Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

Πολιτική ανάλυση: Κόμματα και βουλευτικές εκλογές 2011 στην Κύπρο

Χρήστος Ιακώβου*

*Έχει διαφοροποιηθεί το πολιτικό πεδίο όπως το γνωρίζαμε στις τρεις προηγούμενες δεκαετίες

*Εδραιώνεται η παρουσία του επικοινωνιολόγου, του πολιτικού αναλυτή, του δημοσκόπου

*Διαμορφώνεται πολιτικό πεδίο παρόμοιο με αυτό των δυτικών κρατών

*Προσοχή στις δημοσκοπήσεις. Ενημερώνουν ή χειραγωγούν;

*Οι δημοσκοπήσεις έχουν αποκτήσει πολιτικό ρόλο

*ΑΚΕΛ: Θα επιχειρήσει να υπερκαλύψει εκλογικές απώλειες διευρύνοντας την επιρροή του στο εκλογικό σώμα

*ΔΗΣΥ: Ακολούθησε την τακτική της έντεχνης σιωπής απέναντι στις αλλεπάλληλες κρίσεις που αντιμετώπισε η κυβέρνηση Χριστόφια

Οι βουλευτικές εκλογές του 2011, όπως και κάθε εκλογική αναμέτρηση, αποτελούν την κορύφωση της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος στη χώρα μας. Μεγάλο μέρος της προεκλογικής διαδικασίας καλύπτει, όπως είναι αναμενόμενο, η αντιπαράθεση των πολιτικών κομμάτων γύρω από την κατάθεση του απολογισμού και των πεπραγμένων των κομμάτων καθώς επίσης και των θέσεών τους επί διαφόρων ζητημάτων δημοσίου ενδιαφέροντος. Η διαδικασία αυτή, λόγω του χαρακτήρα της φέρει, αναπόφευκτα, στην επιφάνεια είτε τις δυνατότητες είτε τις αδυναμίες του πεδίου της πολιτικής σε κάθε κράτος και προσφέρεται πάντοτε για προβληματισμό και επιστημονική ανάλυση.

Η πολιτική, δηλαδή οι διαδικασίες που ακολουθούνται, μέσω των οποίων οι ανθρώπινες κοινωνίες οργανώνονται, λειτουργούν και συνυφαίνονται με την εξουσία, είναι ένα βασικό θέμα που απασχολεί τη σύγχρονη επιστημονική έρευνα. Οι ραγδαίες εξελίξεις τις τελευταίες δεκαετίες και οι ποικίλες μεταλλαγές του λόγου της επαγγελματικής πολιτικής, τόσο σε τοπικό όσο και διεθνές επίπεδο, θέτουν επιτακτικά το ερώτημα του ρόλου του ανθρώπου στην πολιτική. Ταυτόχρονα τίθεται το ερώτημα του σκοπού που εξυπηρετεί η πολιτική. Παρουσιάζεται ότι πραγματοποιεί τα πάντα για τον άνθρωπο. Είναι όμως έτσι η πραγματικότητα; Ή αυτό εντάσσεται στα συμβολικά στοιχεία του λόγου της πολιτικής που στόχο έχουν τη μεταβολή του ανθρώπου σε αντικείμενο της και την αποδοχή από αυτόν της ανάθεσης της εντολής και της λειτουργίας του αντ’ αυτού; Ερωτήματα καίρια που αποτελούν την ουσία της πολιτικής. Είναι ο άνθρωπος το κυρίαρχο στοιχείο ή το σύστημα, ο νόμος, οι θεσμοί, τα πράγματα; Όταν όμως αποδεικνύονται κυρίαρχα τα δεύτερα τότε ποιος εξυπηρετείται;

Γενικά σχόλια για τις εκλογές στην Κύπρο

α) Πολιτική κουλτούρα και εκλογές στην Κύπρο

Παρακολουθώντας τις προεκλογικές διαδικασίες της τελευταίας δεκαετίας μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει ότι πλέον έχει διαφοροποιηθεί το πολιτικό πεδίο όπως το γνωρίζαμε στις τρεις προηγούμενες δεκαετίες. Επίσης, γίνεται πλέον ευδιάκριτο ότι εδραιώνεται η παρουσία μίας νέας κατηγορίας πολιτικών δρώντων, όπως του επικοινωνιολόγου, του πολιτικού αναλυτή, του δημοσκόπου κά., οι οποίοι εφεξής αποκτούν άμεση επιρροή στο πολιτικό παιγνίδι, ειδικά σε καθοριστικές στιγμές, όπως είναι οι προεκλογικές περίοδοι. Όλοι αυτοί έρχονται να προσδώσουν νέα ρυθμιστική σχέση μεταξύ της πολιτικής κουλτούρας και της κοινής γνώμης παρεμβαίνοντας με διάφορους τεχνικούς τρόπους στο δημόσιο πεδίο σε προεκλογικές περιόδους.

Η τηλεόραση και το διαδίκτυο, ως σύγχρονα μέσα ενημέρωσης, παίζουν τον καθοριστικό ρόλο στην πληροφόρηση των πολιτών, όπως επίσης και οι τεχνολογίες που εισάγονται από τις κοινωνικές επιστήμες (π.χ. δημοσκοπήσεις) που, θεωρητικώς τουλάχιστον, επιτρέπουν να κατανοήσουμε καλύτερα την κοινή γνώμη. Αυτό αρχικά αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τον εκσυγχρονισμό μίας δημοκρατικής κοινωνίας. Η πολιτική ανάλυση των δημοσκοπήσεων της κοινής γνώμης, των τηλεοπτικών συζητήσεων και αντιπαραθέσεων, ουσιαστικώς, καταδεικνύουν ότι αν όντως υπάρχει πρόοδος και εκσυγχρονισμός, αυτά συνίστανται στην ταχεία εξέλιξη στις τεχνολογίες των κοινωνικών επιστημών που αποσκοπούν στο να πείσουν ότι τα πάντα υπηρετούν την κοινή γνώμη. Κατά παράδοξο τρόπο, με αυτά τα δεδομένα, το πολιτικό πεδίο τείνει να περιχαρακωθεί στον εαυτό του, αποκλείοντας την ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών, αφού το πολιτικό παιγνίδι γίνεται ολοένα και περισσότερο θέμα ειδικών συμβούλων, οι οποίοι διαβεβαιώνουν μεν, ότι ζητούν από τους πολίτες να μιλήσουν αλλά στην πραγματικότητα το κάνουν όπως ο εγγαστρίμυθος όταν βάζει τη φωνή του στο στόμα των μαριονέτων του. Αυτό βέβαια, έχει ως συνέπεια η προεκλογική προσπάθεια ερμηνείας της κοινής γνώμης να λειτουργεί ως νόθευση ή ακόμη και ως κατασκευή της κοινής γνώμης.

Δυστυχώς, οι πολιτικοί είναι καταδικασμένοι να επιβιώσουν σ’ αυτό το πολιτικό πεδίο σαν γραφικές καρικατούρες και ως μεταπράτες ενός πολιτικού λόγου που έχει ταυτιστεί τόσο πολύ με το «τι πουλά» και που καθημερινά διαπλέκεται στην αγχώδη πάλη τους να κερδίσουν τις εντυπώσεις, ώστε ακόμη και το σώμα και η φωνή τους να στρεβλώνουν αμήχανα τις φυσικές κινήσεις και τα αντανακλαστικά τους.

Κάθε φορά που η Κυπριακή κοινωνία βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο, κατά την τελευταία δεκαετία, καταδεικνύεται ότι διαμορφώνει ένα νέο πολιτικό πεδίο, παρόμοιο με αυτό των δυτικών κρατών. Αυτό το νέο πολιτικό τοπίο φανερώνει ότι η δημοκρατία στο δυτικό κόσμο, όπως και στη χώρα μας, δεν απειλείται τόσο από αυταρχικές τάσεις που υπάρχουν μέσα στο πολιτικό σύστημα, όσο από μία μορφή δημοκοπίας των ειδικών, η οποία καθίσταται όλο και περισσότερο πιο επικίνδυνη, αφού τύποις διαθέτει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της δημοκρατίας, στην ουσία όμως λειτουργεί στην λογική των όποιων σκοπιμοτήτων. Με άλλα λόγια, αν κάτι απειλεί το δημοκρατικό ιδεώδες είναι ότι η πολιτική κουλτούρα μας, αργά-αργά, αποδέχεται τους πρωτομάστορες της μεθόδευσης των εντυπώσεων και κατ’ επέκταση ο πολίτης παύει να είναι το κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής.

α) Το θέμα των δημοσκοπήσεων και η χειραγώγηση της κοινής γνώμης

Εδώ και μία δεκαετία, από τότε δηλαδή που μπήκε δυναμικά η ελεύθερη τηλεόραση στη καθημερινή μας ζωή, οι προεκλογικές περίοδοι λειτουργούν ως επί το πλείστον στη βάση της συγκομιδής εντυπώσεων. Οι τελευταίες προεκλογικές περίοδοι έχουν αναγάγει σε κατ’ εξοχήν πολιτικό τηλεοπτικό προϊόν τη δημοσκόπηση. Για πρώτη φορά, τα τηλεοπτικά κανάλια κατακλύστηκαν από πολύχρωμες μπάρες και πίττες.

Η υπερπαραγωγή δημοσκοπήσεων σε συνδυασμό με τα διαφορετικά αποτελέσματα που δίδονται έχει αρχίσει να παράγει κριτική δυσπιστία ανάμεσα σε ένα μέρος του εκλογικού σώματος, ως προς την ρόλο της δημοσκόπησης σε προλογικές περιόδους. Αυτή η δυσπιστία μεταφράζεται ως αμφισβήτηση του κατά πόσον οι δημοσκοπήσεις λειτουργούν για να ενημερώσουν σχετικά με τις τάσεις του προεκλογικού κλίματος ή αποσκοπούν στο να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη και κατ’ επέκταση να νοθεύσουν την συμπεριφορά μέρους του εκλογικού σώματος. Με άλλα λόγια να καθοριστεί το αποτέλεσμα των εκλογών πριν από τις εκλογές. Αυτή η κριτική δυσπιστία των πολιτών θέτει σοβαρά ερωτήματα για τα όρια των δημοσκοπήσεων, διότι αναδεικνύει δύο παράγοντες που μπορεί να είναι ριζικά αναιρετικοί για ορθολογικές επιλογές έναντι των υποψηφίων. Ο πρώτος παράγοντας είναι η ψυχολογική δυναμική που παράγει η δημοσκόπηση, ως «εντύπωση» πλέον, και ο δεύτερος παράγοντας, η θεσμοποίηση της «πληροφορίας», που παράγει η δημοσκόπηση, ως αυταξίας.

Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι πλέον ένα εργαλείο για την διορατική κατανόηση της κοινής γνώμης άλλα παρατηρούμε ότι έχουν αποκτήσει ένα πολιτικό ρόλο. Παλαιότερα, αν ρωτούσες μερικούς οικοδόμους, δημοσίους υπαλλήλους και ταξιτζήδες θα έπαιρνες το πραγματικό προεκλογικό κλίμα, σε σημείο που μπορούσες να προβλέψεις το εκλογικό αποτέλεσμα. Αν σήμερα κάνεις την ίδια ερώτηση στους ίδιους ανθρώπους, θα σου απαντήσουν επικαλούμενοι τις δημοσκοπήσεις που βλέπουν από τα τηλεοπτικά κανάλια. Είναι ξεκάθαρο ότι η προβολή των δημοσκοπήσεων διαμορφώνει πλέον το κλίμα και αυτό δεν είναι άσχετο με όσους θέλουν να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη προεκλογικά.

Επιπλέον, η υπερπροβολή των δημοσκοπήσεων δημιουργεί ατμόσφαιρα τζόγου. Ζούμε σε μία χώρα όπου ένα μέρος του εκλογικού σώματος είναι εθισμένο στον τζόγο. Όπως ακριβώς οι εταιρείες στοιχημάτων καθορίζουν τα ποσά για τα στοιχήματα περισσότερο για μια ομάδα και λιγότερο για την άλλη, διαμορφώνοντας παράσταση νίκης, η οποία επηρεάζει το ποντάρισμα αυτού που στοιχηματίζει έτσι και η υπερπροβολή των δημοσκοπήσεων δημιουργεί μία εικονική πραγματικότητα που επιδρά ψυχολογικά στην εκλογική συμπεριφορά.

Τα κυπριακά πολιτικά κόμματα προ των εκλογών

Γενικά, τα αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών, πέραν του ότι καθορίζουν τη σύνθεση του νομοθετικού σώματος, είναι και μια ευκαιρία να καταγράψουν τα κόμματα την επιρροή τους στο λαό και το μέγεθος της αποδοχής τους από το εκλογικό σώμα. Πιο ειδικά, το αποτέλεσμα των επερχόμενων βουλευτικών εκλογών στην Κύπρο α) θα στείλουν πολιτικά μηνύματα για τους χειρισμούς της κυβέρνησης Χριστόφια στο Κυπριακό και στα εσωτερικά ζητήματα, β) θα κρίνουν την αντοχή της πολιτικής συνεργασίας ΑΚΕΛ – ΔΗΚΟ και γ) θα αρχίσουν να διαμορφώνουν το πολιτικό και κομματικό τοπίο για τις προεδρικές εκλογές του 2013.

ΑΚΕΛ

Το ΑΚΕΛ στις βουλευτικές εκλογές του 2006 ανεδείχθη πρώτη κομματική δύναμη στην Κύπρο και από το Φεβρουάριο του 2008 βρίσκεται στην προεδρία της Δημοκρατίας ο Δημήτρης Χριστόφιας, ο οποίος μέχρι τον Γενάρη του 2009 ήταν ο Γ.Γ. της Κ.Ε. του ΑΚΕΛ. Επιπλέον, ως κυβερνών κόμμα έχει την πιο ισχυρή παρουσία στην κυβέρνηση και στα διοικητικά συμβούλια των ημικρατικών οργανισμών. Ιστορικά, το 2008 μπορεί να χαρακτηρισθεί ως το απόγειο της ισχύος και επιρροής του ΑΚΕΛ στο πολιτικό σύστημα της Κύπρου, από την εποχή της ίδρυσής του.

Οι έντονες διαφωνίες, όμως, που προκάλεσαν από την αρχή οι χειρισμοί του προέδρου Χριστόφια στις συνομιλίες για το Κυπριακό με τους άλλους εταίρους στην κυβέρνηση (ΔΗΚΟ και ΕΔΕΚ) και σε συνδυασμό με τις αναπόφευκτες επιπτώσεις της διεθνούς οικονομικής κρίσης στην Κυπριακή οικονομία δημιούργησαν πολύ νωρίς ένα πολιτικό λίπος στο ΑΚΕΛ το οποίο σταδιακά άρχισε να προσμετράται ως πολιτικό κόστος. Η αποχώρησε της ΕΔΕΚ από την κυβέρνηση και η ισχυρή κριτική που ασκούν κατά πυκνά χρονικά διαστήματα οι διαφωνούντες στο ΔΗΚΟ επιβάρυναν ακόμη περισσότερο την κατάσταση. Στην ουσία το ΑΚΕΛ επωμίστηκε σχεδόν όλο το βάρος υπεράσπισης του κυβερνητικού έργου. Με αυτή τη συγκεκριμένη κατάσταση στο εσωτερικό, η δριμεία κριτική κατά του ΑΚΕΛ και της κυβέρνησης θα ενταθεί μέχρι τις εκλογές, από τα άλλα κόμματα, αφού είναι το ευνοϊκό πεδίο κεφαλαιοποίησης όλων των διαφωνούντων ψηφοφόρων με τους ποικίλους κυβερνητικούς χειρισμούς.

Το ΑΚΕΛ, όπως και τα άλλα κόμματα, θα επιχειρήσει να υπερκαλύψει εκλογικές απώλειες διευρύνοντας την επιρροή του στο εκλογικό σώμα με επιλογές που έκανε στα ψηφοδέλτιά του από άτομα πέραν του χώρου της παραδοσιακής αριστεράς. Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία των κομμάτων, όπως το 2006, λόγω του αρνητικού πολιτικού κλίματος που διαμορφώθηκε μεταξύ των εταίρων στο κυβερνητικό σχήμα και της αδυναμίας της κυβέρνησης Χριστόφια να παρουσιάσει συνοχή σε ό,τι αφορά κρίσιμους χειρισμούς που έκανε στο Κυπριακό και στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης.

ΔΗΣΥ

Ο ΔΗΣΥ ακολούθησε την τακτική της έντεχνης σιωπής απέναντι στις αλλεπάλληλες κρίσεις που αντιμετώπισε η κυβέρνηση Χριστόφια προσδοκώντας σε μακροχρόνια οφέλη. Μέσα στα χρονικά πλαίσια των τριών τελευταίων ετών, η ηγεσία του ΔΗΣΥ επεχείρησε να περιορίσει στο ελάχιστο τις αρνητικές επιπτώσεις για τη συνοχή του κόμματος που επεσώρευσε η διάσπαση στο δημοψήφισμα του 2004. Σε αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο η σημασία που δόθηκε από την κομματική ηγεσία στην επικοινωνία και επανένταξη στελεχών του κόμματος που απομακρύνθηκαν τα τελευταία χρόνια λόγω διαφωνιών στο Κυπριακό. Τους τελευταίους μήνες, με το βλέμμα στραμμένο στις προεδρικές εκλογές στοχευμένα επιχειρήθηκε έμμεση προσέγγιση με το ΔΗΚΟ την ΕΔΕΚ και το ΕΥΡΩΚΟ. Με την ανακοίνωση του ψηφοδελτίου του ΔΗΣΥ, οι επιλογές γνωστών υποστηρικτών του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα καθώς επίσης και πρώην στελεχών του ΔΗΚΟ λειτουργούν, εκ των πραγμάτων, ως πολιτικά μηνύματα και γέφυρες επικοινωνίας με χώρους που ήταν αρνητικοί σε οποιαδήποτε συνεργασία με τη σημερινή ηγεσία του ΔΗΣΥ καθώς επίσης μπορεί να λειτουργήσουν ως αποδομητές των επιχειρημάτων των υπερασπιστών των χειρισμών του προέδρου Χριστόφια στο Κυπριακό.

Με αυτή την πρακτική η ηγεσία του ΔΗΣΥ λειτούργησε, τα τελευταία χρόνια, προληπτικά βλέποντας τις βουλευτικές εκλογές του 2011 ως ενδιάμεσο σταθμό για τις προεδρικές του 2013. Απέφυγε τις σφοδρές αντιπολιτευτικές συγκρούσεις που θα έφθειραν το κόμμα, επεχείρησε να βελτιώσει επικοινωνιακά την εικόνα του κόμματος και του προέδρου του στο εκλογικό σώμα χωρίς να κάνει καμία ουσιαστική αλλαγή στις παραδοσιακές του θέσεις στο Κυπριακό, διευρύνοντας το πεδίο κομματικής δράσης.

Με αυτά τα δεδομένα, ο ΔΗΣΥ δικαιολογημένα προσδοκά εκλογικό όφελος από τις βουλευτικές, διεκδικώντας μάλιστα και ποσοστό διαφοράς από το ΑΚΕΛ για να μπορέσει να κινηθεί με περισσότερη αυτοπεποίθηση την επομένη των βουλευτικών σε τακτικές κινήσεις για τις προεδρικές του 2013.


ΔΗΚΟ

Η απρόσμενος αποκλεισμός του Τάσσου Παπαδόπουλου από το β’ γύρο των προεδρικών εκλογών του 2008 και ο συγκρουσιακός τρόπος με τον οποίο το Δημοκρατικό Κόμμα έλαβε την απόφαση να υποστηρίξει το Δημήτρη Χριστόφια, προμήνυε ουσιαστικά τη ταραχώδη πορεία που ακολούθησε έκτοτε το Δημοκρατικό Κόμμα. Η εικόνα που εκπέμπει το ΔΗΚΟ, τα τρία τελευταία χρόνια, περιέχει τα στοιχεία του αυτοτραυματισμού, της έλλειψης συνοχής, της αναποτελεσματικότητας και της κρίσης πολιτικής ταυτότητας.

Παρά το ότι η ηγεσία του ΔΗΚΟ παρουσιάζεται δημοσίως ψύχραιμη μπροστά στα πολλαπλά αδιέξοδα που αντιμετωπίζει το κόμμα από την παραμονή στην κυβέρνηση και την έντονη κριτική που δέχεται για τις επιλογές της από κορυφαία κομματικά στελέχη, εντούτοις η ανησυχία για χαμηλές επιδόσεις στις βουλευτικές εκλογές φαίνεται να προβληματίζει και να ανησυχεί ιδιαίτερα. Η απουσία ενιαίου λόγου στο μείζον θέμα του Κυπριακού, τόσο από τους ενδοκομματικούς διαφωνούντες όσο και από τις παλινωδίες του προέδρου του κόμματος σε σχέση με τους χειρισμούς της κυβέρνησης, προκαλούν περισσότερο σύγχυση η οποία πλήττει την οργανωτική συνοχή του κόμματος, καθιστώντας την όποια προσπάθεια δημιουργίας αξιόπιστης εικόνας, η οποία θα μπορούσε να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους, εξαιρετικά δύσκολη.

Η κύρια προσπάθεια το ΔΗΚΟ στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές είναι να συγκρατήσει τα ποσοστά του 2006 αναδιατυπώνοντας την πρότασή του για την ανάγκη ενίσχυσης του κεντρώου χώρου με την προοπτική επαναφοράς του κόμματος σε τροχιά διεκδίκησης της εξουσίας. Η εικόνα, όμως, την οποία εκπέμπει σήμερα το κόμμα είναι σαφώς ανατρεπτική αυτών των φιλοδοξιών.

Κ.Σ. ΕΔΕΚ

Η ΕΔΕΚ κατέρχεται στις εκλογές έχοντας ήδη δοκιμάσει με επιτυχία το μοντέλο των ευρωεκλογών του 2009. Τότε η ΕΔΕΚ επικέντρωσε τις προσπάθειές της στην εκλογή ευρωβουλευτή αναδεικνύοντας με σταθερότητα τις διαφωνίες της στο Κυπριακό με την κυβέρνηση γεγονός που της επέτρεψε να διευρύνει την εκλογική της βάση. Η αποχώρηση της από την κυβέρνηση πριν από ένα χρόνο, με το σκεπτικό ότι δεν είχε τη δυνατότητα αποτελεσματικής συμμετοχής στη διαμόρφωση της πολιτικής επί του Κυπριακού απέσεισε το βάρος της όποιας ευθύνης από τις δεσμεύσεις του προέδρου Χριστόφια στις συνομιλίες, ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την αξιοπιστία του πολιτικού της λόγου και κατ’ επέκταση τη δημόσια κριτική την οποία ασκεί για μια ευρεία γκάμα θεμάτων. Η χρονική περίοδος αποχώρησης της ΕΔΕΚ από τον κυβερνητικό συνασπισμό παρείχε στο κόμμα το πλεονέκτημα του χρονικού βάθους στην έκφραση των διαφωνιών και της δημόσιας κριτικής, γεγονός που ενίσχυσε την αποδοχή των επιχειρημάτων που προέβαλε η ΕΔΕΚ για την εθελούσια έξοδό της από την κυβέρνηση.

Ο ευδιάκριτος βραχυπρόθεσμος στόχος του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, στις βουλευτικές εκλογές του ερχομένου Μαίου, είναι να αυξήσει την εκλογική και κοινοβουλευτική του δύναμη με σκοπό, μεσοπρόθεσμα, να εκμεταλλευτεί μείωση των ποσοστών του ΑΚΕΛ και του ΔΗΚΟ για να καταστεί ρυθμιστική πολιτική δύναμη τόσο στην εκλογή προέδρου της βουλής όσο και στις συμμαχίες που θα διαμορφωθούν για τις προεδρικές εκλογές. Εμπόδιο σε αυτή την προσπάθεια της ΕΔΕΚ μπορεί να αποτελέσει η τεχνητή πόλωση που ενδεχομένως να δημιουργήσουν ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ, κάτι που πιθανόν θα στερήσει την τελευταία στιγμή ψήφους από την ΕΔΕΚ.

ΕΥΡΩΚΟ

Το ΕΥΡΩΚΟ είναι το νεώτερο κόμμα και συνεχίζει να κινείται στην λογική της ιστορικής του συγκρότησης που είναι η πολιτική κεφαλαιοποίηση της απόρριψης του σχεδίου Ανάν στον κεντροδεξιό χώρο. Είναι το μοναδικό κόμμα το οποίο, από τις προεδρικές εκλογές του 2008, ακολούθησε με σταθερότητα αντιπολιτευτική γραμμή στους χειρισμούς του προέδρου Χριστόφια στο Κυπριακό, αντιπαραβάλλοντας συστηματικά την ευρωπαϊκή λύση την οποία συσχετίζει με τη λαϊκή ετυμηγορία στο δημοψήφισμα του 2004.

Η κριτική του ΕΥΡΩΚΟ στους χειρισμούς του προέδρου κατά τις συνομιλίες στηρίχθηκε από την αρχή στον εντοπισμό τριών κινδύνων. Πρώτον, στον κίνδυνο να καταλήξει η διαδικασία στην υποβολή ενός σχεδίου που να είναι μία ελαφρά παραλλαγή του Σχεδίου Ανάν. Δεύτερον, στον κίνδυνο να καταρρεύσει στην πορεία η διαδικασία των εκλογών και να αναβαθμιστεί το ψευδοκράτος κάνοντας πιο ευδιάκριτη διεθνώς τη διχοτόμηση και τρίτον, στον κίνδυνο να εγκλωβιστεί η ελληνική πλευρά σε μία διαδικασία ατέρμονων και άγονων συνομιλιών που θα εντείνουν την κόπωση και την κάμψη των διεκδικήσεων, διαιωνίζοντας με αυτό τον τρόπο το πρόβλημα και αποδυναμώνοντας τις προοπτικές λύσης. Αν κρίνει κανείς από τους λόγους αποχώρησης της ΕΔΕΚ από την κυβέρνηση καθώς επίσης και από τους κλυδωνισμούς που δέχεται το ΔΗΚΟ, λόγω της παραμονής του στην κυβέρνηση, το ΕΥΡΩΚΟ επιβεβαιώνεται για τις αρχικές του θέσεις.

Βασικός στόχος του ΕΥΡΩΚΟ στις εκλογές είναι να παραμένει μία αξιόπιστη κοινοβουλευτική δύναμη διατηρώντας ή και αυξάνοντας το ποσοστό του κόμματος μέσω της απορρόφησης δυσαρεστημένων ψηφοφόρων του ΔΗΚΟ και του ΔΗΣΥ στο εθνικό θέμα.

Η μακρά απουσία του Νίκου Κουτσού μείωσε για μία περίοδο την επικοινωνιακή εμβέλεια του κόμματος καθώς επίσης, όπως και στην περίπτωση της ΕΔΕΚ, τυχόν τεχνητή πόλωση που ενδεχομένως να δημιουργήσουν ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ λίγο προ των εκλογών πιθανότατα να στερήσουν την τελευταία στιγμή ψήφους από το ΕΥΡΩΚΟ.


ΚΙΝΗΜΑ ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ - ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΣΤΩΝ

Το Κίνημα Οικολόγων – Περιβαλλοντιστών είναι το μοναδικό κόμμα στην Κύπρο του οποίου η συγκρότηση αποτελεί μία καινοτομία στο ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται το κομματικό σύστημα της Κύπρου. Η ψηλή ιεράρχηση των αρχών της ισορροπίας του οικοσυστήματος και της προστασίας του περιβάλλοντος για την επιβίωση κάθε ανθρώπινης κοινωνίας, που προβάλλει και διεκδικεί μέσα από την πολιτική του δράση, το καθιστούν περισσότερο ως θεματικό κόμμα με αποτέλεσμα να επικαλύπτουν, σε μεγάλο βαθμό, τις θέσεις του στο Κυπριακό. Από τα πρώτα στάδια της ίδρυσής του το Κίνημα Οικολόγων είχε δύο ευδιάκριτα χαρακτηριστικά γνωρίσματα: το πρώτο είναι ότι δεν πρόκειται για κόμμα εξουσίας και το δεύτερο είναι ότι συγκροτήθηκε αποκλειστικά με την προοπτική της πολιτικής οικολογίας και ως εκ τούτου διαθέτει μία ανομοιογενή ιδεολογική βάση σε σχέση με το Κυπριακό. Το πρώτο γνώρισμα κράτησε το κόμμα μακριά από ευκαιριακές συμμαχίες και κατ’ επέκταση μακριά από οποιοδήποτε κόστος, που θα είχε η συμμετοχή του σε κυβερνητικούς συνασπισμούς. Το δεύτερο γνώρισμα υπερτονίζει τη θεματική δραστηριότητα του κόμματος αλλά του δημιουργεί διλήμματα σε ό,τι αφορά την ευκρίνεια των θέσεων σε μία σειρά πολιτικών θεμάτων.

Παρά το γεγονός ότι το κόμμα υπεστήριξε την εκλογή Χριστόφια, από την αρχή διεχώρισε τη θέση του σε πολλές από τις επιλογές και αποφάσεις της κυβέρνησης και σε κάποιες άσκησε σκληρή κριτική. Σήμερα, θα το τοποθετούσε κάποιος με ευκολία στην αντιπολίτευση.

Στόχος του Κινήματος των Οικολόγων στις βουλευτικές εκλογές είναι η αύξηση του ποσοστού που έλαβε στις εκλογές του 2006 κάτι που θα του εξασφαλίσει την κοινοβουλευτική του παρουσία και θα του προσδώσει περισσότερη αξιοπιστία στην πολιτική του δραστηριότητα. Τέλος, μπορεί να αποτελέσει και εσχάτη εναλλακτική επιλογή για ψηφοφόρους που απαξίωσαν τα παλαιότερα κόμματα και αναζητούν μία διέξοδο στο προβληματισμό για τη τελική ψήφο.


*Χρήστος Ιακώβου, Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥ.ΚΕ.Μ.)

1 σχόλιο:

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.