Ο πρόεδρος επικράτησε του Μιτ Ρόμνεϊ στην τρίτη και τελευταία τηλεμαχία
Του Αθανασιου Eλλις
Ο Μπαράκ Ομπάμα εμφανίσθηκε πιο πειστικός σε ό,τι αφορά τη γνώση και τον χειρισμό των διεθνών θεμάτων και επικράτησε του Μιτ Ρόμνεϊ στην τρίτη και τελευταία τηλεμαχία, δύο μόλις εβδομάδες πριν από τις εκλογές της 6ης Νοεμβρίου.
Προβάλλοντας την προσωπική του εμπειρία την τελευταία τετραετία στην άσκηση της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της ισχυρότερης χώρας του κόσμου, ο Δημοκρατικός πρόεδρος επέδειξε άνεση, επέκρινε τον Ρόμνεϊ για ασάφεια και απουσία οράματος, κατηγορώντας τον ότι θέλει να επαναφέρει την εξωτερική πολιτική της δεκαετίας του ’80, αναφερόμενος στην εκτίμηση του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου ότι η Ρωσία αποτελεί τον μεγαλύτερο εχθρό των ΗΠΑ. «Αυτά είναι απομεινάρια του Ψυχρού Πολέμου», τόνισε ο Δημοκρατικός πρόεδρος και συμπλήρωσε ότι με την ίδια λογική ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος θέλει να εισαγάγει την κοινωνική πολιτική της δεκαετίας του ’50 και την οικονομική πολιτική της δεκαετίας του ’20.
Από την πλευρά του, ο Μιτ Ρόμνεϊ υποστήριξε ότι ο νυν πρόεδρος υπήρξε αδύναμος και αναποτελεσματικός σε έναν κόσμο που βρίσκεται σε αναταραχή. Πάντως, σε μια εμφανή απόπειρα να προσελκύσει τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους, ο πρώην κυβερνήτης της Μασαχουσέτης εμφανίσθηκε μετριοπαθής. Σε αρκετές, μάλιστα, περιπτώσεις εξήρε τις προσπάθειες του Ομπάμα σε επιμέρους ζητήματα όπως στην περίπτωση της καταπολέμησης της Αλ Κάιντα. «Τον συγχαίρω για την εξόντωση του Οσάμα μπιν Λάντεν και για τον πόλεμο κατά της ηγεσίας της Αλ Κάιντα. Αλλά, δεν θα τα καταφέρουμε μόνο με τους σκοτωμούς», τόνισε, για να απαντήσει ο Ομπάμα ότι ο Ρόμνεϊ εκπέμπει συγκεχυμένα μηνύματα όπως στην περίπτωση του Αφγανιστάν, όπου ενώ αρχικά ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος είχε πει ότι δεν πρέπει να υπάρχει χρονοδιάγραμμα απόσυρσης, στη συνέχεια υποστήριξε το αντίθετο.
Η αναμέτρηση, που διεξήχθη στην κρίσιμη πολιτεία της Φλόριντα, κάλυψε πρωτίστως θέματα εξωτερικής πολιτικής, τομέας που θεωρείται προνομιακός για κάθε εν ενεργεία πρόεδρο, αν και δεν απουσίασαν επίσης αναφορές στην οικονομία και άλλα εσωτερικά ζητήματα. Κυριάρχησε η κατάσταση στη Μέση Ανατολή (από τη Συρία και το Ιράν μέχρι το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Λιβύη και την Αίγυπτο) και οι δύο υποψήφιοι τάχθηκαν υπέρ ενός ηγετικού ρόλου των ΗΠΑ στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα. «Η Αμερική πρέπει να είναι ισχυρή και να ηγείται», υποστήριξε ο Ρόμνεϊ, ενώ παρόμοια στάση υιοθέτησε και ο Ομπάμα.
Αμφότεροι υπογράμμισαν ιδιαίτερα τη σημασία της συμμαχίας των Ηνωμένων Πολιτειών με το Ισραήλ και συμφώνησαν πως σε περίπτωση που το εβραϊκό κράτος δεχθεί επίθεση, η Ουάσιγκτον θα βρεθεί στο πλευρό του. Ο Ρόμνεϊ χαρακτήρισε «μεγαλύτερο κίνδυνο για την ανθρωπότητα» τη μετεξέλιξη του Ιράν σε πυρηνική δύναμη, ενώ ο Ομπάμα την τρομοκρατία, επισημαίνοντας πάντως παράλληλα ότι ο τερματισμός του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης παραμένει κορυφαίος στόχος. Υπογράμμισε, δε, ότι οι συμμαχίες των ΗΠΑ δεν ήταν ποτέ άλλοτε τόσο ισχυρές στην Ασία, την Ευρώπη, την Αφρική, αλλά και με το Ισραήλ, όπου, τόνισε, «έχουμε μια πρωτόγνωρη συνεργασία μεταξύ του στρατού και των υπηρεσιών πληροφοριών». Ο Ρόμνεϊ υποστήριξε ότι «σκοπός μας είναι να βεβαιωθούμε ότι ο κόσμος βρίσκεται σε ειρήνη. Θέλουμε οι άνθρωποι να μπορούν να ζουν ειρηνικά και να ξέρουν ότι έχουν μπροστά τους ένα λαμπρό και εποικοδομητικό μέλλον, χωρίς πολέμους. Αυτός είναι ο στόχος μας. Αλλά, προκειμένου να είμαστε σε θέση να προωθήσουμε τις αρχές της ειρήνης, πρέπει να είμαστε ισχυροί. Και η αρχή γι’ αυτό είναι μια ισχυρή εγχώρια οικονομία. Δυστυχώς, όμως, η οικονομία δεν είναι ισχυρότερη».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.