Δευτέρα 18 Μαρτίου 2013

Η Μέση Ανατολή σε αναβρασμό



Η εκθρόνιση του βασιλιά Φαρούκ τον Ιούλιο του 1952 και η επικράτηση του Νάσερ στην Αίγυπτο
Του Γιαννη Σακκα*
Το 1882 οι Βρετανοί, προκειμένου να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους στη Μέση Ανατολή, κατέλαβαν την Αίγυπτο και το 1914 τη μετέτρεψαν σε προτεκτοράτο, το οποίο διατηρήθηκε ώς το 1922. Ομως ακόμα και μετά την κατάργηση του προτεκτοράτου συνέχισαν να έχουν τον πρώτο λόγο στη χώρα ιδιαίτερα σε σχέση με τέσσερα ζητήματα: τη διώρυγα του Σουέζ, την εθνική άμυνα, την προστασία των ξένων συμφερόντων και των μειονοτήτων, και τον έλεγχο του γειτονικού Σουδάν. Την περίοδο του μεσοπολέμου ο ρόλος του «βρετανικού παράγοντα» αποτέλεσε αντικείμενο οξείας διαμάχης ανάμεσα στον πιστό στους Βρετανούς βασιλιά Αχμαντ Φουάντ (1917-36) και τους φιλελεύθερους του κόμματος Ουάφντ. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 1919 ώς το 1936 σχηματίστηκαν είκοσι κυβερνήσεις και διεξήχθησαν οκτώ γύροι διαπραγματεύσεων, κατά τους οποίους οι Αιγύπτιοι προσπάθησαν ανεπιτυχώς να εξαλείψουν τα βρετανικά προνόμια στη χώρα.
Με την έκρηξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Αίγυπτος διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με τη Γερμανία και την Ιταλία, χωρίς όμως να τους κηρύξει τον πόλεμο -μάλιστα ο νέος βασιλιάς Φαρούκ (1936-52) ήταν θετικά διακείμενος προς τις δυνάμεις του Αξονα-, ενώ στο Κάιρο εγκαταστάθηκε η βρετανική Διοίκηση Μέσης Ανατολής. Στις αρχές του 1942, ενώ η στρατιά του Ρόμελ στη βόρεια Αφρική προχωρούσε ακάθεκτη προς την Αλεξάνδρεια, οι Βρετανοί πίεσαν τον Φαρούκ να επαναφέρει στην εξουσία το φιλοδυτικό Ουάφντ. Οταν ο μονάρχης αρνήθηκε, βρετανικές μονάδες τεθωρακισμένων περικύκλωσαν τα ανάκτορα και τον ανάγκασαν να αλλάξει γνώμη. Η ωμή αυτή επέμβαση των Βρετανών στις εσωτερικές υποθέσεις της Αιγύπτου είχε ως αποτέλεσμα την όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ του φιλελεύθερου πολιτικού κόσμου και του παλατιού και την ενίσχυση της πεποίθησης ενός κύκλου νεότερων αξιωματικών του στρατού ότι μόνο η ανατροπή του παραδοσιακού πολιτικού κατεστημένου θα απελευθέρωνε οριστικά τη χώρα τους από τη βρετανική εξάρτηση.Το 1950 το Ουάφντ ζήτησε την αναθεώρηση της αγγλοαιγυπτιακής συνθήκης του 1936. Οι διαπραγματεύσεις όμως κατέληξαν σε αδιέξοδο, καθώς η Βρετανία, μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, δεν ήταν διατεθειμένη να αποσύρει τις βάσεις της από το Σουέζ. Ανταρτικές ομάδες, αποτελούμενες κυρίως από μέλη της ισλαμικής οργάνωσης Μουσουλμανική Αδελφότητα, άρχισαν τότε επιθέσεις κατά βρετανικών στόχων και τον Ιανουάριο του 1952, μετά την κατάληψη της πόλης Ισμαϊλίγια από τους Βρετανούς, κάτοικοι του Καΐρου πυρπόλησαν κυβερνητικά και εμπορικά κτίρια στο κέντρο της πόλης. Ο πρωθυπουργός Μουσταφά Ναχάς του Ουάφντ υπέβαλε την παραίτησή του και στη χώρα επιβλήθηκε στρατιωτικός νόμος.
Ο στρατός στην εξουσία
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 η Αίγυπτος ήταν ένα σύμφυρμα από πολιτικές και κοινωνικές εκρηκτικές ύλες: κυριαρχία του βρετανικού παράγοντα, πολιτική αστάθεια, κρατική και παλατιανή διαφθορά, μεγάλες εισοδηματικές ανισότητες, αίσθημα ταπείνωσης μετά την ήττα από το Ισραήλ το 1948. Πυροκροτητής των αλλαγών που θα μεταμόρφωναν τη χώρα και θα επηρέαζαν ολόκληρο τον αραβικό κόσμο ήταν μια νέα πολιτική - στρατιωτική δύναμη, η επιτροπή των Ελεύθερων Αξιωματικών. Η επιτροπή αυτή συστάθηκε στα τέλη του 1949, περιλάμβανε εννέα χαμηλόβαθμους αξιωματικούς, μέλη διαφόρων αντι-βρετανικών οργανώσεων (του Εθνικού Κόμματος, της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, των ακροδεξιών Νέων Αιγυπτίων, του Κομμουνιστικού Κόμματος κ.ά.) και είχε πρόεδρο τον αντισυνταγματάρχη Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ. Τα επόμενα δύο χρόνια, οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί επικέντρωσαν τις ενέργειές τους στη διεύρυνση της βάσης τους στο σώμα των αξιωματικών, εκτυπώνοντας και διανέμοντας μυστικά διάφορα προπαγανδιστικά φυλλάδια που κατέκριναν την κρατούσα πολιτική κατάσταση. Τον Δεκέμβριο του 1951 κατόρθωσαν να εκλέξουν στη θέση του προέδρου της Λέσχης Αξιωματικών τον δικό τους υποψήφιο ταξίαρχο Μωχάμετ Ναγκίμπ. Λίγους μήνες αργότερα, ανακοίνωσαν τους σκοπούς της επιτροπής τους (τις Εξι Αρχές της Επανάστασης): εξουδετέρωση της αποικιοκρατίας και των ντόπιων συνεργατών της, καταστροφή του φεουδαρχισμού, τερματισμό της παντοδυναμίας του κεφαλαίου, εγκαθίδρυση κοινωνικής δικαιοσύνης, δημιουργία ισχυρού στρατού και θεμελίωση ορθού δημοκρατικού βίου. Το σχεδιαζόμενο κίνημα, που σημειωτέον επρόκειτο να πραγματοποιηθεί με την ανοχή των Αμερικανών, οι οποίοι φοβούνταν μια λαϊκή εξέγερση ή ένα καθοδηγούμενο από το Κομμουνιστικό Κόμμα πραξικόπημα, ήταν πια ζήτημα χρόνου.
Το πραξικόπημα
Κατά τις μεσονύκτιες και πρώτες πρωινές ώρες της 23ης Ιουλίου 1952 οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί κινητοποίησαν ισχυρές μονάδες στρατού, κατέλαβαν το κεντρικό στρατόπεδο στην Αμπασίγια και συνέλαβαν τον αρχηγό του ΓΕΣ, στρατηγό Φαρίντ, και άλλα νομιμόφρονα ανώτατα στρατιωτικά στελέχη. Στη συνέχεια, ενώ ο πρωθυπουργός και πολλοί υπουργοί του βρίσκονταν για τις θερινές διακοπές τους στην Αλεξάνδρεια, κατέλαβαν άλλα νευραλγικά σημεία για την επικράτηση του εγχειρήματος: αεροδρόμια, το ραδιοφωνικό και το τηλεπικοινωνιακό κέντρο στο Κάιρο και τους κυριότερους οδικούς κόμβους. Στις 7 το πρωί ο Ανουάρ Σαντάτ, μέλος των Ελεύθερων Αξιωματικών και μετέπειτα πρόεδρος της Αιγύπτου, έκανε την πρώτη ανακοίνωση για το πραξικόπημα από το κρατικό ραδιόφωνο. Αφού αναφέρθηκε στην πολιτική παρακμή ως νομιμοποιητική βάση του κινήματος, τόνισε πως οι αποτελούντες τη νέα κατάσταση ήταν υπεράνω κομμάτων και ότι σκοπός τους ήταν «να απαλλάξουν το έθνος από τους τυράννους του». Στις 26 Ιουλίου ο βασιλιάς Φαρούκ, τον οποίο οι αξιωματικοί θεωρούσαν τον κύριο εκπρόσωπο του ancien régime και υπεύθυνο για τα πρόσφατα δεινά της χώρας, εγκατέλειψε τον θρόνο και κατέφυγε με την οικογένειά του στην Ιταλία. Πέθανε το 1965 σε ηλικία 45 ετών.
Οι κινηματίες δεν είχαν σαφές ιδεολογικό στίγμα, κοινή πολιτική συνείδηση και συγκεκριμένους κοινωνικούς στόχους. Ομως ανήκαν στην ίδια γενιά, είχαν την ίδια κοινωνική προέλευση, αντιμετώπιζαν παρόμοια οικονομικά προβλήματα, είχαν δοκιμαστεί στα πεδία των μαχών και επιθυμούσαν διακαώς την κατάληψη της εξουσίας. Μετά την επιτυχή έκβαση του πραξικοπήματος συγκρότησαν 15μελές Συμβούλιο Επαναστατικής Διοίκησης (ΣΕΔ) υπό την ηγεσία του Ναγκίμπ, το οποίο στις 18 Ιουνίου 1953 κήρυξε την Αίγυπτο δημοκρατία, κατάργησε τη μοναρχία και έθεσε τέλος στη μακρόχρονη δυναστεία του Μωχάμετ Αλη (από το 1805). Ο Ναγκίμπ ορίστηκε πρώτος πρόεδρος της χώρας και ο Νάσερ αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εσωτερικών.
Εύθραυστη ισορροπία
Παρά την επιτυχία της επανάστασης, το νεοπαγές καθεστώς σχοινοβατούσε σε μια εύθραυστη ισορροπία. Ο Ναγκίμπ ήταν σεβαστό πρόσωπο στους κύκλους των ανώτατων αξιωματικών και αγαπητός στον λαό. Ο Νάσερ όμως διέθετε μεγαλύτερη ισχύ, επειδή ασκούσε καταλυτική επιρροή στα περισσότερα μέλη του ΣΕΔ και ήλεγχε τον στρατό, τις υπηρεσίες ασφαλείας, τον Τύπο, τα συνδικάτα και τις οργανώσεις νεολαίας. Ενώ ο Ναγκίμπ επιθυμούσε τη μείωση της πολιτικής επιρροής του στρατού και την επιστροφή της χώρας στην πολιτική διακυβέρνηση, ο Νάσερ θεωρούσε τον στρατό καθοριστικό παράγοντα στη νέα τάξη πραγμάτων. Στα τέλη Μαρτίου 1954 ο Ναγκίμπ αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την προεδρία του ΣΕΔ και την πρωθυπουργία και τον Νοέμβριο και από την προεδρία της Αιγύπτου. Στις 23 Ιουνίου 1956 ο Νάσερ εκλέχτηκε νέος πρόεδρος της χώρας ύστερα από δημοψήφισμα.
Η επίδραση της επανάστασης στον αραβικό κόσμο
Η σημαντικότερη συμβολή των πρωτεργατών της επανάστασης του 1952 ήταν ότι πρόσφεραν στον αιγυπτιακό λαό την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, την πεποίθηση ότι μόνος του, χωρίς εξωτερικές δεσμεύσεις και επεμβάσεις, μπορούσε να ρυθμίσει τα του οίκου του και να προοδεύσει, το όραμα ενός ενωμένου και ισχυρού αραβικού έθνους και ένα αίσθημα αξιοπρέπειας και υπερηφάνειας για την ενεργό ανάμειξη της χώρας στις αραβικές και διεθνείς υποθέσεις. Επιπλέον κατόρθωσαν να δημιουργήσουν μια πρωτόγνωρη κοινωνική, διαταξική συναίνεση. Ο νασερισμός, ως ιδεολογία και πολιτικό σύστημα, ως ύφος και ήθος, υποστηρίχθηκε απ’ όλα σχεδόν τα κοινωνικά στρώματα: από τους ακτήμονες αγρότες, οι οποίοι με την αγροτική μεταρρύθμιση μεταβλήθηκαν σε μικροϊδιοκτήτες· από «μικρομεσαίους», που διακατέχονταν από αντι-ιμπεριαλιστικά αισθήματα, πίστευαν στα οφέλη του κρατικού παρεμβατισμού και φοβούνταν την «πληβειακή βαρβαρότητα»· από τη λεγόμενη κρατική αστική τάξη (αλληλένδετη με τους γαιοκτήμονες και άλλους εισοδηματίες)· από ημιαπασχολούμενους, άνεργους και απόκληρους, που ανακουφίστηκαν από τα μέτρα κοινωνικής πρόνοιας. Η επίδραση της επανάστασης δεν περιορίστηκε στην Αίγυπτο. Γρήγορα ξεπέρασε τα εθνικά σύνορα και απλώθηκε σε άλλες αραβικές χώρες (Συρία, Λίβανο, Ιορδανία, Υεμένη), ενσωματώθηκε σε σημαντικά πολιτικά κινήματα, όπως των Ελεύθερων Αξιωματικών του Καντάφι και των Αράβων Εθνικιστών του Ζορζ Χαμπάς, και επηρέασε το καθεστώς των αδελφών Αριφ (1964-68) στο Ιράκ. Νασερικά - παναραβικά πολιτικά κόμματα υπάρχουν σήμερα σε όλες σχεδόν τις αραβικές χώρες. Οι πολιτικές και διπλωματικές ικανότητες του Νάσερ, ο φιλολαϊκός χαρακτήρας του καθεστώτος του και κυρίως το όραμά του για ανεξαρτησία και ενότητα όλων των Αράβων εξακολουθούν να εμπνέουν μεγάλο τμήμα του αραβικού πληθυσμού.
* Ο κ. Γιάννης Σακκάς είναι καθηγητής στο τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.