Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Δεκαεπτά δισ. δολάρια σε μία τετραετία

Του Ευανθη Xατζηβασιλειου*

Στις 5 Ιουνίου 1947, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζορτζ Μάρσαλ, κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ διακήρυξε ότι η Ουάσιγκτον ήταν πρόθυμη να χορηγήσει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες εκτεταμένη οικονομική βοήθεια -έφθασε τελικά τα 17 δισεκατομμύρια δολάρια- ώστε να ανακάμψουν από τις καταστροφές του πολέμου. Οι Αμερικανοί έθεσαν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση της βοήθειας το ότι οι ευρωπαϊκές χώρες θα συνεργάζονταν στη χρήση της, έτσι ώστε να προκύψουν εθνικά προγράμματα συμβατά μεταξύ τους. Το καλοκαίρι του 1947, η Μόσχα απαγόρευσε στα «ανατολικά» (υπό σοβιετικό έλεγχο) κράτη να αποδεχθούν τη βοήθεια. Το Σχέδιο Μάρσαλ -European Recovery Programme, ERP- εφαρμόστηκε από το 1948 έως το 1952: επέφερε την ανάκαμψη της Δυτικής Ευρώπης (τη «χρυσή εποχή» της ανάπτυξης, 1950-1973), καθώς και την έναρξη της ευρωπαϊκής οικονομικής συνεργασίας, που θα εξελισσόταν, από το 1950, στο κίνημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Εκτοτε, το Σχέδιο Μάρσαλ επανέρχεται συχνά στη δημόσια συζήτηση. Οι πρώτες κριτικές διατυπώθηκαν στη δεκαετία του 1960 από την αμερικανική αριστερή «αναθεωρητική» ιστοριογραφία, η οποία περιέγραψε τo σχέδιο ως ένα ιμπεριαλιστικό εγχείρημα, που στόχευε στo να ελέγξουν οι ΗΠΑ τους ευρωπαϊκούς πόρους και το διεθνές εμπόριο· κατά την άποψη αυτή, οι ΗΠΑ, με το Σχέδιο Μάρσαλ, προσπάθησαν επίσης να «εξαγοράσουν» τους συμμάχους των Σοβιετικών στην Ανατολική Ευρώπη, και επομένως εξώθησαν τη Μόσχα σε μια πολιτική άμυνας έναντι του αμερικανικού επεκτατισμού· άρα, κατέληγαν οι αναθεωρητές, οι ΗΠΑ ήταν αποκλειστικά υπεύθυνες για την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου. Το πρόβλημα με τους αναθεωρητές, ωστόσο, ήταν ότι εξέφραζαν λογικοφανείς υποθέσεις -κυρίως βασισμένοι στις πολιτικές τους βεβαιότητες- χωρίς όμως να έχουν κάνει έρευνα στις σχετικές αρχειακές πηγές, αμερικανικές και ευρωπαϊκές. Οταν οι τελευταίες κατέστησαν διαθέσιμες στη δεκαετία του 1970, η νέα («μετα-αναθεωρητική») ιστοριογραφία κατέδειξε τα ακριβώς αντίθετα: οι ΗΠΑ δεν είχαν πρόθεση να επιβάλουν δικό τους έλεγχο στη Δυτική Ευρώπη· αντίθετα, ήταν οι Ευρωπαίοι αυτοί που επίμονα προσκαλούσαν τους Αμερικανούς να παρέμβουν και να προσφέρουν βοήθεια· βασική στρατηγική των Αμερικανών ήταν να ενισχύσουν τις εθνικές δομές και δυνάμεις στη Γηραιά Ηπειρο έναντι του σοβιετικού/κομμουνιστικού διεθνισμού, ο οποίος εθεωρείτο η πραγματική «αυτοκρατορική» πρόκληση. Σήμερα, οι ιστορικοί δύσκολα αποκρύπτουν την ειρωνεία τους έναντι των αναθεωρητών της δεκαετίας του 1960, των οποίων «ο ενθουσιασμός για ριζοσπαστικές απόψεις ήταν μερικές φορές μεγαλύτερος από τις ερευνητικές ικανότητες» (Odd Arne Westad).

Η σύγχρονη ιστοριογραφία επισημαίνει ότι το Σχέδιο Μάρσαλ είχε πολύμορφους στόχους και αντίστοιχα πολυεπίπεδα αποτελέσματα. Το άμεσο πρόβλημα που επιχειρούσε να αντιμετωπίσει ήταν ο επώδυνος οικονομικός φαύλος κύκλος που εδημιουργείτο από το λεγόμενο «χάσμα δολαρίων» (dollar gap): οι δυτικές ευρωπαϊκές χώρες, κατεστραμμένες από τον πόλεμο, αδυνατούσαν να κερδίσουν το αναγκαίο συνάλλαγμα για να αγοράσουν τα αμερικανικά μηχανήματα που χρειάζονταν για την ανασυγκρότηση· αλλά χωρίς την ανασυγκρότηση, δεν μπορούσαν να κερδίσουν αρκετά δολάρια, άρα δεν μπορούσαν να αγοράσουν τα αναγκαία μηχανήματα, και ούτω καθεξής. Στο κλίμα του 1947, τούτο δημιουργούσε τεράστιους κινδύνους για τη σταθερότητα των δυτικοευρωπαϊκών Δημοκρατιών: η Γαλλία και η Ιταλία αντιμετώπιζαν κυβερνητική αστάθεια, μια επώδυνη ανακύκλωση της εξαθλίωσης και την ύπαρξη ισχυρών κομμουνιστικών κομμάτων που εκμεταλλεύονταν αυτή την κατάσταση· στις δυτικές ζώνες κατοχής στη Γερμανία, η εξαθλίωση ήταν ακόμη χειρότερη. Οι Αμερικανοί διέβλεπαν ότι χωρίς την ανάκαμψη της Γερμανίας, θα αποδεικνυόταν αδύνατη η οικονομική ανάκαμψη όλης της Ευρώπης. Στο σενάριο αυτό, οι Σοβιετικοί θα κατάφερναν να ελέγξουν τη Γηραιά Ηπειρο χωρίς να χρειαστεί να πολεμήσουν - επειδή τα δυτικοευρωπαϊκά καθεστώτα θα κατέρρεαν από μέσα... Γι' αυτό όμως, ήταν αναγκαίο να προσφερθεί η βοήθεια σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες: ήταν αδύνατον να δοθεί οικονομική αρωγή στις υπό δυτική κατοχή ζώνες της Γερμανίας χωρίς να προσφερθεί, αντιστοίχως, στους πρώην συμμάχους στην Ανατολική Ευρώπη (Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Γιουγκοσλαβία, ΕΣΣΔ). Σε κάθε περίπτωση, η έλευση της αμερικανικής βοήθειας διέρρηξε τον φαύλο κύκλο του «χάσματος δολαρίων», εξασφάλισε την ανάκαμψη των δυτικών ζωνών κατοχής στη Γερμανία (βάση και της δημοκρατικής εξέλιξης της χώρας στις επόμενες δεκαετίες) και έδωσε αποφασιστική ώθηση στην ευρωπαϊκή ανάπτυξη. Το Σχέδιο Μάρσαλ αποτέλεσε το σημαντικότερο παράδειγμα επιτυχούς εφαρμογής αυτού που στη σύγχρονη ορολογία ονομάζουμε soft power.

Ευρύτερα τα επιτεύγματα του Προγράμματος

Θα ήταν, όμως, λάθος να περιοριστεί η αποτίμηση του Σχεδίου Μάρσαλ μόνον στο πεδίο της οικονομίας. Το σχέδιο ήταν κάτι πολύ περισσότερο.

Πρώτον, η συνεργασία, στο πλαίσιό του, μεταξύ της Δυτικής Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής αποτέλεσε αποφασιστικό βήμα για την ανάδυση μιας οργανωμένης Δύσης - ενός δυτικού κόσμου βασισμένου σε κοινές αξίες και στόχους, που πρόβαλλε μια στιβαρή πολιτική και πολιτισμική ταυτότητα. Η διαδικασία αυτή συνεχίστηκε και επεκτάθηκε στα επόμενα χρόνια.

Δεύτερον, η Δυτική Ευρώπη δεν αντιμετώπιζε μόνον ένα οικονομικό πρόβλημα ή ένα πρόβλημα ασφαλείας. Ταλανιζόταν από κάτι πολύ πιο επικίνδυνο: από μια τεράστια -και δυνητικά μοιραία- κρίση νομιμοποίησης. Μετά το σοκ του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 είχε προκαλέσει την ουσιαστική κατάρρευση του παλαιού καπιταλισμού του laissez faire και είχε διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στην καταστροφή της γερμανικής Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και στην άνοδο του Χίτλερ· είχε ουσιαστικά απονομιμοποιήσει τη δυτική, φιλελεύθερη διακυβέρνηση στην Ευρώπη. Η κρίση αυτή δεν είχε ξεπεραστεί - αντίθετα, είχε γίνει χειρότερη με τις καταστροφές και τις αποτυχίες του πολέμου. Με άλλα λόγια, η Δυτική Ευρώπη χρειαζόταν κάτι παραπάνω από χρήματα: χρειαζόταν μια θετική προοπτική - μια εκτεταμένη αναμόρφωση των μηχανισμών της πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης.

Στο πεδίο αυτό, οι ΗΠΑ διέθεταν ένα τεράστιο πλεονέκτημα: την κληρονομιά του New Deal, που συνέβαλε καθοριστικά στην υπέρβαση της κρίσης του '29 στην αμερικανική οικονομία και κοινωνία. Και αυτό ακριβώς έκαναν οι Αμερικανοί με το Σχέδιο Μάρσαλ το 1948-52: εκτός από την απτή χρηματική βοήθεια, μεταλαμπάδευσαν στη Δυτική Ευρώπη τις μεθοδολογίες του New Deal, ενίσχυσαν τις αντίστοιχες μεταρρυθμιστικές φιλελεύθερες δυνάμεις στη Γηραιά Ηπειρο (τότε ακριβώς ανήλθαν οι νέες δυνάμεις της χριστιανοδημοκρατίας) και έτσι συνέβαλαν στη δημιουργία ενός νέου «μεταρρυθμισμένου καπιταλισμού» (reformed capitalism), ικανού να προσελκύσει πολύ ευρύτερη νομιμοποίηση. Υπό αυτή την έννοια, το Σχέδιο Μάρσαλ δεν ήταν απλώς ένας σταθμός στην έναρξη του Ψυχρού Πολέμου· μέσω της γενναίας ανανέωσης της φιλελεύθερης διακυβέρνησης, ήταν παράλληλα και ένας ουσιώδης μηχανισμός που εξασφάλισε, τελικά, την ίδια τη νίκη της Δύσης σε αυτή τη σύγκρουση. Και τούτο -όπως τονίζει η σύγχρονη επιστήμη- επειδή η νίκη της Δύσης στον Ψυχρό Πόλεμο οφειλόταν στην ικανότητά της να αντιμετωπίσει προκλήσεις που απέρρεαν όχι τόσο από την ίδια την ισχύ της Σοβιετικής Ενωσης όσο «από την κληρονομιά της παγκόσμιας κρίσης και τους δύο παγκοσμίους πολέμους, καθώς και από τη δομή του διεθνούς συστήματος» (Melvyn Leffler).

Κληρονομιές και παρεξηγήσεις το 2011

Στη δημόσια συζήτηση των ημερών μας σχετικά με την Ελλάδα, γίνεται μία εν πολλοίς ανεπαρκής επίκληση του Σχεδίου Μάρσαλ για να περιγραφούν στοχοθεσίες που αφορούν την υπό εξέλιξη (2011) κρίση. Ωστόσο, σήμερα δεν ακολουθείται καθόλου το πρότυπο του Σχεδίου Μάρσαλ, το οποίο ήταν μια ευρύτερη σύλληψη για την αναμόρφωση της δυτικής οικονομίας, αλλά και της πολιτικής και της κοινωνίας· όχι ένας μηχανισμός, έστω αναγκαίος, που αφορά την πληρωμή τόκων. Τούτο -η συνολική και δημιουργική ανανέωση του καπιταλισμού και της δυτικής διακυβέρνησης- δεν φαίνεται, τουλάχιστον προς το παρόν, να αποτελεί στόχο των ηγεσιών της διεθνούς κοινότητας.

Πέραν τούτου, ας αναφερθεί το εντυπωσιακό γεγονός ότι η Ελλάδα αποτελεί την τελευταία δυτική χώρα στην οποία, έως σχετικά πρόσφατα, οι απόψεις των Αμερικανών αναθεωρητών της δεκαετίας του 1960 (ότι δηλαδή το Σχέδιο Μάρσαλ αποτελούσε εκδήλωση του αμερικανικού νεοϊμπεριαλισμού) ήταν κυρίαρχες, και ίσως είναι ακόμη, στο επίπεδο της δημόσιας ιστορίας... Αυτό, άλλωστε, ήταν τμήμα του ευρύτερου πνευματικού υπόβαθρου που μας έφερε στην παρούσα κρίση, και που δεν έχει ακόμη αλλάξει.

* Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.