Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

ΠΕΡΙ ΠΙΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΤΟΥΡΚΙΑ

του Ανδρέα Πενταρά*

Tόσον ο πρόεδρος της Δημοκρατίας όσο και στελέχη της κυβέρνησης και της συγκυβέρνησης ακόμα και παράγοντες του λεγόμενου ΄΄απορριπτικού μετώπου΄΄ με προεξάρχοντα τον Αρχιεπίσκοπο, μέσα από δημόσιες τοποθετήσεις τους, στηρίζουν τη λύση του Κυπριακού, όπως βέβαια ο καθένας από αυτούς την εννοεί, αποκλειστικά και μόνο στις πιέσεις που θα πρέπει να ασκήσει η διεθνής κοινότητα στη Τουρκία.

Φαίνεται όμως ότι, τόσο ο πρόεδρος όσο και όσες πολιτικές δυνάμεις και παράγοντες επενδύουν στη στρατηγική επίλυσης του Κυπριακού μέσω των πιέσεων της διεθνούς κοινότητας προς τη Τουρκία, αγνοούν, αφενός το διεθνές δίκαιο και αφετέρου το ρόλο που διαδραματίζει σήμερα η Τουρκία στη λειτουργία του διεθνούς συστήματος.

Σ ότι αφορά το διεθνές δίκαιο, οι πιέσεις που μπορεί να ασκήσει η διεθνής κοινότητα σε μια χώρα προκειμένου να συμμορφωθεί με αυτό, προβλέπονται από τον καταστατικό χάρτη του ΟΗΕ και συγκεκριμένα από το άρθρο 41 του κεφαλαίου 7 και αφορούν στη λήψη οικονομικών, εμπορικών, διπλωματικών και άλλων μέτρων. Ως γνωστό από ιδρύσεώς του, ο ΟΗΕ μόνον τέσσερεις φορές έλαβε αποφάσεις κάτω από το κεφάλαιο 7 (Κορέα 1950, Κόλπος 1991, Βοσνία 1994 και Λιβύη 2011) και αυτό δείχνει τη δυσκολία επιβολής τέτοιων μέτρων σε μια χώρα. Η Κύπρος άλλωστε ουδέποτε ζήτησε τη λήψη παρόμοιας απόφασης κάτω από το κεφάλαιο 7. Κατά συνέπεια, καμιά χώρα και κανένας οργανισμός δεν νομιμοποιείται να ασκήσει τέτοιας μορφής πιέσεις στη Τουρκία, αφού κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο με το διεθνές δίκαιο.

Εκτός βέβαια, αν με την έννοια ΄΄πιέσεις΄΄ εννοούν, όσοι υποστηρίζουν την άποψη αυτή, τις διάφορες δηλώσεις που για λόγους εθιμοτυπίας κάμνουν οι ηγέτες κατά τις επισκέψεις τους στη Κύπρο, σαν αυτές που έκαμε η κ. Μέρκελ στη Λευκωσία και ενδεχομένως θα κάμει και ο κ. Σαρκοζί όταν θα επισκεφθεί τη Κύπρο. Αν πραγματικά κάποιοι πιστεύουν ότι η Τουρκία θα υποχωρήσει στο Κυπριακό ύστερα από τέτοιες δηλώσεις, τότε τα ελλείματα σε επίπεδο πολιτικών εκτιμήσεων της ηγεσίας είναι πράγματι πολύ μεγάλα.

Όμως, ακόμα και στο επίπεδο των δηλώσεων ή και κάποιων ενεργειών που δεν εμπίπτουν στο άρθρο 41 του καταστατικού χάρτη, εκείνο που συμβαίνει τη τελευταία δεκαετία είναι, ότι όχι μόνο η διεθνής κοινότητα δεν ασκεί πιέσεις στη Τουρκία, αλλά η Τουρκία είναι εκείνη που ασκεί πιέσεις στη διεθνή κοινότητα, ακόμα και στις ΗΠΑ και στο ΝΑΤΟ. Να θυμίσω κάποια σημαντικά γεγονότα. Το 2003, τετρακόσια Αμερικανικά πολεμικά και εμπορικά πλοία, ανέμεναν επί τρείς μήνες έξω από την Αλεξανδρέττα προκειμένου η Τουρκία να εγκρίνει την απόβαση της Αμερικανικής Στρατιάς η οποία θα εισέβαλλε στο Ιράκ από τα σύνορα της Τουρκίας. Η Τουρκία τελικά είπε όχι, η στρατιά επέστρεψε μέσω της διώρυγας του Σουέζ και του Ατλαντικού στο Περσικό Κόλπο, όπου ενήργησε την επίθεση μέσω του Κουβέϊτ. Το όχι της Τουρκίας κόστισε στους Αμερικανούς σημαντικές απώλειες ανθρώπινων και υλικών πόρων, κάτι που θα αποφευγόταν εάν συνηγορούσε η Τουρκία.

Στο ζήτημα της συνεργασίας ΝΑΤΟ – ΕΕ, το οποίο έχει εξελιχθεί σε μείζον πρόβλημα και για τους δύο Οργανισμούς, αφού πλέον απειλούνται οι ζωές των Ευρωπαίων στρατιωτών και αστυνομικών στις διάφορες ειρηνευτικές επιχειρήσεις, η Τουρκία αρνείται να συνεργασθεί και να επιτρέψει τη ροή πληροφοριών του ΝΑΤΟ προς την ΕΕ.

Στο ζήτημα των πυρηνικών του Ιράν, η Τουρκία, στα πλαίσια της νεοοθωμανικής της στρατηγικής και σε αντίθεση με τη πολιτική των ΗΠΑ και της διεθνούς κοινότητας, εφαρμόζει δική της πολιτική που διευκολύνει ουσιαστικά το Ιράν στην απόκτηση πυρηνικών όπλων.

Στο ζήτημα της αντιπυραυλικής ομπρέλλας που αποφασίσθηκε στη διάσκεψη κορυφής του ΝΑΤΟ το Νοέμβριο του 2010, η Τουρκία έφερε προσκόμματα στις σχετικές αποφάσεις, διεκδικώντας μερίδιο στη διοίκηση του συστήματος.

Το ίδιο έπραξε και στη πρόσφατη κρίση της Λιβύης, όταν επί δύο περίπου βδομάδες το ΝΑΤΟ δεν μπορούσε να λάβει απόφαση για ανάληψη της διοίκησης των επιχειρήσεων, εξ αιτίας της Τουρκίας, η οποία αρχικά φαινόταν να μη συμφωνεί με την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας και αργότερα να διεκδικεί ρόλο στη διοίκηση των δυνάμεων ναυτικού αποκλεισμού της Λιβύης.

Με αυτά τα χαρακτηριστικά παραδείγματα, μπορεί ο καθένας να καταλάβει κατά πόσον η διεθνής κοινότητα και η ΕΕ μπορούν να ασκήσουν ακόμα και φραστικές πιέσεις προς τη Τουρκία. Και όμως, ο πρόεδρος και η κυβέρνηση, αντί να ενδυναμώσουν τους συντελεστές ισχύος της Κυπριακής Δημοκρατίας (άμυνα, οικονομία, διπλωμματία) με τη χρήση των οποίων να υποχρεώσουν τη Τουρκία σε υποχωρήσεις, αναμένουν την απελευθέρωση της πατρίδας μας μέσα από ευχές για πιέσεις που θα ασκήσει προς τη Τουρκία η ... πιεζόμενη από τη Τουρκία διεθνής κοινότητα. Πρόκειται για τη στρατηγική παράδοσης άνευ όρων στη Τουρκία, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην ολοκληρωτική Τουρκοποίηση της Κύπρου.

*Υποστράτηγος ε.α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.