Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

Μπορεί ο Έρογλου να διαφοροποιηθεί από τον Ταλάτ;



Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών


Εν αναμονή των επικείμενων ψευδοεκλογών της 18ης Απριλίου στα κατεχόμενα, ο Ντερβίς Έρογλου, βασιζόμενος στην αυτοπεποίθηση που του προσδίδουν οι δημοσκοπήσεις, άρχισε να προβαίνει σε δηλώσεις για την επίλυση του Κυπριακού. Παρά την προσπάθεια του διαμεσολαβητικού μηχανισμού του ΟΗΕ στην Κύπρο να περισώσει τον Ταλάτ, επί της τακτικής του οποίου πολλά επένδυσαν, εντούτοις η τάση στα κατεχόμενα δεν φαίνεται να αλλάζει. Τόσο η πολιτική ρητορική του Έρογλου όσο και η διακεκηρυγμένη τακτική του στοχοθεσία παραπέμπουν στη γνωστή, εκ του παρελθόντος, σχολή Ντενκτάς, με κάποιες όμως «προσεγγιστικές» τάσεις, που δημιουργούν κάποια επιφανειακή διαφορά.

Τόσο διεθνώς όσο και εγχωρίως υπάρχει μία τάση που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο Έρογλου θα αποτελέσει ανασταλτικό και, πιθανόν, ανατρεπτικό παράγοντα σε σχέση με την μέχρι τώρα πορεία που πήραν οι συνομιλίες. Επομένως, το πιο σημαντικό ερώτημα στρατηγικής υπόθεσης που τίθεται με βάση την πιθανότητα εκλογής Έρογλου είναι το εξής: μπορεί ο Έρογλου να αλλάξει την μέχρι τώρα πορεία των συνομιλιών στη βάση της ρητορικής και των διακηρύξεων του;

Σε σχέση με την ρητορική του είναι ξεκάθαρη η άποψη του ότι είναι θιασώτης της διεθνούς κατοχύρωσης των στρατηγικών κεκτημένων της Τουρκίας στην Κύπρο από το 1974 και εντεύθεν, δηλαδή της δημιουργίας Τουρκικού κράτους στο βορρά και της διατήρησης της στρατηγικής ομηρίας του νοτίου τμήματος. Σε αυτή τη βάση είναι πλήρως ευθυγραμμισμένος με την στρατηγική στοχοθεσία της Τουρκίας στο Κυπριακό. Επομένως, η ουσία του ερωτήματος δεν αφορά στην πιθανότητα αλλαγής της Τουρκικής στρατηγικής αλλά της Τουρκικής τακτικής των τελευταίων ετών στο Κυπριακό.



Η Τουρκία εκμεταλλευόμενη το τεράστιο σφάλμα της Ελληνικής πλευράς, τον Φεβρουάριο του 2004, η οποία απεδέχθη μία στημένη διαδικασία που οδηγούσε τελεολογικώς στην παγίδα του δημοψηφίσματος, κατάφερε να εξέλθει κερδισμένη και εν πολλοίς αποενοχοποιημένη και έκτοτε να προσμετρά νίκες τακτικής, κυρίως στην Ευρωπαϊκή της πορεία. Αυτό που η Τουρκία επιδιώκει σήμερα είναι να συνεχίζονται οι συνομιλίες στο Κυπριακό επιδιώκοντας δύο στόχους τακτικής: πρώτον να διασφαλίζει ότι το Κυπριακό δεν θα αποτελεί εμπόδιο στην Ευρωπαϊκή της πορεία και δεύτερον να χρησιμοποιεί την αρνητική πίεση που ασκεί ο χρόνος και τον αμερικανικόβρετανικό παράγοντα για να καταγράφει όσον το δυνατόν περισσότερες υποχωρήσεις από την Ελληνική πλευρά (π.χ. εκ περιτροπής προεδρία, έποικοι, σταθμισμένη ψήφος).

Με αυτά τα δεδομένα τακτικής, ο Έρογλου μπορεί να διαφοροποιηθεί από τον Ταλάτ δυναμιτίζοντας τις συνομιλίες; Η απάντηση είναι σαφώς όχι. Εκτός από τον μοχλό που πιθανόν να του δώσει η πλειοψηφία στα κατεχόμενα οι άλλες πραγματικότητες δεν μπορούν να του παράσχουν πολλά περιθώρια ελιγμών. Έστω και αν επιχειρήσει να διαφοροποιηθεί από την ήδη προδιαγεγραμμένη τακτική της Άγκυρας πολύ σύντομα η Τουρκία θα τον αναγκάσει να ευθυγραμμιστεί στην δική της ρότα και να λειτουργήσει στα πραγματικά πλαίσια πολιτικής, οικονομικής και πάνω απ’ όλα στρατιωτικής εξάρτησης των κατεχομένων από την «μητέρα πατρίδα».

Επομένως, το πρώτο συμπέρασμα στην ανάλυση της υπόθεσης στρατηγικής που θέσαμε είναι ότι πάντα η βάση στρατηγικής πρόβλεψης σε μία επικείμενη πολιτική αλλαγή δεν είναι το τι λέει ο πολιτικός δρων αλλά το τι μπορεί να κάνει, στη βάση των πραγματικοτήτων που του επιβάλλει το πολιτικό περιβάλλον. Θα ήταν τουλάχιστον αφέλεια να πιστέψει κάποιος ότι μερικές χιλιάδες ψήφοι στην κατεχόμενη Κύπρο θα επιβάλουν αλλαγή τακτικής στην Τουρκία σε μία περίοδο όπου η υπερεξάπλωση της εξωτερική της πολιτικής ιεραρχεί ψηλότερα πολύ πιο σημαντικές προτεραιότητες απ’ ότι το Κυπριακό. Η Τουρκία θέλει κάποιον εντολοδόχο να συνομιλεί στο Κυπριακό και ο Έρογλου θα συνομιλήσει, είτε το θέλει είτε όχι.

Το δεύτερο και πιο ουσιαστικό συμπέρασμα που καταλήγουμε από αυτήν την υπόθεση είναι ότι στο σχεδιασμό στρατηγικής και πιο συγκεκριμένα στην ερμηνεία του τρόπου λήψεως αποφάσεων ενός συντελεστή ισχύος σε μία διαδικασία επίλυσης συγκρούσεων αποτελεί μεγάλο σφάλμα να αποδίδεται κεντρικός ρόλος σε πρόσωπα που δεν έχουν μεγάλα περιθώρια ελιγμών έξω από περιορισμούς που θέτει η πραγματικότητα και να εκλαμβάνεται η συμπεριφορά τους ως «στοχευτική» ή να θεωρείται η δράση τους ως «προθετικά ορθολογική» στη βάση της ρητορικής τους. Με άλλα λόγια, αποτελεί μέγα σφάλμα στρατηγικής να διαμορφώνεις σχέδια λαμβάνοντας σοβαρά υπόψιν κομπάρσους που αφήνονται στην ψευδαίσθηση ότι παίζουν ένα πρωταγωνιστικό ρόλο τον οποίο τους εκχωρούν, μέσω ενός εξηρτημένου συστήματος, οι υψηλοί τους σεναριογράφοι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.