Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2009

Είκοσι χρόνια από την κατάρρευση του Τείχους


Του Slavoi Zizek*
The New York Times


Είκοσι χρόνια έχουν περάσει από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Τις ιστορικές εκείνες ημέρες, ένα όνειρο φαινόταν να παίρνει σάρκα και οστά: τα κομμουνιστικά καθεστώτα κατέρρευσαν σαν χάρτινοι πύργοι και ο κόσμος άλλαξε με τρόπους που μέχρι τότε ουδείς μπορούσε να φανταστεί. Ωστόσο, όταν η παραζάλη των βελούδινων επαναστάσεων υποχώρησε και οι πολίτες του πάλαι ποτέ ανατολικού μπλοκ βρέθηκαν αντιμέτωποι με την καπιταλιστική πραγματικότητα, αναπόφευκτα απογοητεύθηκαν. Η αντίδρασή τους εκδηλώθηκε με τρεις τρόπους: άλλοι αναπολούν για «τα παλιά καλά χρόνια» του σοσιαλισμού. Άλλοι στράφηκαν στον ακροδεξιό εθνικισμό, ενώ ορισμένοι συνεχίζουν να κατηγορούν τον κομμουνισμό για όλα τα δεινά τους. Τις πρώτες δύο αντιδράσεις είναι εύκολο να τις κατανοήσει κανείς.

Οι ίδιοι που πριν από 20 χρόνια φώναζαν «καλύτερα νεκρός, παρά κόκκινος!», τώρα μας λένε, με τον ίδιο ενθουσιασμό, ότι «καλύτερα κόκκινος, παρά να τρώω χάμπουργκερ!». Δεν θα πρέπει δηλαδή να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας αυτήν τη νοσταλγία για τον κομμουνισμό, καθώς δεν εκφράζει κανένα πραγματικό αίτημα για επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς. Πρόκειται για μία μορφή πένθους και σταδιακής απεξάρτησης από το παρελθόν. Όσο για την αναβίωση του ακροδεξιού εθνικισμού, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι αυτή δεν περιορίζεται στην Ανατολική Ευρώπη. Είναι φαινόμενο που παρατηρείται σε όλες τις χώρες που στροβιλίζονται στη δίνη της παγκοσμιοποίησης.
Πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο αντι-κομμουνισμός που γιγαντώνεται συνεχώς. Το φθινόπωρο του 2006, μαζικές διαδηλώσεις εναντίον του κυβερνώντος σοσιαλιστικού κόμματος παρέλυσαν για ολόκληρες εβδομάδες την Ουγγαρία. Οι διαδηλωτές απέδιδαν την οικονομική κρίση που αντιμετώπιζε η χώρα στις πολιτικές της μετακομμουνιστικής κυβέρνησης. Δεν αναγνώριζαν καν τη νομιμότητά της, παρότι αναδείχθηκε μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες. Όταν επενέβη η αστυνομία για να διαλύσει τις συγκεντρώσεις, έγιναν συγκρίσεις με την παρέμβαση του Σοβιετικού Στρατού στη χώρα, το 1956.
Η αντι-κομμουνιστική παράνοια στοχοποιεί και τα σύμβολα. Τον Ιούνιο του 2008, το λιθουανικό Κοινοβούλιο ψήφισε νόμο με τον οποίο καθίστατο παράνομη η δημόσια επίδειξη κομμουνιστικών συμβόλων, όπως το σφυροδρέπανο, αλλά και η ανάκρουση του εθνικού ύμνου της Σοβιετικής Ένωσης. Τον περασμένο Απρίλιο, η πολωνική κυβέρνηση πρότεινε να επεκταθούν οι απαγορεύσεις του νόμου «περί προπαγάνδας ολοκληρωτικών καθεστώτων», ώστε να περιλάβουν και τα κομμουνιστικά βιβλία και ρούχα. Θα μπορούσε δηλαδή κανείς να συλληφθεί αν φορούσε μπλουζάκι με τον Τσε Γκεβάρα. Δεν προξενεί επίσης εντύπωση ότι στη Σλοβενία η βασική κριτική που ασκεί η λαϊκιστική Δεξιά στην Αριστερά είναι ότι η τελευταία αποτελεί «συνέχεια» των κομμουνιστικών καθεστώτων. Σε αυτήν την αποπνικτική ατμόσφαιρα, νέα προβλήματα και προκλήσεις παρουσιάζονται ως επανάληψη μαχών που έχουν ήδη δοθεί. Χαρακτηριστικό είναι ότι ορισμένοι στη Σλοβενία και την Πολωνία παρουσιάζουν τους υπερασπιστές της άμβλωσης και των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων, ως κομμουνιστές που δολοπλοκούν με σκοπό την υπονόμευση των ηθικών αξιών του έθνους.
Για ποιο λόγο κερδίζει έδαφος ο αντι-κομμουνισμός; Γιατί νέοι άνθρωποι που δεν θυμούνται καν πως ήταν η ζωή πριν από το 1989 ανασταίνουν τα φαντάσματα του παρελθόντος; Η απάντηση έγκειται σε μία απορία που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία 20 χρόνια: «αν ο καπιταλισμός είναι τόσο πολύ καλύτερος από τον σοσιαλισμό, τότε γιατί η ζωή μας δεν έχει βελτιωθεί;». Οι αντικομμουνιστές υποστηρίζουν ότι η αναντιστοιχία αυτή οφείλεται στον ελλιπή εκδημοκρατισμό των χωρών τους. Δεν έχουμε πραγματική δημοκρατία ακόμη, λένε, παρά μόνο μία επίφαση δημοκρατίας. Οι παλιοί κομμουνιστές συνεχίζουν να κυβερνούν, μεταμφιεσμένοι σε επιχειρηματίες και μάνατζερ. Τίποτε δηλαδή δεν άλλαξε, οπότε χρειαζόμαστε μία νέα επανάσταση.
Αυτό που δεν αντιλαμβάνονται οι οπαδοί της παραπάνω άποψης είναι ότι υιοθετούν τη βασική θέση του σοσιαλισμού, ότι δηλαδή η δημοκρατία είναι μία τυπική φενάκη, ενώ στην ουσία κυβερνά μία μειοψηφία. Με άλλα λόγια, αυτό που καταγγέλλουν ως ψευδο-καπιταλισμό οι αντικομμουνιστές, είναι ο αληθινός καπιταλισμός. Θα μπορούσε επιπλέον να υποστηρίξει κανείς ότι οι καταλληλότεροι να ηγηθούν της νέας τάξης που διαμορφώθηκε μετά την πτώση του κομμουνισμού ήταν πράγματι οι πρώην κομμουνιστές. Την ώρα που οι ήρωες των διαδηλώσεων εναντίον του ολοκληρωτισμού ονειρεύονταν μία κοινωνία δικαιοσύνης, ειλικρίνειας και αλληλεγγύης, οι πρώην κομμουνιστές προσαρμόστηκαν με τον πλέον αδίστακτο τρόπο στη νέα σκληρή πραγματικότητα των αγορών, χρησιμοποιώντας τις τακτικές που ήδη γνώριζαν.

* Ο Σλοβένος φιλόσοφος και συγγραφέας Slavoj Zizek είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.