Δευτέρα 31 Αυγούστου 2009

Η CIA μετά την ολέθρια εμπειρία των ανακρίσεων


Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post

«Αντε να τελειώνουμε!». Το απόφθεγμα ήταν σήμα κατατεθέν του Ρίτσαρντ Χελμς, του πρώην διευθυντή της CIA και επιφανέστερου αρχηγού κατασκόπων που γέννησε η χώρα αυτή. Σήμερα μοιάζει με την ιδανική προτροπή προς την υπηρεσία πληροφοριών, που διέρχεται περίοδο επαναπροσδιορισμού των στόχων και της αποστολής της, μετά την ολέθρια εμπειρία με τους κρατούμενους της Αλ Κάιντα. Οι αξιωματικοί της CIA δεν είναι ηλίθιοι. Γνώριζαν ότι θα πέσουν στα βαθιά νερά –από νομική και ηθική άποψη– όταν συναίνεσαν στο ανακριτικό πρόγραμμα. Αυτός, όμως, είναι ο κώδικας ηθικής της υπηρεσίας· να κάνει τις δύσκολες δουλειές που δεν θέλουν να κάνουν οι άλλες υπηρεσίες. Οι άνθρωποι της CIA έλπιζαν ότι οι προϊστάμενοί τους θα τους προστατέψουν από επιπλήξεις και τιμωρίες στο μέλλον. Οι γηραιότεροι, όμως, ήταν πάντα δύσπιστοι προς τις υποσχέσεις των πολιτικών.

Οπως συχνά συμβαίνει στη χώρα αυτή, οι κυνικοί δικαιώθηκαν. Σε πείσμα του προέδρου Ομπάμα και της ρήσης του «Κοιτάμε μπροστά και όχι πίσω», ο υπουργός Δικαιοσύνης Ερικ Χόλντερ αποφάσισε την περασμένη εβδομάδα ότι οι ανακριτές της CIA πρέπει να υποβληθούν σε μια ακόμη ακροαματική δοκιμασία λόγω «εγκληματικής συμπεριφοράς» για πράξεις «απολύτως νόμιμες», όπως τους διαβεβαίωνε η κυβέρνηση Μπους. Αδιάφορο εάν τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία είχαν τεθεί στην κρίση των εισαγγελέων, που είχαν αρνηθεί να απαγγείλουν κατηγορίες. Τουλάχιστον αυτή η άθλια περίοδος στην ιστορία της CIA πλησιάζει στο τέλος της. Μιλώντας με βετεράνους της υπηρεσίας την περασμένη εβδομάδα, αισθάνθηκα πραγματική ανακούφιση που έστω στιγματισμένη και αποθαρρυμένη από τη «νεκροψία επί των ανακρίσεων», η CIA επιστρέφει στο κατ’ εξοχήν πεδίο της, την κατασκοπεία.

«Η υπηρεσία χαίρεται που βγήκε πέρα απ’ όλα αυτά», ομολογεί ένας ανώτερος αξιωματούχος. Τώρα τις ανακρίσεις τις έχει αναλάβει το FBI υπό την υψηλή καθοδήγηση αξιωματικών της CIA, που θα συμβουλεύουν εάν κάποιος κρατούμενος έχει την αξία του «διπλού πράκτορα» ή πρέπει να εκδοθεί σε τρίτη χώρα ή να ανακριθεί στις ΗΠΑ.

Διαβάζοντας την έκθεση του γενικού επιθεωρητή της CIA για το 2004, δημιουργείται η εντύπωση ότι η ηγεσία της υπηρεσίας ανησυχούσε εξαρχής. «Ενας αξιωματικός εξέφρασε τον φόβο ότι κάποια ημέρα κάποιοι συνάδελφοί του θα είναι καταχωρισμένοι στον κατάλογο των καταζητούμενων του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για Εγκλήματα Πολέμου», αναφέρεται στην έκθεση του γενικού επιθεωρητή. «Υστερα από 10 χρόνια θα λυπόμαστε γι’ αυτά που κάνουμε τώρα, αλλά δυστυχώς πρέπει να γίνουν», λέει κάποιος άλλος.

Αρα, οι αξιωματικοί της CIA έπρεπε να αρνηθούν αποστολές που θα τους καταδίωκαν στο μέλλον σαν τις Ερινύες, θα έλεγε κανείς κοιτώντας πίσω στο παρελθόν. Ομως η δουλειά τους δεν είναι να αμφισβητούν τις προεδρικές εντολές, ιδιαίτερα όταν αυτές έχουν ως νομικό έρεισμα τις εκτιμήσεις του υπουργείου Δικαιοσύνης.

Τι θα γίνει, όμως, την επόμενη φορά που ο Λευκός Οίκος θα ζητήσει από τη CIA κάτι «δυνάμει επιλήψιμο»; Η απάντηση είναι εύκολη. Οι αξιωματικοί της υπηρεσίας θα προσφύγουν στους δικηγόρους τους, ενδεχομένως και στους δικηγόρους του κόμματος που βρίσκεται εκτός εξουσίας.

Η CIA ενεπλάκη απροετοίμαστη στο ανακριτικό πρόγραμμα, εν μέρει επειδή κάποιοι αξιωματικοί της «είχαν καεί» σε σκάνδαλα βασανιστηρίων, μεταξύ άλλων την παροχή «φιλικών υπηρεσιών» στη Λατινική Αμερική και τη Μέση Ανατολή. Οντως, ανώτερος αξιωματούχος της υπηρεσίας απαγόρευσε για κάποιο διάστημα στους αξιωματικούς του να χρησιμοποιούν τη λέξη «ανάκριση» για «λόγους πολιτικής ευαισθησίας».

Επειδή η ανάκριση ήταν από πολιτική άποψη «απαγορευμένη ζώνη», η 11η Σεπτεμβρίου του 2001 βρήκε τη CIA με μηδενική εσωτερική εμπειρία. Ετσι, όταν συνελήφθησαν διάφοροι της Αλ Κάιντα, επικράτησε σύγχυση ως προς τον τύπο της ανάκρισης, στην οποία θα τους υπέβαλαν. Καμία άλλη κυβερνητική υπηρεσία δεν ήθελε αυτόν τον πονοκέφαλο κι έτσι η CIA εφάρμοσε την κλασική γραφειοκρατική τακτική σε περίοδο κρίσης, κατέφυγε δηλαδή σε εξωτερικούς συνεργάτες, ειδικευμένους σε τέτοιου είδους υποθέσεις. Εν προκειμένω κάποιον που γνώριζε πώς να κατευθύνει έναν εικονικό πνιγμό στο πλαίσιο προγράμματος της Πολεμικής Αεροπορίας.

Η καθοδήγηση της CIA ήταν αρχικώς «αναποτελεσματική», έπειτα όμως «βελτιώθηκε σημαντικά», επισημαίνεται στην προαναφερθείσα έκθεση. Κάποιοι εσωτερικοί έλεγχοι φέρνουν στον νου το περίφημο σχόλιο της Χάνα Αρεντ περί «κοινοτοπίας του κακού». «Δένουν ένα πανί γύρω από το κεφάλι, σκεπάζοντας το μέτωπο και τα μάτια. Επειτα βρέχουν σταδιακά και ελεγχόμενα το πανί με νερό και ενόσω συμβαίνει αυτό κατεβάζουν το πανί έως ό του καλύψει τη μύτη και το στόμα»...», λέει το εγχειρίδιο του εικονικού πνιγμού. Από τα πλέον ανατριχιαστικά έγγραφα που δόθηκαν στη δημοσιότητα την περασμένη εβδομάδα είναι αυτό που είχε ζητήσει ο αντιπρόεδρος Τσένι, για να δείξει πόσο καλά λειτουργούσε το ανακριτικό πρόγραμμα. Βάσει των αναγραφόμενων υπολογισμών, το 2004 σε σύνολο 6.600 εκθέσεων που αφορούσαν πληροφορίες προερχόμενες από ανθρώπους, οι 3.800 προέρχονταν από «πληροφορίες κρατουμένων».

Αυτού του είδους η στατιστική περιέχει ένα μήνυμα, που λέει ότι «απλώς πρόκειται για παιχνίδι αριθμών». Δικαιολογημένα, λοιπόν, η CIA χαίρεται που απηλλάγη από το χρέος των ανακρίσεων.

Πηγή : ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.