Οι αμυντικές δαπάνες στην Ασία αναμένεται να ξεπεράσουν φέτος για πρώτη φορά τις αντίστοιχες δαπάνες στην Ευρώπη, αποδεικνύοντας μία αλλαγή «στην παγκόσμια αναδιανομή στρατιωτικής δύναμης», όπως αναφέρει στην ετήσια έκθεσή του το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS).
«Την ώρα που τα κατά κεφαλήν ποσοστά δαπανών στην Ασία παραμένουν σημαντικά χαμηλότερα από αυτά στην Ευρώπη, με βάση την σύγχρονη τάση οι αμυντικές δαπάνες στην Ασία είναι πιθανό να ξεπεράσουν σε ονομαστικούς όρους αυτές της Ευρώπης στη διάρκεια του 2012», σημειώνει το IISS στην ετήσια έκθεσή του «Στρατιωτική ισορροπία» (The Military Balance).
Καθώς οι αμυντικοί προϋπολογισμοί στην Ευρώπη πιέζονται εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, η Κίνα και άλλες ασιατικές χώρες γίνονται ολοένα και πιο «στρατιωτικοποιημένες, εξαιτίας της γρήγορης οικονομικής ανάπτυξης και της στρατηγικής αβεβαιότητας», επισημαίνει το Ινστιτούτο.
Το 2011 οι ασιατικές αμυντικές δαπάνες αυξήθηκαν συνολικά κατά 3,15% σε πραγματικούς όρους. Η Κίνα, η Ιαπωνία, η Ινδία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία εκπροσωπούν περισσότερο από το 80% του συνόλου των αμυντικών δαπανών στην Ασία.
Η έκθεση αναφέρει επίσης ότι η Αυστραλία, η Ινδονησία, η Μαλαισία, η Σιγκαπούρη, η Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ επενδύουν στη βελτίωση των αεροπορικών και ναυτικών τους δυνατοτήτων, όπως και η Ινδία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα.
Καταλήγοντας η έκθεση υπογραμμίζει ότι η αλλαγή τάσης στις αμυντικές δαπάνες «δεν σημαίνει απαραιτήτως μία άμεση μετατόπιση στις παγκόσμιες στρατιωτικές ικανότητες».
Οι ΗΠΑ και άλλα δυτικά κράτη θα προσπαθήσουν να διατηρήσουν «ένα ποσοτικό και ποιοτικό πλεονέκτημα» απέναντι σε κράτη όπως η Κίνα, μέσω των επενδύσεων στην έρευνα και την ανάπτυξη και δίνοντας έμφαση στην ποιότητα και την αξιοπιστία του εξοπλισμού, της εκπαίδευσης και της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεών τους, σημειώνει η έκθεση του IISS.
Η Αραβική Άνοιξη αλλάζει τις ισορροπίες στην περιοχή
Οι εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης αποκάλυψαν μία «άνευ προηγουμένου προθυμία» αρκετών αραβικών κυβερνήσεων να λαμβάνουν μέρος σε στρατιωτικές επιχειρήσεις πέρα από τα σύνορά τους, όπως ανακοίνωσε σήμερα το αμυντικό think-tank.
Το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών αναφέρθηκε συγκεκριμένα στο Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ως παραδείγματα αυτής της νέας τάσης.
Και οι δύο χώρες έστειλαν στρατεύματα στη διάρκεια της εκστρατείας του ΝΑΤΟ στη Λιβύη, ενώ η επέμβαση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου στο Μπαχρέιν «επέδειξε μία διαφορετική μορφή στρατιωτικού ακτιβισμού», όπως αναφέρει το IISS στην ετήσια έκθεσή του «Η στρατιωτική ισορροπία» (The Military Balance).
«Αυτό που είναι ξεκάθαρο, είναι ότι το πολιτικό και στρατιωτικό πεδίο στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική αναδιαμορφώνονται με τις μακροχρόνιες αντιλήψεις για την ισορροπία των περιφερειακών δυνάμεων και τις στρατιωτικές τους ικανότητες να τίθενται υπό αμφισβήτηση», επεσήμανε ο IISS.
Το Ινστιτούτο σχολίασε, επίσης, στην έκθεσή του τους δεσμούς μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων και των οικογενειών που κυβερνούν πολλές από τις χώρες της περιοχής, οι οποίοι αποκαλύφθηκαν εξαιτίας των συγκρούσεων που σημειώθηκαν.
«Ένα συμπέρασμα στο οποίο καταλήξαμε μετά τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική είναι ότι αυτό που στα χαρτιά έμοιζε με ακριβές και σύγχρονες ένοπλες δυνάμεις αποκαλύφθηκε ότι πρόκειται για σχετικά μικρούς πυρήνες ευνοούμενων και καλά εξοπλισμένων στρατευμάτων, ο βασικός στόχος των οποίων είναι να ενισχύουν τα καθεστώτα», αναφέρεται στην έκθεση του IISS.
Επιπλέον το ποσοστό της εμπλοκής μελών των αρχουσών οικογενειών στις ένοπλες φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο στη στάση τους απέναντι στα κινήματα αμφισβήτησης.
«Στη Λιβύη, τη Συρία, την Υεμένη και το Μπαχρέιν όπου οι δυνάμεις ασφαλείας παρέμειναν ενωμένες και αντιστάθηκαν, συγγενείς των κυβερνώντων κατείχαν θέσεις- κλειδιά», επισημαίνει το Ινστιτούτο.
«Στην Τυνησία και την Αίγυπτο, όπου δεν υπήρχαν συγγενείς των κυβερνώντων σε υψηλές θέσεις του στρατού και της αστυνομίας, ο τακτικός στρατός διαχώρισε τη θέση του από τα καθεστώτα», κατέληξε.
Μια ισραηλινή επίθεση στο Ιράν θα καθυστερούσε μόνο το πυρηνικό του πρόγραμμα
Μια ισραηλινή επίθεση στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν θα καθυστερούσε μόνον κατά μερικά χρόνια την ανάπτυξη του αμφιλεγόμενου πυρηνικού προγράμματος της χώρας αυτής, προειδοποιεί σήμερα το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS).
Κατά την παρουσίαση στο Λονδίνο της ετήσιας έκθεσής του για την ισορροπία δυνάμεων στον κόσμο, ο γενικός διευθυντής του IISS Τζον Τσίπμαν σημείωσε ότι μια ισραηλινή προληπτική επίθεση θα μπορούσε επίσης να έχει ως αντίκτυπο την ενίσχυση της αποφασιστικότητας της Τεχεράνης να φέρει εις πέρας το πρόγραμμα αυτό.
«Η άποψη των περισσότερων στρατιωτικών ειδικών είναι ότι οποιαδήποτε επίθεση--είτε πρόκειται για επιδρομή, είτε για στρατιωτική εκστρατεία--θα καθυστερούσε μόνο ένα τέτοιο απόκτημα (πυρηνικό όπλο) και θα μπορούσε βεβαίως να παρακινήσει το καθεστώς, μόλις αναδιοργανωνόταν, να προχωρήσει ακόμη πιο γρήγορα προς τον σκοπό αυτόν», σημείωσε.
Ο Τσίπμαν προσέθεσε ότι «μόνον οι ΗΠΑ μπορούν να διευθύνουν μια στρατιωτική εκστρατεία» που θα είναι αποτελεσματική και ότι το Ισραήλ έχει μόνον τη δυνατότητα να κάνει επιθέσεις.
«Κατά την άποψή μου, μόνον μια στρατιωτική εκστρατεία θα προσέφερε τη δυνατότητα να καθυστερήσει σημαντικά η απόκτηση πυρηνικού όπλου από το Ιράν», υπογράμμισε.
Οι δυτικές δυνάμεις και το Ισραήλ υποπτεύονται ότι το Ιράν εργάζεται για την κατασκευή πυρηνικού όπλου χρησιμοποιώντας την κάλυψη του πυρηνικού του προγράμματος για ειρηνικούς σκοπούς. Αυτό το διαψεύδει η Τεχεράνη. Το Ισραήλ έχει πολλαπλασιάσει τις τελευταίες εβδομάδες τις απειλές για μια στρατιωτική επέμβαση προκειμένου να εμποδίσει την Τεχεράνη να συντελέσει μη αναστρέψιμες προόδους στο πρόγραμμα αυτό.
Ο Τζον Τσίπμαν σημείωσε ότι μια τέτοια ισραηλινή επίθεση δεν είναι πολύ πιθανή φέτος, λόγω των διαβεβαιώσεων που έδωσε ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα στον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου κατά την επίσκεψή του στην Ουάσινγκτον.
Ο Ομπάμα δήλωσε κατά τη συνάντηση αυτή ότι δεν θα απέκλειε την προσφυγή στη βία ως έσχατη λύση, αλλά ότι προτάσσει τη διπλωματική οδό και τις κυρώσεις για την αποτροπή της Τεχεράνης.
«Η Ουάσινγκτον κάλεσε (το Ισραήλ) να δείξει ανοχή, καθώς το Ιράν δεν έχει φτάσει στο σημείο να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα και τα αεροπορικά πλήγματα δεν θα καθυστερούσαν το ιρανικό πρόγραμμα παρά μόνον για μερικά χρόνια και οι κυρώσεις πρόκειται να έχουν πραγματικές επιπτώσεις στο Ιράν», συνόψισε ο επικεφαλής του IISS.
Ο ίδιος σημείωσε επίσης ότι αν το Ιράν πραγματοποιούσε τις απειλές του για το κλείσιμο των στρατηγικών Στενών του Χορμούζ, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους χάρη στη ναυτική τους παρουσία στη ζώνη «θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν γρήγορα το εκ νέου άνοιγμά τους».
Τέλος ο Τσίπμαν σημείωσε ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν εξακολουθεί να αποτελεί πηγή ανησυχίας για τις χώρες του Κόλπου, οι οποίες επιδίδονται σε απάντηση σε σημαντικές αγορές στρατιωτικού υλικού.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.