Επιστημονικό-ενημερωτικό ιστολόγιο με βαρύτητα σε θέματα γεωπολιτικής,εξωτερικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων. geopoliticsgr@gmail.com
Δευτέρα 27 Απριλίου 2009
Πέντε χρόνια από το δημοψήφισμα Η σημασία της διάσωσης της Κυπριακής Δημοκρατίας
Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών
Το πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εκτυλίχθηκε το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004 κατέδειξε ουσιαστικά την άρνηση της πλειοψηφίας του Κυπριακού λαού να μετατρέψει την Κυπριακή Δημοκρατία σε εργαστήρι πειραματισμών για τον περιορισμό της πολιτικής κυριαρχίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Υπήρξε η κατηγορηματική απόρριψη της πρότασης να υιοθετήσει ένα κρατικό μόρφωμα που θα ήταν χειρότερο από το υφιστάμενο και θα αναιρούσε τις κατακτήσεις του, όπως είναι οι εδραίοι δημοκρατικοί θεσμοί, το κράτος δικαίου, η ισχυρή οικονομία και θα ακύρωνε τα πολιτικά πλεονεκτήματα της ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η φιλοσοφία του Σχεδίου Ανάν ήταν το προϊόν της λογικής μίας μακράς περιόδου διαπραγματεύσεων που στηριζόταν σε εθελούσιες υποχωρήσεις προκειμένου να καταλογισθούν ευθύνες στην άλλη πλευρά με αποτέλεσμα σε κάθε νέο γύρο ο διάλογος, όποια μορφή και να είχε, άρχιζε νομοτελειακά με τις τελευταίες υποχωρήσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς ως τις αρχικές της θέσεις. Παράλληλα, οι θέσεις της τουρκοκυπριακής πλευράς μετατοπίζοντο προς το πιο αδιάλλακτο, χωρίς αποτελεσματική αντίδραση εκ μέρους της ελληνοκυπριακής πλευράς. Πρόκειται για την περίοδο όπου εισήχθησαν ως νεολογισμοί, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, στο πολιτικό και διπλωματικό λεξιλόγιο του κυπριακού, έννοιες όπως «συνομιλίες χωρίς όρους», «εκ περιτροπής προεδρία», «χαλαρή ομοσπονδία», «συστατικά ή συνιστώντα κράτη», «αποδοχή (aknowledgement) του ψευδοκράτους, κ.ά. Η διολίσθηση του κυπριακού αντανακλάται στην υποβολή του σχεδίου Ανάν, το οποίο παρουσιάζει σοβαρά ελλείμματα στην εφαρμογή των ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων των νομίμων κατοίκων του νησιού, στο σεβασμό των ελευθεριών τους, στην αποκατάσταση του δικαίου των προσφύγων, στις εδαφικές αναπροσαρμογές, στην παραμονή των εποίκων, στις εγγυήσεις για την ασφάλεια κ.ά.
Το αποτέλεσμα δεν απετέλεσε άρνηση της λύσης, αλλά αντίδραση στην ανασφάλεια που προκάλεσε η αβεβαιότητα της κατάργησης της Κυπριακής Δημοκρατίας και της έλλειψης μηχανισμών που θα προεφύλασσε τους Κυπρίους σε περίπτωση κατάρρευσης του πειράματος της λύσης. Οι ασυνάρτητες και νεφελώδεις προοπτικές του Σχεδίου Ανάν και οι ψευδαισθήσεις για καλή πίστη της Τουρκίας στη μεταβατική περίοδο, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη την αβεβαιότητα της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, δεν ήταν τίποτε άλλο στα μάτια των Ελληνοκυπρίων παρά μία ανεξόφλητη επιταγή ελπίδας χωρίς αντίκρισμα.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, εισήγαγε άμεσα, μέσω της λαϊκής ετυμηγορίας, αυτό που η Ελληνική πλευρά ΔΕΝ θέλει να υπάρχει στη λύση:
Πρώτο, δεν αποδέχεται κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας με την ταυτόχρονη υιοθέτηση ενός πολιτικού συστήματος που η λειτουργία του θα βρίσκεται υπό την κηδεμονία δικαστικών αποφάσεων.
Δεύτερο, δεν μπορεί η Τουρκία να είναι εγγυητής του προτεινομένου κρατικού μορφώματος με τον ταυτόχρονο αφοπλισμό του. Μέσα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής έννομης τάξης, κανένα κράτος δεν χρειάζεται ούτε εξωτερικές εγγυήσεις αλλά ούτε εκχώρηση της ασφάλειάς του σε δεσποτικά κράτη όπως η Τουρκία.
Τρίτο, η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν μπορεί να αποδεχθεί λύση που να νομιμοποιεί την παραμονή εποίκων, λαμβάνοντας υπόψη τα καταδικαστικά ψηφίσματα του ΟΗΕ γι’ αυτήν την πτυχή της Τουρκικής πολιτικής στην Κύπρο.
Τέταρτο, δεν μπορεί να υπάρξει λύση που να απαιτεί από την ελληνοκυπριακή πλευρά συμβιβασμούς σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μόνιμες παρεκκλίσεις από το κοινοτικό κεκτημένο. Η θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς πρέπει να παραμένει αμετάκλητη σε ό,τι αφορά τις εκβιαστικές πιέσεις για υποχώρηση σε ζητήματα δημοκρατικών αρχών και πολιτικών κατακτήσεων του νεωτερικού δυτικού πολιτισμού, οι οποίες πρυτανεύουν χωρίς εξαιρέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τέλος, θα ήταν στρατηγικό σφάλμα για την ελληνοκυπριακή πλευρά να δεχθεί «λύση» που έχει ως αφετηριακό σημείο την εξαγορά ελπίδων και ασαφών υποσχέσεων για σταδιακή επιστροφή κάποιων χιλιάδων προσφύγων έναντι άμεσων παραχωρήσεων, συμπεριλαμβανομένης της κατάργησης του τελευταίου καταφυγίου αξιοπρέπειας και ελευθερίας που είναι η Κυπριακή Δημοκρατία. Η νόμιμη κρατική υπόσταση της Κύπρου απετέλεσε την κόκκινη γραμμή υποχωρήσεων στις εκβιαστικές αξιώσεις των διεθνών διαμεσολαβητών. Ουδέποτε κατά το παρελθόν η Κυπριακή Δημοκρατία δεν εξέφρασε σε τέτοιο ύψιστο βαθμό το σύμβολο ενότητας και ελευθερίας για τους Κυπρίους.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
ΚΥΠΡΙΑΚΟ: ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΗΦΟΡΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΟΣ.
ΑπάντησηΔιαγραφήτου Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Χειραψίες δόξα τω Θεώ είδαμε πολλές…
Κάμποσες ήταν και οι δηλώσεις που ακούσαμε…
Αυτό που ψάχνουμε ακόμη πίσω από τα ψιλά γράμματα των παραλειπομένων της επίσκεψης Καραμανλή στην Κύπρο και της συνάντησης του με το Δ. Χριστόφια, είναι μια γεύση αισιοδοξίας, αποφασιστικότητας, προοπτικής και εθνικά περήφανης στάσης στο κορυφαίο ζήτημα της ελληνικής διπλωματίας.
Την ψάχνουμε γιατί απλά δεν προέκυψε από την μίζερη ψηλάφηση των εκλογικών αποτελεσμάτων στα κατεχόμενα. Και δε θα προκύψει ποτέ αν η προβληματική των πολιτικών ανδρών, εξαντλείται στο φραστικό ανάθεμα για τις δεκάδες χιλιάδες των εποίκων που εξέλεξαν με συντριπτική πλειοψηφία τον Ερογλου, και δεν επεκταθεί στην ανάγκη ν απαντήσουμε με τρόπο σαφή και κατηγορηματικό, στο πόσο αποφασισμένοι είμαστε να απαλλάξουμε οριστικά το νησί από την παρουσία των εποίκων. Αλλωστε το γεγονός ότι οι ίδιοι έποικοι είχαν εκλέξει τον Ταλάτ στην ηγεσία του ψευδοκράτους, ούτε στρογγυλεύει το πρόβλημα της παρουσίας τους στο νησί, ούτε φυσικά και τροποποιεί την πολιτική του σημασία.
Την ψάχνουμε γιατί κανείς δεν μας είπε για το μερίδιο της συμβολής που έχει η δική μας υποχωρητικότητα, στην περαιτέρω αποθράσυνση της τουρκοκυπριακής πλευράς. Γιατί ούτε την ανάγκη της αυτοκριτικής για όσα παραχωρήθηκαν είδαμε να ξεπροβάλει, ούτε πολύ περισσότερο διακρίναμε τη όποια διάθεση επανεξέτασης, επανακαθορισμού και διορθωτικών κινήσεων στην μάλλον αδιέξοδη τακτική μας.
Την ψάχνουμε γιατί όλα δείχνουν πως είμαστε μπροστά στη δημιουργία ενός «κράτους» φτιαγμένου σε δοκιμαστικό σωλήνα - παγκόσμιου προτύπου – που το επεξεργάζονται στο συνεταιριστικό «εργαστήρι» που έστησαν η Ουάσιγκτον, η Άγκυρα και το Λονδίνο, ένα κράτος που το 80% του ελληνοκυπριακού και το 20% του τουρκοκυπριακού του πληθυσμού, δε θα ξέρει αν θα διαφεντεύουν την τύχη του οι έποικοι, τα διεθνή δικαστήρια η οι στρατιωτικοί επιτελείς. Ποιος σε ποιόν θα λογοδοτεί, ποιος ποιόν θα κατευθύνει.
Και εκτός από την αναζήτηση – την προφανώς μάταια αναζήτηση – αυτής της νότας αισιοδοξίας, προκύπτουν παράλληλα και ορισμένα ακόμη κρίσιμα ερωτηματικά.
1. Πόσο απέχει η διαφαινόμενη λύση από τις επιδιώξεις και τους στρατηγικούς σχεδιασμούς της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής?
2. Πόσο αποτελεσματικά έχουν αξιοποιηθεί τα διπλωματικά πλεονεκτήματα που διαθέτουμε για να πιέσουν δραστικά την Τουρκία για την απόσυρση του στρατού κατοχής και την εκ θεμελίων αναθεώρηση της στρατηγικής της στο νησί?
3. Πόσο ευνοείται η διαπραγματευτική διαδικασία αν στην προσπάθεια μας να πείσουμε τους εταίρους μας πως πάψαμε να είμαστε απείθαρχα και άτακτα συνεταιράκια, προϊδεάζουμε την Τουρκία για την πρόθεση μας να την καλωσορίσουμε μετά βαΐων και κλάδων στους διεθνείς οργανισμούς, πέρα και ανεξάρτητα από τη δική της αδιαλλαξία?\
4. Πόσο σοβαρά αναρωτήθηκε η πολιτική μας ηγεσία αν συρόμενη στη διαφαινόμενη «λύση», θα έχει επί της ουσίας ξεμπροστιαστεί – απαξιωθεί – χρεοκοπήσει - ξεφτιλιστεί με τη μέριμνα και την φροντίδα των υπερατλαντικών μας εταίρων?
5. Πόσο αντιστοιχίζονται αυτοί οι χειρισμοί με την ψυχή του ελληνοκυπριακού «ΟΧΙ» στο σχέδιο Αναν?
Μπορεί κάποιοι να έκαναν τη λύση αυτοσκοπό. Αλλά λύση χωρίς «χρώμα», χωρίς κατεύθυνση, χωρίς αρχές, κανόνες και ξεκάθαρο προσανατολισμό, λύση που γι ακόμα μια φορά θα παραβλέπει και θα προσπερνά τις εθνικές επιταγές, δε θα είναι λύση αλλά ένα «άρον – άρον» ξεμπέρδεμα με το πρόβλημα.
Μια τέτοια επιλογή, δε θα προσεγγίζει απλά, αλλά ΘΑ ΤΑΥΤΙΖΕΤΑΙ με εθνική μειοδοσία.
Κι αν κάποιοι άλλοι οραματίζονται πως μέσα από μια λύση χωρίς εθνική ταυτότητα, χωρίς χρώμα και χωρίς ψυχή, θα πέσουν φράγκα στο νησί κι αυτός ο «αποχρωματισμένος» - κατά τις επιδιώξεις τους – λαός θα ευημερήσει, και στον απόηχο αυτής της λογικής, φροντίζουν ήδη να οικοδομούν τις βάσεις για τις αυριανές πολιτικές κι οικονομικές τους καριέρες, τότε οφείλουν και οι μεν και οι δε, να θυμούνται, πως δεν ξεπουλάνε μονάχα την Κύπρο αλλά ολόκληρο τον Ελληνισμό κι αυτό το φορτίο θ αποδειχτεί πολύ βαρύ για τις ευαίσθητες πλατούλες τους.
Μην παίζετε άλλο με τη φωτιά.
Το τέλος του κατήφορου είναι ο πάτος