Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Το ΝΑΤΟ πρέπει να αποχωρήσει από το Αφγανιστάν



Του Christoph Schwennicke
DER SPIEGEL


Είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους πολιτικούς να αποδεχθούν ότι έχουν διαπράξει σφάλμα. Όταν όμως πρόκειται για το Αφγανιστάν, οι επιπτώσεις από την μη παραδοχή ενδέχεται να είναι καταστροφικές. Είναι πλέον καιρός η Δύση να μειώσει τις απώλειες της και να αποχωρήσει.

Στην πολιτική, η πλέον δύσκολη επιλογή είναι η αλλαγή πορείας – η παραδοχή ότι όλα όσα ήταν σωστά χθες, είναι σήμερα λάθος. Πρόκειται για εξαιρετικά δύσκολο και ριψοκίνδυνο ελιγμό ειδικά όταν η απόφαση είναι μεταξύ πολέμου και ειρήνης.

Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, όντας πεισματάρης, δεν μπορούσε να παραδεχθεί ότι το 1915 διέπραξε λάθος όταν επικεφαλής τότε του ναυτικού, ένα στρατηγικό του λάθος βοήθησε στην ήττα των στρατευμάτων της Αντάντ από την Οθωμανική αυτοκρατορία στην Καλλίπολη. Παρομοίως, χρειάστηκαν 30 ολόκληρα χρόνια για τον αμερικανό υπουργό άμυνας Ρόμπερτ Μακναμάρα να αναγνωρίσει ότι ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν λάθος.



Έχουμε αποτύχει
Η Γερμανική κυβέρνηση, το ΝΑΤΟ και η Δύση δεν πρέπει να περιμένουν τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Θα πρέπει συλλογικά να αντιληφθούν και να παραδεχθούν ότι ο πόλεμος στο Αφγανιστάν δεν θα έχει επιτυχή κατάληξη. Έχουμε αποτύχει! Ο πόλεμος έχει χαθεί! Η χώρα που θα εγκαταλείψουμε δεν θα μετατραπεί ποτέ σε ένα ειρηνικό μέρος. Αυτό ίσως να μπορούσε να επιτευχθεί αν είχαμε έγκαιρα αντιληφθεί πως λειτουργεί. Ωστόσο σήμερα δεν είμαστε πλέον μέρος της λύσης – έχουμε σταδιακά καταστεί μέρος του προβλήματος. Είναι καλύτερο να αποχωρήσουμε τώρα, πριν χυθεί και άλλο αίμα. Τα στρατιωτικά ημερολόγιο που δόθηκαν στο Spiegel από την ιστοσελίδα Wikileaks το επιβεβαιώνουν περίτρανα.

Καθοδηγούμενοι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, το ΝΑΤΟ και άλλοι δυτικοί σύμμαχοι επιχειρούν για περίπου 10 χρόνια να επιφέρουν την ειρήνη στο Αφγανιστάν, με εξαιρετικά μικρή επιτυχία. Οι στόχοι του πολέμου έχουν αλλάξει πολλάκις. Ωστόσο κανένας από αυτούς δεν έχει επιτευχθεί. Τα διαλείμματα μεταξύ των διευρυμένων διασκέψεων για το Αφγανιστάν, από το Βερολίνο στο Παρίσι και από το Λονδίνο στην Καμπούλ έχουν μικρύνει σε διάρκεια, σε αντίθεση με τα προβλήματα που εξακολουθούν να διευρύνονται.

Η χώρα παραμένει μία εν δυνάμει περιοχή για την εκκόλαψη της τρομοκρατίας όπως συνέβαινε και πριν από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Και όσα έκτοτε εισήγαγε στην χώρα η Δύση δεν έχουν εδραιωθεί στην συνείδηση των κατοίκων με αποτέλεσμα να μην μπορούν να τύχουν συνέχειας όταν θα αποφασιστεί η αποχώρηση. Σχολεία θηλέων, πηγάδια και ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι αποτελούν την θετική πλευρά της αποστολής του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν. Εντούτοις ως δικαιολογία, δεν είναι αρκετή.

Η εξ’αποστάσεως εικόνα

«Τίποτα δεν είναι καλό στο Αφγανιστάν», ήταν πριν από μερικούς μήνες τα λόγια της Μάργκοτ Κάσμαν, της πρώην επικεφαλής της Προτεσταντικής Γερμανικής εκκλησίας στη χώρα. Η οργίλη αντίδραση από τους Γερμανούς πολιτικούς ηγέτες υπήρξε άμεση και δριμεία, ενδεικτικό το ότι η παραδοχή είχε αγγίξει κάποιες ευαίσθητες χορδές. Τα σχόλια της έτυχαν επίκρισης με το πρόσχημα ότι δεν είχε πλήρη επίγνωση για το περιεχόμενο της αποστολής του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν. Ωστόσο μερικές φορές η εικόνα είναι πιο ξεκάθαρη όταν αντικρίζεται από απόσταση.

Το Αφγανιστάν είναι ένας εφιάλτης, ένα νεκροταφείο αυτοκρατοριών. Αρχικά ήλθαν οι Βρετανοί, μετά οι Σοβιετικοί. Σήμερα, το ΝΑΤΟ μαζί με τα Ηνωμένα Έθνη έχουν αρχίσει να χάνουν την αθωότητα τους στα πεδία των μαχών. Συνολικά, οι ΗΠΑ, οι σύμμαχοι τους και οι ιδιωτικές εταιρείες παροχής ασφάλειας έχουν αναπτύξει στη χώρα περίπου 200.000 στρατιώτες, όσους περίπου είχαν αναπτύξει οι Σοβιετικοί κατά την δεκαετία του ’80. Όπως και τότε, έτσι και σήμερα ο αριθμός αυτός δεν είναι αρκετός. Ενδεχόμενη ωστόσο αύξηση του είναι στρατιωτικά δύσκολη και πολιτικά αδύνατη. Το φορτίο για την δύση είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που μπορεί να σηκώσει.

Όταν οι κυβερνήσεις αποφασίζουν την αποστολή στρατευμάτων στο εξωτερικό, στην ουσία συνάπτουν ένα είδος δανείου με τον λαό, ένα δάνειο εμπιστοσύνης. Αυτό ισχύει ειδικά στη Γερμανία. Όταν όμως οι δόσεις δεν καταβάλλονται, τότε το εκλογικό σώμα το τερματίζει. Και χωρίς την υποστήριξη του λαού, οι υπεράκτιες αποστολές καθίστανται εξαιρετικά δύσκολες. Σε αυτό το σημείο έχουν πλέον οδηγηθεί τα πράγματα τόσο στο Βερολίνο όσο και σε πρωτεύουσες κρατών-μελών του ΝΑΤΟ.

Χάνοντας με αξιοπρέπεια

Είναι δύσκολο να αγνοηθούν οι πολιτικοί παραλληλισμοί με τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Η δυτική συμμαχία έχει φθάσει στο σημείο όπου οι εκκλήσεις για επίδειξη υπομονής και συνέχιση της στήριξης στην αποστολή έχουν καταστεί από υπερβολικές έως και απεγνωσμένες. Τα λόγια των πολιτικών ακούγονται ακόμη πιο κούφια. Σε πρόσφατη ανακοίνωση, η Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ πάσχουσα από την έλλειψη έμπνευσης, αναγκάστηκε να δανειστεί την διατύπωση του πρώην υπουργού άμυνας Πέτερ Στρουκ ότι «η ασφάλεια της Γερμανίας τυγχάνει υπεράσπισης στην Χίντου Κους.»

Η αποχώρηση μας από το Αφγανιστάν θα πρέπει να γίνει πριν η αποστολή μετατραπεί αποκλειστικά σε επιχείρηση διάσωσης της τιμής μας. Το 1971, ο πρώην αμερικανός υπουργός εξωτερικών Χένρι Κίσσιγκερ απαίτησε όπως η χώρα του χάσει τον πόλεμο στην Ασία με αξιοπρέπεια. Για να επιτευχθεί όμως αυτό οι ΗΠΑ παρέμειναν στο Βιετνάμ για ακόμη δύο χρόνια, διάστημα που στοίχισε την ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στο Βιετνάμ, το Λάος και την Καμποτία.

Παρόμοιες διατυπώσεις ακούγονται και σήμερα, με πιο πρόσφατη την δήλωση του υπουργού ανάπτυξης Ντερκ Νίεμπελ ότι η Γερμανία θα πρέπει να παραμείνει στο Αφγανιστάν. Το Βερολίνο, είπε, το οφείλει σε αυτούς που έχασαν την ζωή τους εκεί. Για πόσο καιρό ακόμη θα πρέπει να ακούμε τέτοιες δικαιολογίες;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.