Παρασκευή 15 Μαΐου 2009

Η νέα διπλωματία Ομπάμα για τη Μέση Ανατολή


DER SPIEGEL

Έκπληκτα και φανερά ικανοποιημένα έμειναν την Τρίτη τα 6.500 μέλη της Αμερικανο-Ισραηλινής Επιτροπής Δημοσίων Υποθέσεων (AIPAC), του κύριου φιλο-Ισραηλινού λόμπυ, ακούγοντας την ομιλία του αντιπροέδρου Τζο Μπάιτεν. «Παρόλες τις αλλαγές που προωθούνται, υπάρχει μία βασική αρχή που δεν θα αλλάξει. Η δέσμευση μας στην διασφάλιση της ειρήνης και της ασφάλειας του κράτους του Ισραήλ» δήλωσε ο Μπάϊντεν, αποσπώντας το θερμό χειροκρότημα των συνέδρων.

Ωστόσο, λίγο αργότερα τα μέλη της AIPAC αντιλήφθηκαν τι συμβαίνει στην Αμερική του Ομπάμα, παρακολουθώντας την εμφάνιση άλλου σημαίνοντος κυβερνητικού στελέχους, αυτή την φορά στον ΟΗΕ. Η Υφυπουργός Εξωτερικών Ρόουζ Γκότεμιουλερ, ειδική στα πυρηνικά όπλα και επικεφαλής των διαπραγματεύσεων με την Ρωσία για ενίσχυση της Συνθήκης Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων (NPT), κάλεσε αρκετές χώρες που πιστεύεται ότι κατέχουν πυρηνικά όπλα να μετάσχουν στην Συνθήκη. «Ο παγκόσμιος σεβασμός στις αρχές της Συνθήκης, από την Ινδία, το Ισραήλ, το Πακιστάν και την Βόρεια Κορέα… παραμένει βασικός στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών», δήλωσε.

Αναφορά που κατέρριπτε ένα από τα κύρια ταμπού της Αμερικανικής διπλωματίας. Ποτέ πριν η Ουάσιγκτον δεν είχε κατονομάσει το Ισραήλ ως πυρηνική δύναμη, ασχέτως αν το Εβραϊκό κράτος διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο από τη δεκαετία του 1960. Αν κάτι επίσημα δεν υπάρχει, τότε δεν μπορεί να καταμετρηθεί, να επιθεωρηθεί ή να μειωθεί.

Οι αναφορές Γκότεμιουλερ μπορεί να προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις στο Ισραήλ, στην Ουάσιγκτον όμως, αρκετές δεξαμενές σκέψεις, ερμήνευσαν το αίτημα ως μία ακόμη απόδειξη της πρόθεσης της Αμερικανικής κυβέρνησης για αλλαγή, αφού ακόμη και σε αυτή την δύσκολη περίπτωση – την διαμάχη Ισραηλινών και Παλαιστινίων και την διαμάχη μεταξύ της Δύσης και του Ισλαμικού κόσμου – ο Ομπάμα θεωρεί ότι υπάρχει η δυνατότητα για πρόοδο και πρέπει να αναζητηθεί, εξού και το βασικό του μήνυμα προς τον Ισλαμικό κόσμο ότι «οι ΗΠΑ δεν είναι σε πόλεμο με το Ισλάμ», και οι συχνές αναφορές στην αυτοβιογραφία του για τις σχέσεις του με τον Μουσουλμανικό κόσμο.

Από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε καθήκοντα, ο Ομπάμα κατέστησε σαφές στην Ισραηλινή κυβέρνηση ότι δεν θα ακολουθούσε την «υπερβολικά φιλική πολιτική» του προκατόχου του. Ο Μπους ανέκαθεν υποστήριζε τους Ισραηλινούς – ασχέτως αν επρόκειτο για την ανέγερση οικισμών ή τα αντίποινα σε βάρος των Παλαιστινίων. Αυτή η πολιτική, σε συνδυασμό με την αδυναμία εμπλεκομένων κρατών να προωθήσουν την εξεύρεση λύσης, οδήγησε την ειρηνευτική διαδικασία σε τέλμα.

Τώρα, ο Ομπάμα, στην προσπάθεια του να αναβιώσει την διαδικασία, διατηρεί αποστάσεις από το Ισραήλ. Ο χαρακτηρισμός «πυρηνική δύναμη» αποτελεί το αποκορύφωμα της στρατηγικής του που αποσκοπεί στο να προσδώσει στην Αμερική την δυνατότητα δράσης στη Μέση Ανατολή. Παρά την ψυχρότητα στις σχέσεις ΗΠΑ-Ισραήλ, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν αποθαρρύνεται. Στις 4 Ιουνίου θα μεταβεί μάλιστα στο Κάιρο για να απευθυνθεί στον Μουσουλμανικό κόσμο, ομιλία που αναμένεται να είναι ιδιαίτερα βαρύνουσα.

Στο πλαίσιο αυτό, οι Τάιμς του Λονδίνου δημοσίευσαν την Δευτέρα δηλώσεις του Ιορδανού Βασιλιά Αμπντάλλα, ο οποίος ανέφερε ότι οι ΗΠΑ σχεδιάζουν την προώθηση ειρηνευτικού σχεδίου που προνοεί την «λύση των 57 κρατών», και με βάση το οποίο ο Μουσουλμανικός κόσμος, θα αναγνωρίσει στην ολότητα του, το Ισραήλ. Αμπντάλλα και Ομπάμα, προστίθεται, κατέληξαν στο σχέδιο τον Απρίλιο και οι λεπτομέρειες του ενδεχόμενα να δημοσιοποιηθούν τον Ιούνιο, μετά και την επίσκεψη στην Ουάσιγκτον του Ισραηλινού πρωθυπουργού.

Οι Τάιμς σημειώνουν επίσης ότι θα παραχωρηθούν κίνητρα στο Ισραήλ για να παγώσει την ανέγερση νέων οικισμών, με αντάλλαγμα την έκδοση βίζας στους Ισραηλινούς από τα Αραβικά κράτη και την άδεια χρήσης του εναερίου τους χώρου από την κρατική αεροπορική εταιρεία Ελ-Αλ. Μέχρι σήμερα, ο Νετανιάχου, δεν έχει υποστηρίξει την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους, ενώ η κυβέρνηση του αντιτίθεται στην έναρξη συζήτησης για τα σύνορα του Ισραήλ, το καθεστώς των Ιεροσολύμων και τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες.

Ωστόσο, αυτή την περίοδο, η πολιτική Ομπάμα είναι επικεντρωμένη στο Ιράν παρά στο Ισραήλ. Οι ΗΠΑ θέλουν να αποτρέψουν την Τεχεράνη να προχωρήσει στην κατασκευή πυρηνικού όπλου, αφού πιστεύουν ότι μία τέτοια εξέλιξη θα οδηγήσει σε μία κούρσα εξοπλισμών στην περιοχή. Είναι ακριβώς για αυτό τον λόγο που ο Ομπάμα πρότεινε στην Τεχεράνη τις άνευ όρων συνομιλίες, πρόταση που αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από ορισμένους, οι οποίοι εκτιμούν πως η πολιτική που προωθεί ο Λευκός Οίκος, είναι εξίσου «αφελής και δυνητικά επικίνδυνη».

Αν το Ισραήλ ικανοποιήσει τελικά τις απαιτήσεις της Ουάσιγκτον, Κινέζοι και Ρώσοι θα καταστούν πιο πρόθυμοι να συνεργαστούν για επιτυχία της ειρηνευτικής διαδικασίας, ενώ την ίδια στιγμή, η επιμονή της Ουάσιγκτον για την δημιουργία Παλαιστινιακού κράτους, μπορεί να οδηγήσει και στην εξομάλυνση των σχέσεων του Εβραϊκού κράτους με τους πολέμιους του.

Οι ΗΠΑ, θέλουν να αποδείξουν ότι μπορούν να είναι κάτι περισσότερο από απλοί υποστηρικτές του Ισραήλ, ότι μπορούν να είναι ειλικρινείς μεσολαβητές, προτάσσοντας στην εξωτερική τους πολιτική την εμπιστοσύνη, κάτι που η κυβέρνηση Μπους θρυμμάτισε. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο εντασσόταν και η αναφορά του Τζο Μπάϊντεν στην σύναξη της AIPAC, ότι «οι ΗΠΑ χρειάζονται κάτι περισσότερο από έναν μόνο φίλο». «Το έθνος που διεκδικεί να ηγείται, αλλά κανένας δεν το ακολουθεί, δεν ηγείται,» τόνισε. Αυτή την φορά, κανένας δεν χειροκρότησε.

The New York Times Syndicate

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.