Τρίτη 28 Απριλίου 2009

ΠΕΡΙ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΗΣ ΕΙΡΗΝΕΥΤΙΚΗΣ ΔΥΝΑΜΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΛΥΣΗ


του Ανδρέα Πενταρά*


Μέσα από δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων αναφορικά με τη πτυχή της αφάλειας, αλλά και ανθρώπων που πρόσκεινται στη κυβέρνηση και τα κυβερνητικά κόμματα, μπορεί κανείς να διαβλέψει τη πρόθεση του προέδρου να εισηγηθεί, παράλληλα με τη πλήρη αποστρατικοποίηση της Κύπρου, την εγκατάσταση μιας ενισχυμένης ειρηνευτικής δύναμης κάτω από το κεφάλαιο 7 του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ, η οποία να διασφαλίσει την ειρήνη και ασφάλεια στη Κύπρο. 

Είναι πάντως απορίας άξιο με πόση προχειρότητα όλοι οι πιο πάνω αναφέρονται σε ένα τόσο σημαντικό ζήτημα όπως η διάθεση ειρηνευτικής δύναμης κάτω από το κεφάλαιο 7, χωρίς προηγουμένως να μπουν στο κόπο, να μελετήσουν οι ίδιοι είτε να αναθέσουν στους συνεργάτες τους να μελετήσουν και ακόμα να συνεργασθούν με τον ΟΗΕ, στο κατά πόσο μπορεί ο Οργανισμός με βάση το καταστατικό του χάρτη και τη πρακτική που ακολούθησε σε άλλες περιπτώσεις, να διαθέσει μια τέτοια δύναμη για το σκοπό που επιθυμεί η δική μας πλευρά. Εμείς, επανηλειμμένα σε προηγούμενη αρθρογραφία μας τονίσαμε ότι θεωρούμε αδύνατη μια τέτοια απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας για τους παρακάτω λόγους. Πρώτον, προκειμένου το ΣΑ να αποφασίσει την αποστολή ΕΔ κάτω από το κεφάλαιο 7, θα πρέπει να διαπιστώσει ότι ΄΄υπάρχει απειλή για την ειρήνη, διατάραξη της ειρήνης ή επιθετική ενέργεια΄΄ (άρθρο 39 του καταστατικού χάρτη). Με τη λύση όμως του Κυπριακού, ποιός μπορεί να ισχυρισθεί ότι θα συμβαίνει κάτι από τα πιο πάνω; Το ΣΑ δεν έλαβε απόφαση για αποστολή στη Κύπρο ΕΔ κάτω από το κεφ 7, ούτε με τα γεγονότα του 1964, ούτε με την εισβολή του 1974, περίοδοι κατά τις οποίες υπήρχαν οι προϋποθέσεις για να εκτιμήσει ότι απειλείτο η διεθνής ασφάλεια και ειρήνη. 

Δεύτερον, ακόμα και αν το ΣΑ προχωρούσε στη λήψη απόφασης κάτω από το κεφ. 7, θα έπρεπε πρώτα να λάβει απόφαση για λήψη προσωρινών μέτρων που δεν συνεπάγονται τη χρήση ένοπλης δύναμης, όπως ΄΄διακοπή οικονομικών σχέσων, σιδηροδρομικών, θαλάσσιων, εναέριων συγκοινωνιών, των ταχυδρομικών, ραδιοφωνικών και άλλων μέσων επικοινωνίας καθώς και τη διακοπή διπλωματικών σχέσων΄΄ (άρθρα 40 και 41). Και στη περίπτωση που τα μέτρα αυτά αποδεικνύονταν ανεπαρκή, τότε και μόνον θα μπορούσε να προχωρήσει στη διάθεση ειρηνευτικής δύναμης με όρους εντολής που να επιτρέπουν τη χρήση ένοπλης βίας (άρθρο 42). Στη περίπτωση επίλυσης του Κυπριακού, εναντίον ποιού κράτους ή ποιάς κοινότητας θα λάμβανε τα μέτρα αυτά το ΣΑ; 

Τρίτον, η διάθεση μιας τέτοιας διεθνούς δύναμης γίνεται με αποκλειστικό σκοπό την αποκατάσταση της διεθνούς ασφάλειας και ειρήνης στη συγκεκριμένη περιοχή και αμέσως αποσύρεται. Η παρουσία της δεν έχει αόριστο χρονικό ορίζοντα όπως συμβαίνει με τις ειρηνευτικές δυνάμεις του κεφαλαίου 6 (π.χ. ΟΥΝΦΙΚΥΠ) που μπορεί να ανανεώνεται η θητεία τους ανά εξάμηνο.  

Όπως λοιπόν φαίνεται και με μια απλή ανάγνωση του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ, η διάθεση ειρηνευτικής δύναμης κάτω από το κεφάλαιο 7 δεν πρόκειται ποτέ να υλοποιηθεί σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού. Με τη λύση ενός χρονίζοντος προβλήματος όπως είναι το Κυπριακό, η διεθνής ασφάλεια και ειρήνη αποκαθίσταται. Δεν εκτίθεται σε περισσότερο κίνδυνο απότι προηγουμένως έτσι ώστε να δικαιολογείται η αποστολή ΕΔ με όρους εντολής πολέμου. Υπάρχουν άλλωστε σήμερα στο πλανήτη αρκετές περιοχές όπου το αίμα ρέει άφθονο, περιοχές που μαστίζονται από πείνα, αρώστειες, επιδημίες κλπ που έχουν περισσότερη ανάγκη από τη παρουσία ειρηνευτικών και ανθρωπιστικών αποστολών παρά η ευημερούσα και ειρηνεύουσα Κύπρος. Και βέβαια αυτά ισχύουν και για τις ειρηνευτικές αποστολές της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και οποιουδήποτε άλλου διεθνούς οργανισμού, αφού όλες αυτές οι δυνάμεις, ενεργούν με απόφαση του ΟΗΕ και κάτω από τους όρους εντολής του.

Τα επιτακτικά ερωτήματα λοιπόν που προκύπτουν με δεδομένη την αδυναμία αποστολής ειρηνευτικής δύναμης κάτω από το κεφάλαιο 7, είναι τι είδους ασφάλεια θα έχει αυτός ο τόπος μετά τη λύση και τι θα αντιπροτείνει ο πρόεδρος Χριστόφιας στο Ταλάτ και τη Τουρκία απέναντι στη θέση που θα προβάλουν για συνέχιση των εγγυήσεων και της παρουσίας στρατιωτικών αποσπασμάτων Τουρκίας και Ελλάδας στο νησί.

Ας ελπίσουμε ότι έγκαιρα ο κ. Ντάουνερ θα μπεί στο κόπο να πληροφορήσει τη πλευρά μας στο κατά πόσο ο ΟΗΕ ή άλλος διεθνής οργανισμός μπορεί να αποστείλει μια τέτοια δύναμη στη Κύπρο, έτσι ώστε να διαλυθούν όσο είναι καιρός οι όποιες ψευδαισθήσεις καλλιεργούνται στην ηγεσία και στο λαό. Τότε ίσως, φιλοτιμηθεί η πλευρά μας να ετοιμάσει μια ρεαλιστική πρόταση απάντησης στο ζήτημα της ασφάλειας και των εγγυήσεων που δεν μπορεί να είναι άλλη από την ύπαρξη ιδίων Ενόπλων Δυνάμεων από την Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία.
 
* Υποστράτηγος ε.α.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.