Στην ιστορική πραγματικότητα που διαμορφώνει τις εξελίξεις διαχρονικά -και όχι εκείνην που οι αυταπάτες των πολιτικών δημιουργούν- σημασία έχουν τα συμφέροντα και οι ύψιστοι στρατηγικοί στόχοι μαζί με τη δύναμη των εμπλεκομένων. Στην ΕΠΟΧΗ μας και στην ΠΕΡΙΟΧΗ μας, οι ΗΠΑ είναι η χώρα που διαθέτει τη μεγαλύτερη με διαφορά τη δυνατότητα για άσκηση πιέσεων επί της Τουρκίας. Με δεδομένο ότι ο στρατηγικός στόχος των ΗΠΑ και άλλων είναι να σπρώξουν την Τουρκία εντός της Ε.Ε., το κυπριακό αποκτά σημασία ενόσω άλυτο μπορεί να εμποδίζει αυτό τον ύψιστο στόχο. Φυσικά και η Τουρκία επιζητεί ένταξη με τους δικούς της όρους. Για εμάς που το κυπριακό επείγει να λυθεί σωστά, η στρατηγική μας έπρεπε να αξιοποιεί το ΜΟΝΑΔΙΚΟ με διαφορά ουσιαστικό μοχλό πίεσης που διαθέτουμε και είναι η δυνατότητα να εμποδίζουμε (άμεσα ή έμμεσα) την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Αντί τούτου, προσαρμοζόμαστε σταδιακά στις τουρκικές απαιτήσεις. Το εξωφρενικό είναι πως ντύνουμε την προσαρμογή μας με αυταπάτες ότι έτσι είμαστε πιο κοντά στη λύση.
Συγκεκριμένα, στην παρούσα φάση, οι ΗΠΑ και η Τουρκία αναζητούσαν χαρτί που θα προβάλουν ενόψει της αξιολόγησης της Τουρκίας ώστε να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι ενταξιακές χωρίς το κυπριακό εμπόδιο. Έτσι, η Τουρκία έθεσε τα όρια της στον Ταλάτ που υπάκουα μπήκε στις συνομιλίες, είτε για συμφωνία παρόμοια με το σχέδιο Ανάν, είτε με ενδεχόμενο την ασυμφωνία. Με το ένα ή το άλλο, η Τουρκία προχωρά και η κατοχή εμπεδώνεται.
Όταν αποφασίστηκε η έναρξη των συνομιλιών, καλόπιστα και τεκμηριωμένα υποδεικνύαμε πως χωρίς ξεκαθάρισμα της βάσης των συνομιλιών, στο τέλος θα εξυπηρετήσουμε τα τουρκικά συμφέροντα χωρίς κέρδος για μας. Αντιπαράθεσαν την άποψη πως η βάση των συνομιλιών ήταν ξεκαθαρισμένη. Επιπλέον, επέλεξαν να επενδύουν δημόσια στις διαπροσωπικές σχέσεις με τον «σύντροφο» και υποσχόμενο «επαναστάτη» Ταλάτ, αγνοώντας τις στρατηγικές επιδιώξεις και την πραγματικότητα. Πολύ γρήγορα, φάνηκε πως η βάση δεν ήταν ξεκαθαρισμένη. Το κοινό ανακοινωθέν της 23ης Μαΐου, έδωσε την ευκαιρία στην τουρκική πλευρά να ερμηνεύει τα συμφωνηθέντα με τον τρόπο της. Κι ενώ η ιστορία του κυπριακού διδάσκει ότι το διφορούμενο λεκτικό είναι προπομπός για νέες πιέσεις πάνω στην πλευρά μας, για πρώτη φορά στη διαχείριση του κυπριακού, η ασάφεια των όρων στο λεκτικό των συμφωνηθέντων ήταν και δική μας επιλογή π.χ. αναφορές σε «συνεταιρισμό», «constituent states». Καλό δείγμα της ασυναρτησίας μας είναι πως, ενώ ο ίδιος ο σύμβουλος του Προέδρου στο κυπριακό δήλωνε ότι το λεκτικό της περιβόητης ανακοίνωσης συνιστούσε βελτίωση της συμφωνίας της 8ης Ιουλίου και ότι δεν είχε σημασία που η Τουρκική πλευρά ερμήνευε τα πράγματα όπως θέλει, μετά το τόσο … «επιτυχημένο» ανακοινωθέν, τρέχαμε να αποφύγουμε την υιοθέτηση του ίδιου λεκτικού από τον ΟΗΕ, όπως πίεζαν ΗΠΑ, Αγγλία και Τουρκία.
Φαίνεται απίστευτο, αλλά κάποιοι είτε δεν έμαθαν τίποτα από την «εποικοδομητική ασάφεια» του Χάνεϋ με τα ολέθρια αποτελέσματά της, είτε μάλλον συνεχίζουν να την υιοθετούν και να την αντιμετωπίζουν τρέφοντας αυταπάτες, όπως και το 2004. Ταυτόχρονα, ενώ μιλάμε για ανυποχώρητες αρχές, το θέμα των έποικων από θέμα αρχής με απαίτηση την αποχώρησή τους, μετατράπηκε σε θέμα δημόσιας συζήτησης για τον αριθμό που αποδεχόμαστε. Στο μεσοδιάστημα, η Τουρκία και ΗΠΑ παίρνουν αυτό που θέλουν ανώδυνα και το κατοχικό καθεστώς «κερδίζει» πόντους αναβάθμισης μέσα από τη διαδικασία αφού η Τουρκία μετατρέπεται σταδιακά σε τρίτο ενδιαφερόμενο (!) μέρος και όχι ως η κύρια ρίζα του κακού στην Κύπρο.
Κώστας Μαυρίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.