Ένα άρθρο που επιδιώκει να διαλευκάνει το πολιτικό τοπίο στο Συριακό (η Δυτικό) Κουρδιστάν
Rustom Mahmoud
Με τις δεδομένες επανειλημμένες αποχωρήσεις του από τα συνέδρια της συριακής αντιπολίτευσης, το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο (KNC) της Συρίας αναγκάστηκε να εμφανιστεί ως ανεξάρτητος πολιτικός φορέας που εκπροσωπεί τους Κούρδους της Συρίας στα εσωτερικά, περιφερειακά και διεθνή πολιτικά επίπεδα.
Οι Κούρδοι της Συρίας απέχουν πολύ από μια μονολιθική ομάδα: το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο (KNC) διαφωνεί σε πολλά βασικά σημεία με το Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) που συνδέεται με το ΡΚΚ. Οι δύο έχουν διαφορετικές περιφερειακές και πολιτικές τάσεις, και η διαμάχη τους έχει ως αποτέλεσμα την έλλειψη σαφών πολιτικών και στρατηγικών επιλογών.
Ο Rustom Mahmoud γράφει:
Αυτή η νέα αυτονομία δίνει στο KNC περισσότερη ελευθερία κινήσεων και έκφρασης όσον αφορά τον κεντρικό στόχο του, ήτοι την αναγνώριση των πολιτικών δικαιωμάτων των Κούρδων της Συρίας στη μελλοντική Συρία.
Το KNC εκφράζει αυτή την επιδίωξη μέσω της πλήρους «σχιζοφρενικής συναίνεσης» του με το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο (SNC), στην οποίαν έφτασε από τη συνάντηση της Κωνσταντινούπολης στις 27 Μαρτίου, ως αποτέλεσμα της κλιμάκωσης της εσωτερικής πολιτικής διαμάχης του με το Κουρδικό Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD ), την συροκουρδική θυγατρική του PKK. Από την πλευρά του, το ΡΚΚ «επιτίθεται με ένοπλη δράση εναντίον της Τουρκίας από τα μέσα της δεκαετίας του '80, για την διεκδίκηση εθνικών δικαιωμάτων για τους Κούρδους στην Τουρκία».
Τα δύο μέρη έχουν διαφορετικές απόψεις και πολιτικές για το ορατό πολιτικό μέλλον των Κούρδων της Συρίας, καθώς και όσον αφορά τη θέση των Κούρδων της Συρίας στον περιφερειακό άξονα γενικά, και για το Κουρδιστάν ειδικότερα.
Αυτή η κλιμάκωση της σύγκρουσης μεταξύ των δύο μερών της συροκουρδικής πολιτικής σκηνής έχει ωθήσει το συριακό KNC να χωρίσει από το SNC.
Σε αντίθεση με ό, τι είναι ευρέως αντιληπτό, οι Κούρδοι της Συρίας δεν είχαν μια ενιαία πολιτική θέση για τα γεγονότα στη Συρία, ιδιαίτερα όταν το συριακό ζήτημα πήρε μια εσωτερική, περιφερειακή και διεθνή διάσταση δύο μήνες μετά το ξεκίνημα της εξέγερσης.
Η συροκουρδική πολιτική κοινότητα εξέφρασε μερικές πολιτικές επιλογές, οι οποίες ήταν συχνά διαφορετικές και αντιφατικές. Ωστόσο, έξι μήνες μετά την έναρξη της επανάστασης, δύο κύρια ρεύματα προέκυψαν στην κουρδική πολιτική σκηνή.
Το πρώτο είναι το συριακό KNC, το οποίο περιλαμβάνει 13 κουρδικά πολιτικά κόμματα στη Συρία, τα περισσότερα από τα οποία είχαν συγκεντρωθεί κάτω από «τη Διακήρυξη της Δαμασκού» για την Εθνική Δημοκρατική Αλλαγή (2005).
Σε συνέχεια αυτά εντάχθηκαν στο SNC, το άλλο ρεύμα είναι το PYD.
Η δημοτικότητα και το οργανωτικό βάρος των δύο μερών είναι περίπου ίδια, αν βάλουμε στην άκρη τον συροκουρδικό πλήθος που δεν είναι οργανωμένο σε κανένα κόμμα. Το KNC είναι πιο ορατό και οργανωμένο στις κουρδικές περιοχές της ανατολικής επαρχίας της Hasaka, ενώ το PYD είναι πιο ορατό και οργανωμένο στην βορειοδυτική κουρδική περιοχή της Afrin.
Το ανάλογο βάρος των δύο ρευμάτων στις υπόλοιπες περιοχές που περιλαμβάνουν Κούρδους, όπως το Ein Arab και τις πόλεις της Δαμασκού και του Χαλεπιού, είναι ίσο επίσης.
Πολιτική στασιμότητα
Η συροκουρδική κοινότητα γνώρισε σοβαρή πολιτική κρίση λόγω του προβλήματος των ελευθεριών και της γενικής πολιτικής κατάστασης που μαστίζει τη χώρα. Ωστόσο, αυτή η κοινότητα γνώρισε μια πολιτική αντιπαλότητα μεταξύ των δύο αυτών δυνάμεων από τότε που ξεκίνησαν τα γεγονότα στη Συρία.
Το συριακή KNC είχε καθορίσει τις βασικές πολιτικές επιλογές του, που αντιτίθενται στο καθεστώς της Συρίας και εκφράζουν την ανάγκη της αλλαγής του. Το ζήτημα της σχέσης του με το SNC καθίσταται δευτερεύον σε σχέση με αυτή την επιλογή. Στην πραγματικότητα, η ρήξη του με το συριακό πολιτικό καθεστώς ήταν καθοριστικό, ανεξάρτητα από τη σχέση του με το SNC.
Από την άλλη πλευρά, οι ενέργειες τους PYD στο έδαφος καθώς και η ουσία της πολιτικής δράσης του μέσω της συμμαχίας με τις δυνάμεις του εθνικού κορμού συντονισμού της αντιπολίτευσης το κάνουν να φανεί ότι η τελική θέση του σχετικά με το ζήτημα της αλλαγής του καθεστώτος είναι απροσδιόριστη και μη ριζοσπαστική.
Το PYD επιδιώκει να αναλάβει τον πλήρη έλεγχο της συροκουρδικής κοινότητας και να εφαρμόσει τις πολιτικές επιλογές του, πιστεύοντας ότι αυτό μπορεί να υποστηρίξει τον κεντρικό στόχο του, ήτοι το ζήτημα των Κούρδων στην Τουρκία. Για το σκοπό αυτό, προχώρησε, ειδικά τους τελευταίους έξι μήνες, στη δημιουργία δημοφιλών κοινωνικών, πολιτιστικών θεσμών και θεσμών για τη νεολαία, για την ασφάλεια, σε διάφορες περιοχές όπου κατοικούν Κούρδοι (υπάρχουν ενώσεις γυναικών, πολιτιστικοί σύλλογοι, οργανώσεις νεολαίας, μέσα ενημέρωσης, και επιτροπές επιφορτισμένες με την προστασία του λαού και οπλισμένες στο ελάχιστο επίπεδο [οπλισμού], κ.λπ.). Πρόκειται για ιεραρχημένους και διασυνδεδεμένους θεσμούς που κυριαρχούνται από την ιδεολογία του ΡΚΚ και του ηγέτη του Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
Η βαθιά παρουσία του κόμματος στη συροκουρδική σκηνή, η οποία εκτείνεται σε εκατοντάδες χιλιόμετρα κατά μήκος των τουρκικών συνόρων, θα δώσει ένα σημείο εκκίνησης, αν και όχι με την καθαρή στρατιωτική έννοια.
Το κόμμα ουσιαστικά προσπαθεί να κάνει ό, τι το PKK έκανε στο βόρειο Ιράκ, μετά την κατάρρευση της κεντρικής εξουσίας και το ξέσπασμα της εξέγερσης των Κούρδων εκεί το 1991, που οδήγησε στην ένοπλη πάλη του Κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος με επικεφαλής τον Μασούντ Μπαρζανί το 1993 .
Σε αντίθεση, τα κουρδικά κόμματα του KNC προτιμούν την πολιτική ηρεμία στην κουρδική αρένα, με βάση της αρχής σύμφωνα με την οποία το σύνολο της χώρας και οι μεγάλες μη κουρδικές πολιτικές και λαϊκές παρατάξεις «αντιλαμβάνονται το κουρδικό ζήτημα». Κατά συνέπεια, η λύση έγκειται σε συνταγματική αναγνώριση καθώς και σε μορφές ισότητας των δημόσιων και ιδιωτικών δικαιωμάτων όλων των Σύρων πολιτών.
Αυτό αποκαλύπτεται ξεκάθαρα με το μεταβατικό πρόγραμμα του KNC, στις πρακτικές του και μέσω του πολιτικού λόγου του. Στην πραγματικότητα, αυτά τα κόμματα προτιμούν να επιτύχουν τους κουρδικούς πολιτικούς στόχους μέσα στην εθνική συναίνεση στη Συρία, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει και δίνει στο συροκουρδικό ζήτημα κάποιο είδος ανεξαρτησίας από τις αλληλεπιδράσεις του σε άλλες περιφερειακές χώρες.
Ευθυγράμμιση με το καθεστώς
Από την άλλη πλευρά, το PYD επηρεάζεται από την επανα-ευθυγράμμιση με το συριακό καθεστώς την οποία ελπίζει το PKK να επιτύχει στην περιφερειακή εξίσωση. Αυτό το κόμμα, το οποίο διέπραξε μια πολιτική «αμαρτία» αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα τους δύο κυριότερους περιφερειακούς άξονες στην αρχή της νέας χιλιετίας, θέλει σήμερα να ανοικοδομήσει ένα είδος συνοχής με τον συρο-ιρανικό άξονα, εκμεταλλευόμενο την επιδεινωμένη διάσπαση μεταξύ Τουρκίας-Ιράν λόγω της διαφοράς τους σχετικά με τη συριακή κρίση.
Το κόμμα που άρχισε να χάσει την περιφερειακή επιρροή του μετά από τη σύλληψη του πολιτικού ηγέτη του Αμπντουλάχ Οτσαλάν το 1999 και τη συμφωνία ασφαλείας των Αδάνων μεταξύ της Συρίας και της Τουρκίας, επανεξετάζει την θέση του υπό το φως της αυξανόμενης διαφοράς Συρίας-Τουρκίας και με δεδομένο την επιθυμία του να αποκαταστήσει τους πολιτικούς δεσμούς του με τον παραδοσιακό του άξονα. Προφανώς, αυτό επηρεάζει βαθιά τη συριακή θυγατρική του ΡΚΚ (το PYD).
Αντίθετα, τα κόμματα του KNC επιδιώκουν να δημιουργήσουν ισχυρούς πολιτικούς δεσμούς με την πολιτική ηγεσία της περιοχής του Κουρδιστάν στο Ιράκ, ιδιαίτερα με την ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, με επικεφαλής τον πρόεδρο της αυτόνομης περιοχής Μπαρζανί.
Στην πραγματικότητα, οι Κούρδοι του Ιράκ είναι ο ιστορικός αντίθετος πόλος του PKK στην κουρδική σκηνή. Επίσης, το KNC και το PKK έχουν διαφορετικές σχέσεις με την Τουρκία και τις ΗΠΑ, οι οποίες θέτουν τα δύο κόμματα σε δύο αποκλίνοντες πολιτικούς άξονες, τόσο στο κουρδικό επίπεδο όσο και στο περιφερειακό επίπεδο.
Ωστόσο, αν και η σχέση του KNC με τους Κούρδους του Ιράκ δεν βασίζεται σε πλήρη πολιτική δέσμευση, όπως είναι η οργανική σχέση μεταξύ του PYD και του PKK, το KNC κατανοεί τον δύσκολο ρόλο των Κούρδων του Ιράκ, ως ο μόνος τρόπος να εκφράσει τη γενική πολιτική του και ως μόνη κουρδική στήριξη στη διαμάχη του με το PYD.
Οι δυνάμεις του KNC γνωρίζουν ότι ο ανταγωνισμός τους με το PYD, το πιο οργανωμένο και βαρυσήμαντο συροκουρδικό κόμμα, απαιτεί τον διαχωρισμό του από κάθε άλλο πολιτικό συνασπισμό της Συρίας. Η οριστική αποχώρηση του KNC από το SNC έκανε αδύνατη την είσοδο του κάτω από την ομπρέλα οποιασδήποτε άλλης συριακής πολιτικής ομάδας της αντιπολίτευσης, γνωρίζοντας ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ του να ενταχθεί σε ένα συριακό πολιτικό μέτωπο της αντιπολίτευσης και του να υποστηρίξει απλά την επανάσταση.
Το Συμβούλιο δεν μπορεί να φέρει το βάρος των πολιτικών συμπεριφορών και πολιτικών που έχουν υιοθετηθεί από οποιοδήποτε άλλο συριακό μπλοκ της αντιπολίτευσης, ιδίως τις θέσεις αυτών των συνασπισμών που σχετίζονται με το κουρδικό ζήτημα. Εάν το KNC παραμένει ένα ανεξάρτητο πολιτικά αντιπροσωπευτικό όργανο το οποίο εκφράζει τις απόψεις του σχετικά με αυτό το ζήτημα, τότε θα αποκτήσει μεγαλύτερο κύρος και εμπιστοσύνη στον κουρδικό δρόμο.
Η σύγκρουση μεταξύ των δύο κουρδικών πόλων έχει ως αποτέλεσμα την έλλειψη σαφών πολιτικών και στρατηγικών επιλογών που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια σύνδεση μεταξύ της συροκουρδικής κοινότητας και της πολιτικής ελίτ της.
Ένταση, πολιτικός λαϊκισμός και εξάρτηση των πολιτικών από τις απόψεις του δρόμου, και όχι το αντίθετο, είναι οι πολιτικές πρακτικές που έχουν υιοθετηθεί από την συροκουρδική κοινότητα.
Πηγή
InfoGnomon
Με τις δεδομένες επανειλημμένες αποχωρήσεις του από τα συνέδρια της συριακής αντιπολίτευσης, το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο (KNC) της Συρίας αναγκάστηκε να εμφανιστεί ως ανεξάρτητος πολιτικός φορέας που εκπροσωπεί τους Κούρδους της Συρίας στα εσωτερικά, περιφερειακά και διεθνή πολιτικά επίπεδα.
Οι Κούρδοι της Συρίας απέχουν πολύ από μια μονολιθική ομάδα: το Κουρδικό Εθνικό Συμβούλιο (KNC) διαφωνεί σε πολλά βασικά σημεία με το Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) που συνδέεται με το ΡΚΚ. Οι δύο έχουν διαφορετικές περιφερειακές και πολιτικές τάσεις, και η διαμάχη τους έχει ως αποτέλεσμα την έλλειψη σαφών πολιτικών και στρατηγικών επιλογών.
Ο Rustom Mahmoud γράφει:
Αυτή η νέα αυτονομία δίνει στο KNC περισσότερη ελευθερία κινήσεων και έκφρασης όσον αφορά τον κεντρικό στόχο του, ήτοι την αναγνώριση των πολιτικών δικαιωμάτων των Κούρδων της Συρίας στη μελλοντική Συρία.
Το KNC εκφράζει αυτή την επιδίωξη μέσω της πλήρους «σχιζοφρενικής συναίνεσης» του με το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο (SNC), στην οποίαν έφτασε από τη συνάντηση της Κωνσταντινούπολης στις 27 Μαρτίου, ως αποτέλεσμα της κλιμάκωσης της εσωτερικής πολιτικής διαμάχης του με το Κουρδικό Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD ), την συροκουρδική θυγατρική του PKK. Από την πλευρά του, το ΡΚΚ «επιτίθεται με ένοπλη δράση εναντίον της Τουρκίας από τα μέσα της δεκαετίας του '80, για την διεκδίκηση εθνικών δικαιωμάτων για τους Κούρδους στην Τουρκία».
Τα δύο μέρη έχουν διαφορετικές απόψεις και πολιτικές για το ορατό πολιτικό μέλλον των Κούρδων της Συρίας, καθώς και όσον αφορά τη θέση των Κούρδων της Συρίας στον περιφερειακό άξονα γενικά, και για το Κουρδιστάν ειδικότερα.
Αυτή η κλιμάκωση της σύγκρουσης μεταξύ των δύο μερών της συροκουρδικής πολιτικής σκηνής έχει ωθήσει το συριακό KNC να χωρίσει από το SNC.
Σε αντίθεση με ό, τι είναι ευρέως αντιληπτό, οι Κούρδοι της Συρίας δεν είχαν μια ενιαία πολιτική θέση για τα γεγονότα στη Συρία, ιδιαίτερα όταν το συριακό ζήτημα πήρε μια εσωτερική, περιφερειακή και διεθνή διάσταση δύο μήνες μετά το ξεκίνημα της εξέγερσης.
Η συροκουρδική πολιτική κοινότητα εξέφρασε μερικές πολιτικές επιλογές, οι οποίες ήταν συχνά διαφορετικές και αντιφατικές. Ωστόσο, έξι μήνες μετά την έναρξη της επανάστασης, δύο κύρια ρεύματα προέκυψαν στην κουρδική πολιτική σκηνή.
Το πρώτο είναι το συριακό KNC, το οποίο περιλαμβάνει 13 κουρδικά πολιτικά κόμματα στη Συρία, τα περισσότερα από τα οποία είχαν συγκεντρωθεί κάτω από «τη Διακήρυξη της Δαμασκού» για την Εθνική Δημοκρατική Αλλαγή (2005).
Σε συνέχεια αυτά εντάχθηκαν στο SNC, το άλλο ρεύμα είναι το PYD.
Η δημοτικότητα και το οργανωτικό βάρος των δύο μερών είναι περίπου ίδια, αν βάλουμε στην άκρη τον συροκουρδικό πλήθος που δεν είναι οργανωμένο σε κανένα κόμμα. Το KNC είναι πιο ορατό και οργανωμένο στις κουρδικές περιοχές της ανατολικής επαρχίας της Hasaka, ενώ το PYD είναι πιο ορατό και οργανωμένο στην βορειοδυτική κουρδική περιοχή της Afrin.
Το ανάλογο βάρος των δύο ρευμάτων στις υπόλοιπες περιοχές που περιλαμβάνουν Κούρδους, όπως το Ein Arab και τις πόλεις της Δαμασκού και του Χαλεπιού, είναι ίσο επίσης.
Πολιτική στασιμότητα
Η συροκουρδική κοινότητα γνώρισε σοβαρή πολιτική κρίση λόγω του προβλήματος των ελευθεριών και της γενικής πολιτικής κατάστασης που μαστίζει τη χώρα. Ωστόσο, αυτή η κοινότητα γνώρισε μια πολιτική αντιπαλότητα μεταξύ των δύο αυτών δυνάμεων από τότε που ξεκίνησαν τα γεγονότα στη Συρία.
Το συριακή KNC είχε καθορίσει τις βασικές πολιτικές επιλογές του, που αντιτίθενται στο καθεστώς της Συρίας και εκφράζουν την ανάγκη της αλλαγής του. Το ζήτημα της σχέσης του με το SNC καθίσταται δευτερεύον σε σχέση με αυτή την επιλογή. Στην πραγματικότητα, η ρήξη του με το συριακό πολιτικό καθεστώς ήταν καθοριστικό, ανεξάρτητα από τη σχέση του με το SNC.
Από την άλλη πλευρά, οι ενέργειες τους PYD στο έδαφος καθώς και η ουσία της πολιτικής δράσης του μέσω της συμμαχίας με τις δυνάμεις του εθνικού κορμού συντονισμού της αντιπολίτευσης το κάνουν να φανεί ότι η τελική θέση του σχετικά με το ζήτημα της αλλαγής του καθεστώτος είναι απροσδιόριστη και μη ριζοσπαστική.
Το PYD επιδιώκει να αναλάβει τον πλήρη έλεγχο της συροκουρδικής κοινότητας και να εφαρμόσει τις πολιτικές επιλογές του, πιστεύοντας ότι αυτό μπορεί να υποστηρίξει τον κεντρικό στόχο του, ήτοι το ζήτημα των Κούρδων στην Τουρκία. Για το σκοπό αυτό, προχώρησε, ειδικά τους τελευταίους έξι μήνες, στη δημιουργία δημοφιλών κοινωνικών, πολιτιστικών θεσμών και θεσμών για τη νεολαία, για την ασφάλεια, σε διάφορες περιοχές όπου κατοικούν Κούρδοι (υπάρχουν ενώσεις γυναικών, πολιτιστικοί σύλλογοι, οργανώσεις νεολαίας, μέσα ενημέρωσης, και επιτροπές επιφορτισμένες με την προστασία του λαού και οπλισμένες στο ελάχιστο επίπεδο [οπλισμού], κ.λπ.). Πρόκειται για ιεραρχημένους και διασυνδεδεμένους θεσμούς που κυριαρχούνται από την ιδεολογία του ΡΚΚ και του ηγέτη του Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
Η βαθιά παρουσία του κόμματος στη συροκουρδική σκηνή, η οποία εκτείνεται σε εκατοντάδες χιλιόμετρα κατά μήκος των τουρκικών συνόρων, θα δώσει ένα σημείο εκκίνησης, αν και όχι με την καθαρή στρατιωτική έννοια.
Το κόμμα ουσιαστικά προσπαθεί να κάνει ό, τι το PKK έκανε στο βόρειο Ιράκ, μετά την κατάρρευση της κεντρικής εξουσίας και το ξέσπασμα της εξέγερσης των Κούρδων εκεί το 1991, που οδήγησε στην ένοπλη πάλη του Κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος με επικεφαλής τον Μασούντ Μπαρζανί το 1993 .
Σε αντίθεση, τα κουρδικά κόμματα του KNC προτιμούν την πολιτική ηρεμία στην κουρδική αρένα, με βάση της αρχής σύμφωνα με την οποία το σύνολο της χώρας και οι μεγάλες μη κουρδικές πολιτικές και λαϊκές παρατάξεις «αντιλαμβάνονται το κουρδικό ζήτημα». Κατά συνέπεια, η λύση έγκειται σε συνταγματική αναγνώριση καθώς και σε μορφές ισότητας των δημόσιων και ιδιωτικών δικαιωμάτων όλων των Σύρων πολιτών.
Αυτό αποκαλύπτεται ξεκάθαρα με το μεταβατικό πρόγραμμα του KNC, στις πρακτικές του και μέσω του πολιτικού λόγου του. Στην πραγματικότητα, αυτά τα κόμματα προτιμούν να επιτύχουν τους κουρδικούς πολιτικούς στόχους μέσα στην εθνική συναίνεση στη Συρία, ενώ ταυτόχρονα προσφέρει και δίνει στο συροκουρδικό ζήτημα κάποιο είδος ανεξαρτησίας από τις αλληλεπιδράσεις του σε άλλες περιφερειακές χώρες.
Ευθυγράμμιση με το καθεστώς
Από την άλλη πλευρά, το PYD επηρεάζεται από την επανα-ευθυγράμμιση με το συριακό καθεστώς την οποία ελπίζει το PKK να επιτύχει στην περιφερειακή εξίσωση. Αυτό το κόμμα, το οποίο διέπραξε μια πολιτική «αμαρτία» αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα τους δύο κυριότερους περιφερειακούς άξονες στην αρχή της νέας χιλιετίας, θέλει σήμερα να ανοικοδομήσει ένα είδος συνοχής με τον συρο-ιρανικό άξονα, εκμεταλλευόμενο την επιδεινωμένη διάσπαση μεταξύ Τουρκίας-Ιράν λόγω της διαφοράς τους σχετικά με τη συριακή κρίση.
Το κόμμα που άρχισε να χάσει την περιφερειακή επιρροή του μετά από τη σύλληψη του πολιτικού ηγέτη του Αμπντουλάχ Οτσαλάν το 1999 και τη συμφωνία ασφαλείας των Αδάνων μεταξύ της Συρίας και της Τουρκίας, επανεξετάζει την θέση του υπό το φως της αυξανόμενης διαφοράς Συρίας-Τουρκίας και με δεδομένο την επιθυμία του να αποκαταστήσει τους πολιτικούς δεσμούς του με τον παραδοσιακό του άξονα. Προφανώς, αυτό επηρεάζει βαθιά τη συριακή θυγατρική του ΡΚΚ (το PYD).
Αντίθετα, τα κόμματα του KNC επιδιώκουν να δημιουργήσουν ισχυρούς πολιτικούς δεσμούς με την πολιτική ηγεσία της περιοχής του Κουρδιστάν στο Ιράκ, ιδιαίτερα με την ηγεσία του Δημοκρατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, με επικεφαλής τον πρόεδρο της αυτόνομης περιοχής Μπαρζανί.
Στην πραγματικότητα, οι Κούρδοι του Ιράκ είναι ο ιστορικός αντίθετος πόλος του PKK στην κουρδική σκηνή. Επίσης, το KNC και το PKK έχουν διαφορετικές σχέσεις με την Τουρκία και τις ΗΠΑ, οι οποίες θέτουν τα δύο κόμματα σε δύο αποκλίνοντες πολιτικούς άξονες, τόσο στο κουρδικό επίπεδο όσο και στο περιφερειακό επίπεδο.
Ωστόσο, αν και η σχέση του KNC με τους Κούρδους του Ιράκ δεν βασίζεται σε πλήρη πολιτική δέσμευση, όπως είναι η οργανική σχέση μεταξύ του PYD και του PKK, το KNC κατανοεί τον δύσκολο ρόλο των Κούρδων του Ιράκ, ως ο μόνος τρόπος να εκφράσει τη γενική πολιτική του και ως μόνη κουρδική στήριξη στη διαμάχη του με το PYD.
Οι δυνάμεις του KNC γνωρίζουν ότι ο ανταγωνισμός τους με το PYD, το πιο οργανωμένο και βαρυσήμαντο συροκουρδικό κόμμα, απαιτεί τον διαχωρισμό του από κάθε άλλο πολιτικό συνασπισμό της Συρίας. Η οριστική αποχώρηση του KNC από το SNC έκανε αδύνατη την είσοδο του κάτω από την ομπρέλα οποιασδήποτε άλλης συριακής πολιτικής ομάδας της αντιπολίτευσης, γνωρίζοντας ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ του να ενταχθεί σε ένα συριακό πολιτικό μέτωπο της αντιπολίτευσης και του να υποστηρίξει απλά την επανάσταση.
Το Συμβούλιο δεν μπορεί να φέρει το βάρος των πολιτικών συμπεριφορών και πολιτικών που έχουν υιοθετηθεί από οποιοδήποτε άλλο συριακό μπλοκ της αντιπολίτευσης, ιδίως τις θέσεις αυτών των συνασπισμών που σχετίζονται με το κουρδικό ζήτημα. Εάν το KNC παραμένει ένα ανεξάρτητο πολιτικά αντιπροσωπευτικό όργανο το οποίο εκφράζει τις απόψεις του σχετικά με αυτό το ζήτημα, τότε θα αποκτήσει μεγαλύτερο κύρος και εμπιστοσύνη στον κουρδικό δρόμο.
Η σύγκρουση μεταξύ των δύο κουρδικών πόλων έχει ως αποτέλεσμα την έλλειψη σαφών πολιτικών και στρατηγικών επιλογών που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια σύνδεση μεταξύ της συροκουρδικής κοινότητας και της πολιτικής ελίτ της.
Ένταση, πολιτικός λαϊκισμός και εξάρτηση των πολιτικών από τις απόψεις του δρόμου, και όχι το αντίθετο, είναι οι πολιτικές πρακτικές που έχουν υιοθετηθεί από την συροκουρδική κοινότητα.
Πηγή
InfoGnomon
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.