Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2009

Η τραγική απόγνωση του Πατριάρχη


Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών


Κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στις ΗΠΑ, ο Οικουμενικός Πατριάρχης προέβη σε κάποια δήλωση μιλώντας σε μια από τις πιο δημοφιλείς εκπομπές της χώρας. Η δήλωση αυτή προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από την Τουρκική κυβέρνηση και τα Τουρκικά ΜΜΕ, αφού την θεώρησαν ως ζημιογόνα και αμαυρωτική για την εικόνα που θέλει να εκπέμπει, ειδικά αυτήν την περίοδο, η Τουρκική κυβέρνηση στον Δυτικό κόσμο.

Η δήλωση του Πατριάρχη έχει ως εξής: «Το παλαιότερο μοναστήρι του κόσμου βρίσκεται στην Αίγυπτο, στην έρημο του Σινά. Εκεί υπάρχει μια επιστολή, που έγραψε ο Μωάμεθ απευθυνόμενος στους Μουσουλμάνους. Ο Προφήτης διατάσσει τους πιστούς να προστατεύσουν τους Χριστιανούς του μοναστηριού και να σέβονται την πίστη τους σε όλο τον κόσμο. Πρόκειται για μια ειρωνεία. Επισκέφθηκα πολλές φορές τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς, αλλά δεν έτυχα βοήθειας. Τα εδάφη αυτά εδώ είναι για μας ιερά όσο η Ιερουσαλήμ. Αν και καμιά φορά σταυρωνόμαστε, προτιμούμε να παραμείνουμε εδώ».

Τι είπε και τι ζήτησε ουσιαστικά ο Πατριάρχης με αυτή τη δήλωση; «Η Θεολογική Σχολή ετοίμασε ανθρώπους, που εισηγούνταν την ειρήνη, την ενότητα και την αγάπη. Τώρα δεν δίνεται η δυνατότητα αυτή. Προβάλλεται το ανθρώπινο γόητρο. Επισκέφθηκα τον πρωθυπουργό Ερντογάν και του διατύπωσα τα προβλήματά μας και του είπα “γιατί”; Του ζήτησα βοήθεια, αλλά δεν πήρα απάντηση».

Αυτό που είπε ο Πατριάρχης ήταν το αυτονόητο και η αποτύπωση της πραγματικότητας με απλά λόγια. Η δυσανάλογη, σε ένταση και έκταση, αντίδραση των Τούρκων αποτυπώνει μία άλλη διάσταση, αυτήν της απογοήτευσης από τις φρούδες ελπίδες που καλλιέργησε σε πολλούς που ευαγγελίζοντο τον «εξευρωπαϊσμό» της Τουρκίας μέσα από την ενταξιακή της πορεία.




Διεθνώς, ο Πατριάρχης τυγχάνει σεβασμού ως ο πνευματικός ηγέτης περίπου 200 εκατομμυρίων Ορθοδόξων σε όλο τον κόσμο, δηλαδή ως «πρώτος μεταξύ ίσων» των πέντε παραδοσιακών Πατριαρχών των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών. Για την νομοθεσία της Τουρκίας, όμως, είναι απλώς ο θρησκευτικός ηγέτη της ελληνορθόδοξης κοινότητας της Τουρκίας. Αυτή η διένεξη έχει ως αποτέλεσμα, κάτι που είναι άγνωστο στους πλείστους εκτός Τουρκίας, το Πατριαρχείο να μην έχει νομικό καθεστώς και επομένως και ιδιοκτησία. Μπορεί η Τουρκία να εκλαμβάνει και να αντιμετωπίζει, εκ των πραγμάτων, το Πατριαρχείο ως τουρκικό ίδρυμα, το Πατριαρχείο, όμως, απαιτεί και διεκδικεί ένα ιδιαίτερο νομικό πρόσωπο, το οποίο να αντανακλά τη διεθνή του θέση, και παράλληλα να το προστατεύει από τις επιπτώσεις της εκάστοτε τουρκικής μειονοτικής πολιτικής, την οποία τα μειονοτικά ιδρύματα έχουν πληρώσει τραγικά και ακριβά. Γι’ αυτό και η Τουρκία αντέδρασε στις δηλώσεις αφού αυτές κατέδειξαν τη διάσταση του Πατριαρχείου που δεν θέλει να αναγνωρίσει η Τουρκία.

Η Τουρκία συστηματικά παραβιάζει διεθνείς κανόνες που έχουν να κάνουν με την τεράστια περιουσία των μειονοτικών ιδρυμάτων στην επικράτεια της Κωνσταντινούπολης. Με μία απόφαση του Συμβουλίου του Κράτους το 1974, το Τουρκικό κράτος μπόρεσε να κατάσχει όλη την περιουσία που δεν είχε δηλωθεί από τα μειονοτικά ιδρύματα κατά την καταγραφή του 1936. Με βάση το την απόφαση του 1974, ό,τι έχει αποκτηθεί μετά το 1936 από τα ιδρύματα, μέσω δωρεών ή αγορών, θεωρείται παράνομο, αφού τα Ελληνικά, όπως και τα Αρμενικά μειονοτικά ιδρύματα θεωρήθηκαν «αλλοδαπά» άρα δεν ήταν κατοχυρωμένα νομικώς να αποκτήσουν ακίνητη περιουσία στην Τουρκία. Έτσι, κάνοντας χρήση αυτής της απόφασης, το Τουρκικό κράτος ανάγκασε το Πατριαρχείο να επιστρέψει τα ακίνητα στον προηγούμενο ιδιοκτήτη και, αν ο ίδιος ή οι κληρονόμοι δεν μπορούσαν να εντοπιστούν, όπως συνέβαινε στις πλείστες των περιπτώσεων, η ακίνητη περιουσία περιήρχετο στην κυριότητα του Τουρκικού κράτους. Με αυτή τη διαδικασία τα τελευταία 35 χρόνια, μεγάλος αριθμός υποθέσεων κατέληγε στα δικαστήρια και με συνοπτικές διαδικασίες ένα σημαντικό μέρος της ακίνητης περιουσίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατασχέθηκε.

Το Τουρκικό κράτος φροντίζει επιμελώς να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, με το να αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικά κληρονομιάς σε Έλληνες από την Κωνσταντινούπολη που ζουν στο εξωτερικό, ευελπιστώντας ότι αργά ή γρήγορα η περιουσία τους θα περιέλθει «νόμιμα» στην κυριότητα του Τουρκικού κράτους.

Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο αν προσμετρήσει κάποιος και τα δύο άλλα προβλήματα που έχουν να κάνουν με το Πατριαρχείο. Το πρώτο αφορά στους περιορισμούς που θέτει η Τουρκία για το κλήρο του Πατριαρχείου κάτι που ενδέχεται να δυσχεράνει σημαντικά τη στελέχωση αυτού του αρχαιότερου σήμερα θεσμού των Βαλκανίων στην επόμενη γενιά. Μόνο Τούρκοι υπήκοοι επιτρέπεται να γίνουν Επίσκοποι ή Πατριάρχες, και η Τουρκία αρνείται να παραχωρήσει την τουρκική υπηκοότητα σε ορθόδοξους κληρικούς που θέλουν να εγκατασταθούν στην Κωνσταντινούπολη. Το δεύτερο αφορά στο, από το 1971 κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, εμποδίζοντας με αυτό τον τρόπο την εκπαίδευση νέου κλήρου που θα στελεχώσει στο μέλλον το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Η ευδιάκριτη διαπίστωση που μπορεί κάποιος να κάνει μέσα από το γεγονός που προέκυψε είναι ότι η κραυγή απόγνωσης του Οικουμενικού Πατριάρχη συνδέεται με την υπαρξιακή αγωνία για το μέλλον του Πατριαρχείου και ταυτόχρονα υπομιμνήσκει το αυτονόητο ότι δηλαδή η Τουρκία συνεχίζει την Ευρωπαϊκή της πορεία ενώ οι μεγάλες προσδοκίες για παράλληλη βελτίωση της κατάστασης του Οικουμενικού Πατριαρχείου εξελίσσονται σε φρούδες ελπίδες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.