Times
Από όλες τις ανησυχητικές εικόνες που μας ήρθαν από την Αίγυπτο αυτές τις μέρες, καμία δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη από εκείνες των νεκρών αμάχων. Σχεδόν εξίσου ανησυχητικό, όμως, ήταν το βίντεο με το όχημα της Αστυνομίας που έπεσε στον Νείλο από τη γέφυρα της 6ης Οκτωβρίου, στο κέντρο του Καΐρου. Ηταν μια μικρογραφία της αποσύνθεσης στην οποία οδηγείται μια χώρα, η οποία αν και βρίσκεται αντιμέτωπη με τεράστιες περιβαλλοντικές και δημογραφικές προκλήσεις, αν και χρειάζεται επειγόντως ανάπτυξη και αναστήλωση των υποδομών της, θα έλεγε κανείς ότι έχει βαλθεί να καταστρέψει τον εαυτό της.
Το πιο απογοητευτικό είναι ότι δεν φαίνονται στον ορίζοντα ούτε η ηγεσία, ούτε το στρατηγικό όραμα που θα μπορούσαν να αντιστρέψουν αυτές τις τάσεις. Οι Αιγύπτιοι σήμερα καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε έναν στρατό που μοιάζει να επιδιώκει την επιστροφή της χώρας στο 1952, όταν οι ένοπλες δυνάμεις για πρώτη φορά ανέλαβαν την εξουσία και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, οι οποίοι οραματίζονται την επιστροφή στο 622, την εποχή που γεννήθηκε το Ισλάμ. Λες κι αυτοί οι δύο δρόμοι θα μπορούσαν να απαντήσουν στις ασθένειες της σημερινής Αιγύπτου.
Απουσία εμπειριών
Οι λαοί της Ανατολικής Ευρώπης είχαν αποκτήσει εμπειρίες δημοκρατικής διακυβέρνησης στον Μεσοπόλεμο. Ετσι, όταν έπεσε ο κομμουνισμός το 1989, με τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης πέρασαν εύκολα στον δημοκρατικό καπιταλισμό. Οι λαοί της Ανατολικής Ασίας κυβερνιούνταν επί δεκαετίες από δικτάτορες οι οποίοι, ωστόσο, ήταν εκσυγχρονιστές.
Με την ανάπτυξη της Οικονομίας και της Παιδείας, δημιουργήθηκε μια ευρεία, μορφωμένη μεσαία τάξη, η οποία τελικά ανέλαβε με ειρηνικό τρόπο την εξουσία.
Ο αραβικός κόσμος δεν είχε ιστορικές εμπειρίες δημοκρατίας, οι οποίες θα μπορούσαν να ανθήσουν και πάλι αρκετά γρήγορα, ούτε εκσυγχρονιστές, αυταρχικούς ηγέτες, οι οποίοι θα διευκόλυναν μια σταδιακή μετάβαση στη δημοκρατία. Επιπλέον, δεν διέθεταν μια Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία θα λειτουργούσε ως πρότυπο και ως μαγνήτης.
Τούτων δοθέντων, όταν η «αραβική αφύπνιση» τίναξε το καπάκι των απολυταρχικών καθεστώτων, δεν υπήρχε κάποιο προοδευτικό κίνημα ευρείας λαϊκής βάσης, ικανό να αναμετρηθεί αποτελεσματικά με τις δύο εκδοχές του γνώριμου παλιού: τον στρατό και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Ο στρατηγός Αμπντουλφατάχ Ελ Σίσι εγκατέστησε μια κυβέρνηση, στους κόλπους της οποίας περιλαμβάνονταν ορισμένοι καλοί πολιτικοί. Προτού όμως αυτή η κυβέρνηση κάνει τα πρώτα βήματά της, στρατός και Αστυνομία εξαπέλυσαν εκστρατεία αποκεφαλισμού των Αδελφών Μουσουλμάνων, η οποία συνοδεύτηκε από την αποτρόπαιη σφαγή εκατοντάδων αόπλων πολιτών. Οι ισλαμιστές προκάλεσαν ορισμένα από αυτά τα επεισόδια, ευτυχείς που απέκτησαν «μάρτυρες» ώστε να απονομιμοποιήσουν το στρατιωτικό καθεστώς. Επιπλέον, συμπαθούντες της Αδελφότητας έκαψαν περίπου 40 χριστιανικές εκκλησίες και σκότωσαν αστυνομικούς.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, οι Αιγύπτιοι βρίσκονται και πάλι διχασμένοι μεταξύ των δύο παλιών, κακών επιλογών. Βρισκόμαστε στο δώδεκα και πέντε. Ο στρατηγός Σίσι οφείλει να δώσει πραγματική εξουσία στην κυβέρνηση που διόρισε, με αποστολή το άνοιγμα ενός τρίτου δρόμου - μια πραγματικά εκσυγχρονιστική διακυβέρνηση, αντιπροσωπευτική όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων.
Αυτό ήταν το νόημα της επανάστασης του 2011. Αν ο Σίσι απομακρυνθεί από αυτό το όραμα, όπως έκαναν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, αν μοναδική φιλοδοξία του είναι να γίνει ένας νέος Νάσερ και όχι ένας Αιγύπτιος Μαντέλα, η Αίγυπτος θα πέσει στο κενό.
Διαβάστε περισσότερα...

Mediterranean Gas Find: A Chance for U.S. to Break with Turkey


The future lies in Israeli, Cypriot, and Greek cooperation on newly discovered natural gas fields.

The strategic and energy-rich region beginning in the eastern Mediterranean and stretching 600 miles east into Central Asia straddles three continents, from Libya to Azerbaijan. The region is undergoing changes as large as those that Dickens described between London and revolutionary Paris. Huge energy deposits have been discovered at the same time that political upheavals roil the area. In this cauldron, the United States faces serious challenges and opportunities.
Politics and alliances in the eastern Mediterranean are shifting, and the region’s security framework is splintering. The region is now divided as much within the Muslim world as between it and the non-Muslim states.A new order is emerging as a result of three major events: the redrawing of the region’s hydrocarbon map, with the discovery of substantial hydrocarbon deposits in the Cypriot and Israeli exclusive economic zones; Turkey’s adoption of a hostile neo-Ottoman ideology to guide it in the 21st century; and the “Arab Spring.” At the mid-point of this political shift, Greece and Cyprus — coordinating with Israel — have remained the principal states in the region that are friendly to the West. When volatility and fear are on the rise, predictability becomes especially prized.
Διαβάστε περισσότερα...

In China, an Unprecedented Demographic Problem Takes Shape

In China, an Unprecedented Demographic Problem Takes Shape

Διαβάστε περισσότερα...

Turkey’s Pariah Sultan?

By  Benjamin Weinthal

Jerusalem —Yesterday, Katherine Connell covered in this space the Turkish prime minister Recep Tayyip Erdogan’s crackpot statements blaming Israel and the French Jewish philosopher Bernard-Henri Lévy for the military coup in Egypt.
The decline of Erdogan’s brand of political Islamism mixed with electoral democracy is hardly surprising. He showed pure contempt for democratic protests in Turkey, terming the demonstrators’ demands for less Islamism a result of an external “Interest-rate lobby” — a classic anti-Jewish trope.
The anti-Erdogan protests prompted The Economist to headline its June story on Erdogan: “Democrat or Sultan?”
However, his hardcore anti-democratic credentials were largely ignored by the Obama administration and the EU before the June protests. According to a reportissued last year by the Committee to Protect Journalists, Erdogan’s government “imprisoned more journalists than China and Iran combined.” Turkey is the world champion in gutting press freedoms.
Erdogan’s pathological obsession with Jews and Israel has marked nearly half of his term in office since 2003. A telling recent example from February: He called Zionism — the founding political philosophy of the Jewish state — “a crime against humanity.”
A prime minister animated by anti-Semitic thinking and statements, to put it mildly, does not lend himself to a democratic governing structure. 
Over at the Wall Street Journal’s Middle East Real Time Blog, the authors write that Erdogan has earned a growing pariah status because he “ has struck an increasingly anti-U.S., anti-Western, anti-Semitic and, since Tuesday, also an anti-Arab tone.”
The Jerusalem Post’s veteran reporter Herb Keinon wrote on Tuesday, “Even Turkey’s Hurriyet Daily News seems to be tiring somewhat of Erdogan’s anti-Israel rants and conspiracy theories. The lead to an article on Erdogan’s comments Tuesday that appeared on the paper’s website began with the words, ‘Prime Minister Recep Tayyip Erdogan went back on the warpath August 20, accusing one of Ankara’s most prominent bogeymen, Israel, of complicity in overthrowing Egyptian president Mohamed Morsi.”’
Erdogan’s model of political Islam is stumbling on both legs. A significant segment of the Turkish population rejects his authoritarianism. His foreign policy of “zero problems with neighbors” has turned out to be a largely hollow goal.
His enthusiastic support for both the radical Islamic terrorist group Hamas in the Gaza Strip — and the Egyptian Muslim Brotherhood movement — has damaged Turkey’s foreign policy.
 Erdogan’s blunders have left him and his Justice and Development Party (AKP) in a more vulnerable position than at any time in its history. Will the Obama administration and its allies capitalize on the opportunity to influence a change in Erdogan’s anti-democratic rule?

Διαβάστε περισσότερα...

Erdogan’s Israel-Bashing Imperils Turkey’s Energy Hub Dreams

Turkish Prime Minister Recep Tayyip Erdogan’s anti-Israel rhetoric is jeopardizing his ambition to make Turkey a regional energy hub.
Erdogan linked Israel on Aug. 20 to the Egyptian army’s overthrow of Islamist former President Mohamed Mursi, prompting rare condemnation from the U.S. of its only Muslim-majority ally in the North Atlantic Treaty Organization. Turkey cut diplomatic ties with Israel in 2010 after Israeli soldiers raided an aid ship seeking to break the blockade of the Gaza Strip in 2010, killing nine Turks on board.
Διαβάστε περισσότερα...

Turkey's Erdogan: A Smart Man With Jews on the Brain


By Jeffrey Goldberg - Aug 21, 2013
 
It's time to call Turkish Prime Minister Recep Tayyip Erdogan what he is: a semi-unhinged bigot.
Optimists have argued, these past few years, that Erdogan's anger at Israel was motivated by a genuine sense of grievance over the notorious 2010 flotilla incident. The flotilla, you'll recall, was a project of pro-Hamas Turkish activists that was meant to break what they termed an Israeli blockade of the Gaza Strip. Israel's attempt to stop the flotilla ended in the deaths of eight Turks and one Turkish-American.
The Turks demanded, among other things, that Israel apologize for its handling of the affair. Israel resisted for three years, saying that its soldiers were attacked by the Turkish activists when they boarded the ship, and that Israel had the legal right to stop the flotilla from approaching its waters. Nevertheless, the Israeli response was horribly botched, and this year, Israeli Prime Minister Benjamin Netanyahu, coaxed and cajoled by President Barack Obama, picked up the phone (with Obama sitting right there with him) and apologized to Erdogan for the unnecessary deaths. This apology was supposed to usher in a newer, quieter era in Turkish-Israeli relations.
Except that Erdogan has Jews on the brain, and once you get Jews on the brain it's hard to get them off. So the other day, in talking about the strife in Egypt, he said: "What is said about Egypt? That democracy is not the ballot box. Who is behind this? Israel is. We have the evidence in our hands."
The evidence for the assertion that Israel was behind the violent suppression of the Muslim Brotherhood? Erdogan himself offered none, but an aide later said that the prime minister was referring to an Internet video Erdogan saw in which the current Israeli justice minister, Tzipi Livni, and the famous French-Jewish philosopher Bernard-Henri Levy, were speaking at a news conference in 2011. In the video, BHL, as he is known, expressed opposition to the Muslim Brotherhood's ruling Egypt.
And that's it. The prosecution rests. A Jewish philosopher from France (albeit one with great clothes) says on television that he doesn't like the Muslim Brotherhood, and that's sufficient proof for Erdogan.
Now, if someone were to go on television in the U.S. and assert -- based on the aforementioned single piece of "evidence" -- that the Jewish state was behind the chaos in Egypt, well, that person would soon find himself with limited opportunities to offer further commentary (even on Al Jazeera, I assume). But we're talking about the prime minister of a major American military ally and the leader of a nation of more than 70 million people.
And this isn't the first time, of course. Just recently, Erdogan blamed widespread demonstrations against his government on the "interest-rate lobby," which is up there with "rootless cosmopolitans" and "dual loyalists" as an all-purpose euphemism for Jews. (His deputy, Besir Atalay, made it plain when he blamed the protests on "the Jewish Diaspora.")
Although not very good at making friends, either in Europe or in the Middle East, Erdogan is known as a very smart man. Yet anti-Semitism is making him stupid. As Walter Russell Mead of the American Interest magazine says, those who are burdened with anti-Semitism are unable to discern cause and effect relations in complex social settings. If I were an investor in Turkey, I'd keep this mind.
You see what I did there, right? A year from now, Erdogan -- if I'm lucky -- will cite this post to explain whatever affliction is afflicting Turkey at the moment.
Διαβάστε περισσότερα...

Τρίτη 27 Αυγούστου 2013

Sarajevo, 1995 and Damascus, 2013: The use of mass attack deception to decide wars


Special to WorldTribune.com
Yossef Bodansky, Senior Editor, GIS/Defense & Foreign Affairs
In August 1995, Western governments, and particularly the Bill Clinton White House, were in great quandary.
The negotiations with the Serbs were going well as President Slobodan Milosevic was demonstrating unprecedented flexibility and accepting virtually all the demands put forward by the West.
Bodies said to have been killed by nerve gas in the Ghouta area of Damascus, Aug. 21.  /Reuters
Bodies said to have been killed by nerve gas in the Ghouta area of Damascus, Aug. 21. /Reuters
Hence, it was becoming politically and legally impossible for the U.S.-led West to launch the NATO military intervention which President Clinton had promised Bosnia-Herzegovina leader Alija Izetbegovic the U.S. would launch in order to quickly win the war for the Bosnian-Muslims.
Then, on Aug. 28, 1995, at around 11:00 hrs local, a mortar shell appeared to hit the Markale market place in Sarajevo, killing 38 people and wounding another 90. Russian Col. Andrei Demurenko, then the commander of UN Forces in Sarajevo, immediately rushed with an UNPROFOR team to the supposed Bosnian-Serb mortar positions and ascertained that none of them could have been used to fire the mortar rounds.
Demurenko’s report stated that the Bosnian-Serb forces were falsely blamed for the attack on the Markale.
Nevertheless, ostensibly in response to the massacre, NATO launched the air campaign against Bosnian-Serb forces and shortly afterwards decided the war in favor of the Bosnian-Muslims.
On Aug. 31, 1995, Jean Daniel, then Editor of the magazine Le Nouvel Observateur, wrote an article titled “No more lies about Bosnia”. In the article, Daniel recounted an exchange he had just had with French Prime Minister Edouard Balladur about the NATO air campaign and the motivations for it. “They [the Muslims] have committed this carnage on their own people?” Daniel asked. “Yes,” confirmed Balladur without hesitation, “but at least they forced NATO to intervene.”
The Aug. 21, 2013, chemical attack in Ghouta, a suburb of Damascus, might become the Markale of the Syrian war.
On Aug. 19, a UN expert delegation arrived in Damascus to study reports and evidence of earlier use of chemical weapons. The next day, they were presented with detailed scientific, technical, and military data about the alleged chemical attacks, soil contamination and why the Syrian Armed Forces could not have carried out these attacks.
Russian and other foreign experts who studied the data separately found it compelling.
The Syrian military also presented the UN team with detailed intelligence evidence about chemical weapons and production labs affiliated with the opposition discovered in Syria, Turkey and Iraq.
On Aug. 21, the Syrian opposition announced a massive chemical attack in Ghouta which allegedly inflicted about 1,300 fatalities including hundreds of children. As in previous chemical attacks blamed on the Assad administration, the attackers used the ubiquitous Sarin nerve gas. Immediately, the opposition flooded Western media with pictures of the dead, but provided no conclusive evidence about the attack and the perpetrators.
Moreover, initial opposition reports claimed the attack was conducted by a barrage of rockets. Subsequently, in the context of renewed outcries for a No Fly Zone, the opposition claimed that the chemical attack was a part of a massive bombing by the Syrian Air Force. Yet, the opposition’s pictures show no casualties suffering shrapnel wounds associated with aerial bombing. Stern denials by the Syrian Government of any involvement in the attack were largely ignored by the West. At the time of writing, the UN expert delegation and foreign diplomats were denied access to the attack site by the opposition forces ostensibly because of fear for their safety.
The context of the attack is of great significance.
Starting Aug. 17 and 18, nominally Free Syrian Army (FSA) units — in reality a separate Syrian and Arab army trained and equipped by the CIA as well as Jordanian and other intelligence services — attempted to penetrate southern Syria from northern Jordan and start a march on Damascus. The U.S.-sponsored war plan was based on the Autumn 2011 march on Tripoli, Libya, by CIA-sponsored army from Tunisia which decided the Libyan war and empowered the Islamists.
Two units, one 250-strong and one 300-strong, crossed into Syria and began advancing parallel to the Golan Heights border. Their aim was to break east and reach Daraa quickly in order to prepare the ground for the declaration of Daraa as the capital of a “Free Syria”. However, the CIA’s FSA forces met fierce resistance by the unlikely coalition of the Syrian Army, local jihadist forces (mainly the locally-raised Yarmuk Brigades), and even tribal units who fear the encroachment by outside forces on their domain. By Aug. 19 and 20, the FSA units were surrounded in three villages not far from the Israeli border.
An attempt to use an Indian UNDOF patrol as human shield failed. The FSA commanders were now (ie: as of late Aug. 21) pleading for massive reinforcements and an air campaign to prevent their decimation.
Meanwhile, on Aug. 19, in Ghouta, more than 50 local opposition fighters and their commanders laid down their arms and switched sides. A few prominent local leaders widely associated with the opposition went on Syrian TV. They denounced the jihadists and their crimes against the local population, and stressed that the Assad administration was the real guardian of the people and their interests. More than a dozen ex-rebels joined the Syrian Government forces.
Hence, the last thing the Assad administration would do is commit atrocities against the Ghouta area and the local population which had just changed sides so dramatically. For the opposition, fiercely avenging such a betrayal and petrifying other would-be traitors is a must. Furthermore, in view of the failure of the march on Daraa and Damascus by the CIA’s FSA forces, there was an urgent imperative for the opposition to provoke a Western military intervention before the rebellion collapsed completely, and Assad consolidated victory.
In Obama’s Washington, there has been a growing opposition to intervention.
Chairman of the U.S. Joint Chiefs of Staff Gen. Martin E. Dempsey, who had just been to the Jordan and Israel on an inspection tour of the Syrian crisis, publicly doubted the expediency of an armed intervention, because supporting the opposition would not serve the U.S. national and security interests. Dempsey wrote to Congress that while the U.S. “can destroy the Syrian Air Force”, such a step would “escalate and potentially further commit the United States to the conflict”.
There was no compelling strategic reason for such an undertaking. “Syria today is not about choosing between two sides but rather about choosing one among many sides,” Dempsey wrote. “It is my belief that the side we choose must be ready to promote their interests and ours when the balance shifts in their favor. Today, they are not.”
However, President Obama’s own inner-most circle has made it clear that it is committed to “humanitarian interventionism” of the kind exercised in Bosnia, Kosovo, and Libya.
Absent legitimate national interests, a U.S.-led intervention must be based on humanitarian reasons such in retaliation to atrocities and chemical attacks.
Διαβάστε περισσότερα...

Παρασκευή 23 Αυγούστου 2013

Το «στρατηγικό βάθος» καταρρέει στην Αίγυπτο




Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών

Όταν η τουρκική εξωτερική πολιτική άρχισε να εφαρμόζει το δόγμα του «στρατηγικού βάθους», οραματιζόμενη το ρόλο του «νεοοθωμανού ηγεμόνα», θεωρούσε ότι στο δρόμο θα είχε «μηδενικές τριβές». Αυτή η αντίληψη, στηριζόταν εν πολλοίς στην απουσία αραβικής ενότητος και στρατηγικής και στην απομόνωση του Ιράν. Η ακύρωση του άξονα με το Ισραήλ ήταν μία μανούβρα τακτικής που εξυπηρετούσε επικοινωνιακώς την προσπάθεια της Τουρκίας να κερδίσει αξιοπιστία και να καλύψει το ηγετικό κενό στη Μέση Ανατολή.

Η Συρία ήταν το πρώτο κράτος της περιοχής που ανταποκρίθηκε θετικά στο νέο άνοιγμα της Τουρκίας, διαμορφώνοντας, μέχρι την Άνοιξη το 2011, μία στρατηγική εταιρική σχέση. Ο Άσαντ πίστευε ότι μία τέτοια σχέση, με ένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, θα έδιδε την ευκαιρία στη Δαμασκό να ξεφύγει από την απομόνωση που βίωνε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Η Τουρκία, όμως, παρουσιάστηκε ανειλικρινής στη σχέση αυτή πλην όμως πιστή στο στρατηγικό στόχο του «νεοοθωμανού ηγεμόνα». Μόλις ξέσπασε η κρίση στη Συρία, ανέλαβε το ρόλο του συντονιστή των στρατιωτικών επιθέσεων εναντίον του καθεστώτος Άσαντ, ωσάν η Συρία να ήταν επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αναλαμβάνοντας αυτό το ρόλο, η κυβέρνηση Ερντογάν υπελόγισε, εσφαλμένα τελικώς, ότι η κρίση θα είχε βραχύ χρονικά χαρακτήρα. Η παρατεταμένη χρονική διάρκεια του εμφυλίου πολέμου καθώς επίσης και οι αντοχές του καθεστώτος Άσαντ, δημιούργησαν μόνο αδιέξοδα και προβλήματα για την Άγκυρα.

Τώρα έρχεται αντιμέτωπη με ένα νέο, εξίσου σκληρό πρόβλημα, αυτό της Αιγύπτου. Η προσπάθεια αύξησης της επιρροής της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή δέχεται ισχυρό ράπισμα μετά το πραξικόπημα του στρατού και την ανατροπή του Μωχάμμεντ Μόρσι. Οι ελπίδες της κυβέρνησης Ερντογάν εκτροχιάζονται αφού επένδυσαν πάνω στην άνοδο των ισλαμιστών στην πολιτική εξουσία. Η ενίσχυση των ισλαμιστών ήταν άλλωστε μόνιμη τακτική της Τουρκίας αφ' ότου άρχισαν οι Αραβικές εξεγέρσεις από τις αρχές του 2011 και εντεύθεν.

Η κυβέρνηση Ερντογάν ήταν από τις πρώτες που υποστήριξαν την εξέγερση του 2011 και την ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ. Ακολούθως προέβαλε τη σουννιτική ισλαμική ταυτότητα ως συστατικό στοιχείο της εξωτερικής προκειμένου να ενισχύσει τους δεσμούς με την Μουσουλμανική Αδελφότητα και την κυβέρνηση Μόρσι.

Η Τουρκία είχε δύο στρατηγικά πλεονεκτήματα τα οποία απώλεσε λόγω μη ορθολογικών επιλογών. Το πρώτο ήταν η επιθυμία του ΝΑΤΟ να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική του στη Μέση Ανατολή μετά τις αραβικές εξεγέρσεις και συνεπώς η Άγκυρα θα μπορούσε να παίξει τον πιο καθοριστικό ρόλο ως βραχίονας της Βορειοτλαντικής Συμμαχίας στην περιοχή. Το δεύτερο ήταν η ύπαρξη κενού ισχύος στη Μέση Ανατολή λόγω της αποδυνάμωσης που προκάλεσαν στα αραβικά κράτη οι διάφορες κρίσεις στην περιοχή από το 2003 και εντεύθεν και της συνεχιζόμενης απομόνωσης του Ιράν, με συνέπεια η Τουρκία να προέβαλλε ως το μόνο μουσουλμανικό κράτος με ισχυρούς συντελεστές ισχύος και ικανότητα διαπραγμάτευσης, τόσο με τους δυτικούς συνασπισμούς όσο και με μεγάλο μέρος του μουσουλμανικού κόσμου.


Επενδύοντας πολιτικά και οικονομικά στην πιο ισχυρή και πολυπληθέστερη αραβική χώρα, η Τουρκία ευελπιστούσε ότι θα απεκόμιζε δύο βασικά πλεονεκτήματα: πρώτον, το στρατηγικό βάθος θα εδραιώνετο καθοριστικώς και θα αποκτούσε μία ισχυρή δυναμική πλέον, και δεύτερον, θα προέβαλλε διεθνώς ότι το τουρκικό μοντέλο συνύπαρξης «Ισλάμ και Δημοκρατίας» αποτελούσε πρότυπο για όλο το μουσουλμανικό κόσμο.

Με την ανατροπή Μόρσι, ο Ερντογάν βλέπει τα γεωπολιτικά του οράματα να συνθλίβονται μπροστά τις επιλογές του αιγυπτιακού στρατού. Το χειρότερο δε για την Τουρκία ότι υπό την πίεση της γεωστρατηγικής πλέον ανασφάλειας, η κυβέρνηση Ερντογάν αρχίζει, όπως και στην περίπτωση της Συρίας, να γίνεται μέρος του αιγυπτιακού προβλήματος χωρίς άμεση προοπτική για πολιτικά οφέλη και μακροπρόθεσμα δημιουργεί τις συνθήκες περαιτέρω απομόνωσής της στη Μέση Ανατολή με απώλεια των όποιων θετικών μέχρι σήμερα κεκτημένων. Από τη στιγμή που ο Ερντογάν καταδίκασε την ανατροπή Μόρσι με εμπρηστικές δηλώσεις αναχαίτισε την όποια δυνατότητα της Άγκυρας να επηρεάσει τα γεγονότα στην Αίγυπτο. Με άλλα λόγια στην προσπάθειά της να καταστεί ιδιοτελώς σταθεροποιητικός παράγοντας στην περιοχή μετατρέπεται σταδιακώς σε ταραξία. Από τη στιγμή που ο Ερντογάν παρασύρθηκε ανταποκρινόμενος σε ένα παιγνίδι ηθικής και ιδεολογίας απομονώθηκε πολιτικώς. Τέτοιου είδους παιγνίδια έχουν αξία μόνο όταν συμπαρατάσσεται ο δρών με το νικητή μίας σύγκρουσης.

Η εξέλιξη των γεγονότων στην Αίγυπτο, μετά την ανατροπή του Μουμπάρακ ένωσαν αρχικώς το σουννιτικό τρίο, Τουρκία - Κατάρ - Σαουδική Αραβία. Μετά τα σαρωτικά γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων, η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ επέδειξαν ευπροσάρμοστη πολιτική διατηρώντας την ικανότητά τους να επηρεάζουν εν μέρει τις εξελίξεις. Αντιθέτως, η μονομερής στάση της Τουρκίας έχει απολέσει τις όποιες πιθανότητες συνέχισης του ρόλου που έπαιζε πριν από τον Ιούλιο. 

Η διάσπαση βεβαίως αυτού του σουννιτικού συνασπισμού θα έχει περιφερειακές επιπτώσεις. Ο συνασπισμός αυτός δημιουργούσε προοπτική ισχυροποίησης της Τουρκίας στην περιοχή. Μετά την ανατροπή Μόρσι, η Άγκυρα έχει χάσει τις ηγεμονικές πιθανότητες στην περιοχή. Το νέο πλέον σκηνικό, με την απομόνωση της Τουρκίας, θα επηρεάσει άλλες κρίσιμες εξελίξεις στην περιοχή, όπως το συριακό ζήτημα.


www.geopolitics-gr.blogspot.com
Διαβάστε περισσότερα...

Turkey’s Insane Islamist PM Claims Israel Behind Egypt Coup Based on Interview with French Philosopher | FrontPage Magazine

Turkey’s Insane Islamist PM Claims Israel Behind Egypt Coup Based on Interview with French Philosopher | FrontPage Magazine

Διαβάστε περισσότερα...

Erdogan in another anti-Semitic diatribe against Israel reveals his failures

In one revealing sentence, Turkish prime minister Tayyip Erdogan undid the hard work performed by US and Israeli to gloss over his radical anti-Semitic views and the bankruptcy of his Middle East policies, in the hope of co-opting Ankara to a moderate regional lineup. This time, Erdogan went so far as to accuse Israel of orchestrating Egypt’s July 3 military coup in an address Monday, Aug. 20 to the provincial chairs of his ruling Justice and Development Party.
Ankara has evidence as to the country’s involvement in President Mohamed Morsi’s overthrow, he said. “Who is behind this? We have evidence.” But the Turkish prime minister did not reveal his “evidence” because there was none,DEBKAfile’s military and intelligence sources note.
His purpose was to turn his party’s attention away from his failure to establish Turkish influence in any part of the Middle East, especially in Egypt, by putting the blame on Israel.
It was Israel’s fault, he insinuated, that Erdogan encountered Egyptian contempt for his bid to assume the role of leading Muslim power in the Middle East. He met this rejection even on the part of the Muslim Brotherhood during Morsi’s administration, in the year before the military coup.
Morsi rejected his overtures for close ties - not just with Cairo but also with the Palestinian Hamas ruling the Gaza Strip and his pretensions to be their champion.

Διαβάστε περισσότερα...

Ανελέητη καταστολή των ισλαμιστών



Η κυβέρνηση των στρατιωτικών στην Αίγυπτο συνέλαβε τον ηγέτη τους, παρά τις πιέσεις ΗΠΑ, ΟΗΕ
A.P., Reuters
Αψηφώντας επιδεικτικά τις πιέσεις των ΗΠΑ, της Ε.Ε. και του ΟΗΕ για τον τερματισμό της καταστολής και την εξεύρεση πολιτικής λύσης με τη συμμετοχή και των ισλαμιστών, η στρατιωτική κυβέρνηση της Αιγύπτου συνέλαβε χθες τον ανώτατο πνευματικό ηγέτη των Αδελφών Μουσουλμάνων, σε μια νέα ένδειξη ότι επιδιώκει τη διάλυση και την πολιτική περιθωριοποίηση της οργάνωσης.
Ο 70χρονος Μοχάμεντ Μπαντί συνελήφθη σε διαμέρισμα της συνοικίας του Καΐρου Νάσερ Σίτι, όχι μακριά από το τέμενος Ραμπάα αλ Ανταουίγια, θέατρο της εκατόμβης που προκάλεσε η επέμβαση των δυνάμεων ασφαλείας την περασμένη Τετάρτη. Δύο ημέρες αργότερα, ο Μπαντί έχασε τον έναν από τους δύο γιους του, ο οποίος σκοτώθηκε στη διάρκεια νέων συγκρούσεων.
Ενδεικτικό της σκληρότητας του νέου καθεστώτος απέναντι σε οποιαδήποτε παρεκκλίνουσα φωνή είναι το γεγονός ότι με δικαστική δίωξη απειλείται και ο φιλελεύθερος φιλοδυτικός πολιτικός Μοχάμεντ ελ Μπαραντέι. Καθηγητής του Δικαίου άσκησε δίωξη εναντίον του Μπαραντέι για «προδοσία της εμπιστοσύνης του έθνους» επειδή παραιτήθηκε από το αξίωμα του αντιπροέδρου στις 14 Αυγούστου σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την αιματηρή καταστολή και εγκαταστάθηκε στην Ευρώπη. Υπενθυμίζεται ότι μέχρι εκείνη την ημέρα ο Μπαραντέι υποστήριζε το στρατιωτικό κίνημα που ανέτρεψε τον Μόρσι.
Την ώρα που γινόταν γνωστή η σύλληψη του Μπαντί, οι δικαστικές αρχές ανακοίνωσαν ότι αιγυπτιακό δικαστήριο θα εξετάσει σήμερα, Τετάρτη, την αίτηση για απελευθέρωση του έκπτωτου προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ, την οποία κατέθεσε ο δικηγόρος του, Φαρίντ αλ Ντιμπ. Ο τελευταίος εξέφρασε την ελπίδα ότι ο πελάτης του θα απελευθερωθεί μέχρι τα τέλη της τρέχουσας εβδομάδας, κάτι που στο συμβολικό επίπεδο θα ερμηνευόταν ως η τελευταία πράξη της παλινόρθωσης του παλαιού στρατοκρατικού καθεστώτος, το οποίο ανέτρεψε η εξέγερση του Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου του 2011. Ο 85χρονος Μουμπάρακ καταδικάστηκε πέρυσι σε ισόβια κάθειρξη για τη σφαγή διαδηλωτών στη διάρκεια της εξέγερσης, αλλά το εφετείο αποδέχθηκε προσφυγή του και έδωσε εντολή για επανάληψη της δίκης.
Ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τζος Ερνεστ, αρνήθηκε να σχολιάσει τα σενάρια περί πιθανής απελευθέρωσης του Μουμπάρακ, κάνοντας λόγο για «εσωτερική υπόθεση της Αιγύπτου». Ζήτησε, ωστόσο, την απελευθέρωση του Μόρσι, σημειώνοντας ότι η σύλληψή του ήταν «πολιτικά υποκινούμενη» και «αναντίστοιχη με τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τον οποίο περιμένουμε να επιδείξει κάθε κυβέρνηση». Παράλληλα, η εκπρόσωπος Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τζιν Ψάκι, εξέφρασε τη «βαθιά ανησυχία» της Ουάσιγκτον για τους «ύποπτους θανάτους (37) κρατουμένων, μελών των Αδελφών Μουσουλμάνων, στη διάρκεια υποτιθέμενης απόπειρας απόδρασης». Υπέρ της απελευθέρωσης του Μόρσι και της διεξαγωγής αμερόληπτης έρευνας για τη δολοφονία των 37 κρατουμένων τάχθηκε και ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν.
Σε μια νέα παρέμβασή του στην αιγυπτιακή κρίση, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν υποστήριξε ότι το Ισραήλ βρίσκεται πίσω από το στρατιωτικό κίνημα που ανέτρεψε τον Μοχάμεντ Μόρσι. Δεν προσέφερε, ωστόσο, άλλη στήριξη στον ισχυρισμό του, πέρα από κάποιες δηλώσεις του Ισραηλινού υπουργού Δικαιοσύνης εναντίον των Αδελφών Μουσουλμάνων στη διάρκεια διεθνούς φόρουμ στη Γαλλία το 2012.
Θύμα των δυνάμεων ασφαλείας έπεσε και ένας δημοσιογράφος της κυβερνητικής εφημερίδας «Αλ Αχράμ». Πρόκειται για τον Ταμέρ Αμπντέλ-Ραούφ, επικεφαλής του τοπικού γραφείου της εφημερίδας στο Δέλτα του Νείλου, ο οποίος επέστρεφε στο σπίτι του λίγες ώρες μετά την έναρξη ισχύος της απαγόρευσης κυκλοφορίας. Σύμφωνα με τις Αρχές, ο άτυχος δημοσιογράφος επέβαινε αυτοκινήτου και δεν σταμάτησε για έλεγχο, όπως του υπέδειξαν οι αστυνομικοί.
Διαβάστε περισσότερα...