|
Τα δικαιώματα της ταινίας Olympia της Λένι Ρίφενσταλ --της αγαπημένης σκηνοθέτιδας του Αδόλφου Χίτλερ-- είχε «πωλήσει μυστικά», στην Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή ο πρώην Καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ, με την ελπίδα ότι η Λειψία θα κέρδιζε την ανάθεση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2012, αποκαλύπτει σήμερα εφημερίδα.
Σύμφωνα με αποκάλυψη που περιέχεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας Die Welt, τα δικαιώματα της τετράωρης επικής ταινίας της Ρίφενσταλ με θέμα τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936, η οποία προβλήθηκε για πρώτη φορά στα 49α γενέθλια του Χίτλερ το 1938, ανήκαν στο γερμανικό κράτος ως το 2002. Ο τότε Καγκελάριος, υποστηρίζει η εφημερίδα, τα μεταβίβασε κρυφά στην ΔΟΕ, προκειμένου να ενισχύσει την υποψηφιότητα της Λειψίας, η οποία ωστόσο δεν κατόρθωσε να περάσει ούτε καν στις πέντε επικρατέστερες πόλεις.
Η ίδια η Ρίφενσταλ υποστήριζε ότι διατηρούσε την καλλιτεχνική και δημιουργική της ανεξαρτησία από το καθεστώς του Χίτλερ, ενώ επέμενε ότι κατείχε τα αποκλειστικά δικαιώματα τόσο της ταινίας Olympia όσο και της προγενέστερης Ο θρίαμβος της θέλησης, η οποία κυκλοφόρησε το 1934 με θέμα την απόλυτη εξουσία του Αδόλφου Χίτλερ επί του κόμματός του στο συνέδριο της Νυρεμβέργης. Τα Γερμανικά Ομοσπονδιακά Αρχεία ωστόσο σημείωναν πάντα ότι και οι δύο ταινίες είχαν αναταθεί στην Ρίφενσταλ και είχαν χρηματοδοτηθεί από τους Ναζί, αποτελούν άρα περιουσία του σύγχρονου γερμανικού κράτους. Το 1964, η Δυτική Γερμανία υπέγραψε συμβόλαιο με την Ρίφενσταλ, η οποία συμφώνησε ότι παρά το γεγονός ότι και οι δύο πλευρές διεκδικούν τα αποκλειστικά δικαιώματα των ταινιών, η σκηνοθέτις θα διατηρούσε το 70% των εσόδων, καθώς και απόλυτο έλεγχο του πότε και πού θα προβάλλονταν -- «μια δυνητικά εκρηκτική ευθύνη από την οποία η Δυτική Γερμανία προτίμησε να παραιτηθεί», σημειώνεται στο δημοσίευμα.
Πράγματι, η Λένι Ρίφενσταλ το 1979 απέρριψε αίτημα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) να προβληθεί η ταινία «Ο θρίαμβος της θέλησης» στο πλαίσιο μιας αντιναζιστικής εκδήλωσης. Το 2002 ωστόσο, η γερμανική κυβέρνηση ενημερώθηκε για την πρόθεση της δημιουργού, η οποία ήταν τότε 100 ετών, να πωλήσει την ταινία για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην ΔΟΕ, η οποία είχε αναλάβει να συγκεντρώσει και να αποκαταστήσει τις ταινίες - ντοκιμαντέρ με θέμα τους Αγώνες. Το πρόβλημα της πώλησης περιουσίας η οποία ανήκε --έστω εν μέρει-- στο γερμανικό δημόσιο απασχόλησε την τότε κυβέρνηση, με τον Γκέρχαρντ Σρέντερ να δίνει την συγκατάθεσή του, κυρίως επειδή, σύμφωνα με την εφημερίδα, πίστευε ότι έτσι θα επηρέαζε θετικά την ΔΟΕ σχετικώς με την υποψηφιότητα της Λειψίας.
Η ταινία πάντως θεωρήθηκε τόσο αμφιλεγόμενη όσο και πρωτοποριακή. Μετά τον πόλεμο, με νέο μοντάζ, «κόπηκαν» οι περισσότερες εικόνες που εκθείαζαν τον Χίτλερ και ήταν αυτή η έκδοση του φιλμ που προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες της Δυτικής Γερμανίας και των ΗΠΑ. Η ταινία απέσπασε πολλά διεθνή βραβεία για την χρήση εξελιγμένων για την εποχή της κινηματογραφικών τεχνικών και περιλαμβάνεται στις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών του περιοδικού Time.
Μετά την πτώση
Οι συμμαχικές δυνάμεις συνέλαβαν την Ρίφενσταλ στο Κιτσμπίελ της Αυστρίας, με σκοπό να βοηθήσει στην αναγνώριση μελών του ναζιστικού καθεστώτος που είχαν κινηματογραφήσει αμερικανικές δυνάμεις στην Γερμανία. Η σκηνοθέτις αρνήθηκε ότι γνώριζε γα την ύπαρξη στρατοπέδων συγκέντρωσης και δήλωσε «παρεξηγημένη» και καθόλου πολιτικοποιημένη. Αργότερα ωστόσο υπέπεσε σε αντιφάσεις, ισχυριζόμενη ότι υποχρεώθηκε να ακολουθήσει εντολές του Γιόζεφ Γκέμπελς, υπό την απειλή εγκλεισμού σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Η Ρίφενσταλ επέμενε πάντα ότι είχε γοητευθεί από τους Εθνικοσοσιαλιστές του Αδόλφου Χίτλερ, αλλά υποστήριζε ότι ήταν πολιτικώς αφελής και αδαής, καθώς και ότι είχε πλήρη άγνοια για την διάπραξη εγκλημάτων πολέμου. Κατά την περίοδο 1945-1948 παρέμεινε κρατούμενη από Αμερικανούς και Γάλλους, αλλά και σε κατ' οίκον περιορισμό. Δικάστηκε τέσσερις φορές από διάφορες αρχές, αλλά ουδέποτε καταδικάστηκε για τις κατηγορίες ότι συμμετείχε στην προπαγάνδα των Ναζί ή ότι χρησιμοποιούσε τροφίμους των στρατοπέδων συγκέντρωσης για τις ταινίες της. Θεωρήθηκε ωστόσο «συνοδοιπόρος» και «συμπαθούσα» του καθεστώτος. Η ίδια αργότερα δήλωσε ότι δεν μετάνιωσε για τίποτε όσο για την γνωριμία της με τον Χίτλερ. «Ήταν η μεγαλύτερη καταστροφή της ζωής μου. Μέχρι τη μέρα που θα πεθάνω, οι άνθρωποι θα λένε 'Η Λένι είναι Ναζί' και εγώ θα λέω, 'Μα, τι έκανα;'», δήλωσε λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό της και ενώ είχε κερδίσει περισσότερες από 50 υποθέσεις συκοφαντικής δυσφήμισης από πρόσωπα που την κατηγορούσαν ότι συνεργάστηκε με το Γ' Ράιχ.
Πηγή: AMΠE |
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.