Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 20ΕΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ VII



Η ΑΧΙΛΛΕΙΟΣ ΠΤΕΡΝΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ
Tου ΝΕΟΚΛΗ ΣΑΡΡΗ


Δύο χρόνια μετά την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, η Άγκυρα πίστευε ότι είχε «λύσει» το κυπριακό πρόβλημα και πως ήταν ζήτημα χρόνου η ελληνική πλευρά να το «χωνέψει». Σειρά είχαν το πλέγμα των υπολοίπων ζητημάτων που θεωρούσαν ότι ήταν σε εκκρεμότητα, δίδοντας άμεση προτεραιότητα στο Αιγαίο, για το οποίο κάτω από το πρόσχημα της χάραξης της υφαλοκρηπίδας του (στο οποίο με τον χρόνο προστέθηκαν και οι θεωρίες των «γκρίζων» ζωνών) υπέβοσκε η ίδια με την Κύπρο στοχοθεσία: μια ιδιότυπη ελληνοτουρκική συγκυριαρχία με βαρύνουσα σ’ αυτήν την τουρκική επικυριαρχία επί του συνόλου, κατά τον τύπο «τα δικά μου δικά μου και τα δικά σου δικά μας».

Το απογοητευτικό αυτό τοπίο είχε όμως ένα δυο αχίλλειες πτέρνες, τις οποίες μπορούσε να διακρίνει ένα προσεκτικό μάτι και οι οποίες φαίνονταν έμμεσα αλλά σαφώς από τις ίδιες τις ίδιες τις τουρκικές πηγές από τις οποίες προέκυπτε ο όλος σχεδιασμός. Ο Τουράν Γκιουνές ειδικά, πέραν των όσων ανέφερα, μου εξήγησε διά μακρών τους λόγους για τους οποίους η Τουρκία φοβάται και προσπαθεί όπως αποφύγει τη διχοτόμηση στην Κύπρο. Είχε μάλιστα, με τη θυμοσοφία που τον χαρακτήριζε, σχεδιάσει και τι μπορούσε να συμβεί στην περίπτωση διαμελισμού της Μεγαλονήσου. Στο τμήμα το οποίο θα περιερχόταν στην Ελλάδα θα ήταν δυνατόν να εγκατασταθούν, για παράδειγμα, βαλλιστικά οπλικά συστήματα τα οποία να απειλούσαν και την κεντρική ακόμη Μικρά Ασία (εάν κανείς μελετήσει το περισπούδαστο σύγγραμμα του σημερινού υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου «Στρατηγική σε Βάθος», θα διαπιστώσει τον φόβο που προκάλεσε στην Άγκυρα η πιθανότητα εγκατάστασης των πυραύλων S300 στην Κύπρο (ανάλογη ενέργεια προς εκείνη του Μακαρίου που απετράπη το 1964, γεγονός που τον είχε κάνει γνωστό ως «Κάστρο της Μεσογείου»).
Έτσι η Τουρκία, κατά τον Γκιουνές, «στοχεύει στον έλεγχο ολοκλήρου της Κύπρου». Η πρόθεσή της αυτή δεν έχει άμεση σχέση με την ύπαρξη των Τουρκοκυπρίων, αλλά σχετίζεται με τα ευρύτερα συμφέροντά της στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Άλλωστε και ο Νταβούτογλου σήμερα, στο ίδιο σύγγραμμά του, προκλητικά αναφέρει πως «και αν δεν υπήρχαν Τούρκοι στην Κύπρο», η πολιτική της Τουρκίας έναντι αυτής θα ήταν η ίδια, δεδομένου ότι διακυβεύονται (τα ηγεμονικά της) συμφέροντα στην ευρύτερη γεωστρατηγική περιοχή και προς επίρρωση του ισχυρισμού του τονίζει ότι το ίδιο συμβαίνει με τα νησιά του Αιγαίου τα οποία «κατέχει η Ελλάδα», όπως είναι η Δωδεκάνησος, στην οποία, αν και δεν διαβιούν πλέον ενάριθμοι Τούρκοι, η Τουρκία επιδεικνύει (ή πρέπει να επιδείξει) το ανάλογο προς την Κύπρο ενδιαφέρον.


Με βάση τα παραπάνω στόχος της Τουρκίας είναι ο έλεγχος της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή η μετατροπή της σε ελεεινό ανδρείκελο της Άγκυρας. Πώς όμως μπορεί λοιπόν να συμβεί αυτό;
Το πλεονέκτημα της διεθνούς προσωπικότητας

Οι οθωμανικές δομές των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου

Συμπερασματικά από τα λεγόμενα του Γκιουνές προέκυπτε η αναδιοργάνωση επί νέων βάσεων του κράτους στην Κύπρο, στο οποίο η διπεριφεριακή (και διζωνική) ομοσπονδιακή βάση (στην αρχή του συνεταιρισμού στη βάση 50% και 50% των δύο μερών) ήταν αναπόφευκτη. Οποιαδήποτε όμως λύση δεν θα προέβλεπε την επιστροφή των προσφύγων στις εστίες τους. Οι Έλληνες θα έπρεπε να το έπαιρναν απόφαση, δηλαδή να το χώνευαν. Το διαζύγιο ήταν οριστικό και αμετάκλητο. Προκειμένου να νοηματοδοτήσει τις τουρκικές προθέσεις θα πρέπει να ανατρέξει στις σχετικές εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στα τουρκικά και οι οποίες δηλώνουν τις μορφές συνύπαρξης. Η πρώτη από αυτές είναι το ic – ice (ιτς – ιστέ) που σημαίνει «ο ένας εντός του άλλου», δηλαδή σε κατάσταση ανάμειξης. Ο δεύτερος είναι yan – yana (ο ένας δίπλα στον άλλο), δηλαδή μαζί και χώρια και ο τρίτος το ayrι – ayrι (αϊρί – αϊρί), που σημαίνει απολύτως χωριστά. Ο όρος που χρησιμοποιούσε ο συνομιλητής μου ήταν ο τελευταίος. Αυτή η τουρκική στοχοθεσία όμως δεν είναι δυνατό να κατανοηθεί δίχως μια επιβεβλημένη εμβάθυνση στον τρόπο διαβίωσης των διαφόρων εθνικοθρησκευτικών κοινοτήτων κατά την οσμανική περίοδο με βάση τη δομή που ανέφερα προηγουμένως. Επί αιώνες οι μη μουσουλμανικές κοινότητες (cemmaatι gayrι muslimin) διαβίωναν στις πόλεις (αλλά και σε χωριά) σε ξεχωριστές συνοικίες (σε κάποιες πόλεις μάλιστα, όπως στο Φανάρι στην Κωνσταντινούπολη, περιβάλλονταν από τείχη των οποίων η πύλη έκλεινε τη νύχτα). Αυτό όσον αφορά τους τόπους διαμονής και κατοικίας (και λέμε διαμονής, γιατί απαγορευόταν η έστω και διαφορετικού θρησκευτικού δόγματος, ομοθρήσκου ή «ομοεθνούς» διαμονή, όπως γραικού καθολικού χριστιανού (φράγκου), (Τηνιακού λόγου χάριν ή Σαντορινιού, σε οικία ορθοδόξου γραικού (Ρωμιού) με κίνδυνο αφορισμού του φιλοξενούντος ή εκμισθωτή). Η μόνη κοινή για όλες τις κοινότητες περιοχή ήταν η έκταση που περιέκλειε την αγορά (το «παζάρι») και τα κτίρια της διοίκησης. Αυτός είναι ο τρόπος του «μαζί και χώρια» και ανταποκρίνεται σ’ έναν κοινωνικό τύπο όπως της οσμανικής κοινωνίας που είναι παραδοσιακός. Με άλλη έκφραση ως παραδοσιακή κοινωνία το μόρφωμα, η γκετοποίηση, όπως θα λέγαμε σήμερα, ήταν λειτουργική, όπως λειτουργικές ήταν και οι εθικοθρησκευτικές (φυλετικές) διακρίσεις (η υποχρέωση των μη μουσουλμάνων να φέρουν ενδύματα από υφάσματα κατώτερης ποιότητας απ’ ό,τι οι μουσουλμάνοι ή εν πάση περιπτώσει διαφορετικού χρώματος, όπως και η υποχρέωση να φέρουν αναλόγου προς το θρήσκευμά τους χρώματος υποδήματα). Επίσης και η υποχρέωσή τους να σκύβουν γονυπετείς όταν περνούσε από μπροστά τους μουσουλμάνος (συνήθεια που επέζησε μέχρι πρόσφατα σε χωριά της Μικράς Ασίας από φανατικές μουσουλμάνες που έπρατταν το ίδιο στη θέα ανδρών – σε ένδειξη σεβασμού και υπακοής προς αυτούς). Ακόμη τα σπίτια των μη μουσουλμάνων δεν μπορούσαν να είναι βαμμένα άσπρα (αλλά να είναι σκούρου χρώματος) και σαφώς χαμηλότερα του ύψους των μη μουσουλμανικών σπιτιών. Όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα της αρχής κατά την οποία ο πρώτος τη τάξει των μη μουσουλμάνων ακολουθούσε τον τελευταίο στην τάξη μουσουλμάνο. Αρχή από την οποία προκύπτει και το διπλό κριτήριο το οποίο εφαρμόζουν οι Τούρκοι στις σχέσεις τους με την Ελλάδα (αλλά συνήθως και με τους Έλληνες σε μακροχρόνια διαβίωση μ’ αυτούς). Το διπλό αυτό κριτήριο είναι ακριβώς εκδηλωτικό της δομής εξουσίας η οποία διέπει τις σχέσεις της Τουρκίας με βάση την κάθετη αντίληψη των σχέσεών της με τρίτους τους οποίους θεωρούν ως υποκείμενους, ως ασθενέστερους, στη δική της εξουσία.

Σχετικά κάποτε, σε φιλική συζήτηση με τον συνάδελφο, πολύ γνωστό και καλό καθηγητή Ιστορίας Ζαφέρ Τοπράκ του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου (και μαθητή και αυτού του κοινού μας δασκάλου Ταρίκ Ζαφέρ Τούναγια), συμφώνησε στην παρατήρησή μου ότι «δεν γίνεται τίποτε, Ζαφέρ, γιατί οι Τούρκοι αντιλαμβάνονται τις σχέσεις τους με τους άλλους κάθετα, όχι οριζόντια», σηκώθηκε όρθιος και μου είπε «να σε φιλήσω, εσύ ακτινογράφησες την ψυχή των Τούρκων» (sen Turklerin ruhunu rontgen etmissin).

Παρενθετικά θα πρέπει να τονίσουμε ότι τα παραπάνω δεν είναι άσχετα και με την Κύπρο, αλλά και με όλο το πλέγμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Στην Κύπρο, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η γενεσιουργός της Κυπριακής Δημοκρατίας Συνθήκη του Λονδίνου στηρίχτηκε στην οσμανική αρχή των εθνικοθρησκευτικών κοινοτήτων και μάλιστα πολύ χονδροειδώς, γιατί την εξέλαβε με βάση τον διαχωρισμό μουσουλμάνων – μη μουσουλμάνων. Απόδειξη αυτού είναι ότι οι κοινότητες Αρμενίων, Μαρωνιτών και Λατίνων της Μεγαλόνησου υπολογίστηκαν (και υπολογίζονται) στο ποσοστό των Ρωμιών (όπως αποκαλούν τους Ελληνοκυπρίους οι Τούρκοι και η Τουρκία, που σημαίνει ορθόδοξοι χριστιανοί – με αντίστοιχο για την άλλη πλευρά το μουσουλμάνοι και όχι Τούρκοι).

Το τρίτο σχήμα της συμβίωσης και η Κύπρος

Από τα παραπάνω λοιπόν είναι ολοφάνερο ότι η βασική πρόθεση της Τουρκίας για τη Μεγαλόνησο εξαρχής ήταν η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως νομικού προσώπου, ως διεθνούς προσωπικότητας και η επιβολή όχι μιας διχοτόμησης, αλλά ενός ιδιότυπου «συνομοσπονδιακού» κράτους όπου η μειονότητα του 18%, η οποία με την πάροδο του χρόνου διά των εποίκων ή μετακινουμένων ελευθέρως λόγω Ευρωπαϊκής Ένωσης πληθυσμών από την Τουρκία θα γίνει πλειοψηφία, θα είναι σε θέση να ελέγχει απολύτως όλη την έκταση του κράτους της Κύπρου (σε επίρρωση άλλωστε της παρατήρησης του «πατέρα» της Ζυρίχης Νιχάτ Ερίμ, που έγινε στην έκθεσή του προς την τουρκική κυβέρνηση το 1956 παρακαλώ, ότι «η πλειοψηφία των Ρωμιών στην Κύπρο είναι περιστασιακή και μπορεί σε βάθος χρόνου να ανατραπεί»).

Σκόπιμα αναφέρω «κράτος της Κύπρου» και όχι «Κυπριακή Δημοκρατία». Ακριβώς το Σχέδιο Ανάν προέβλεπε τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την υποκατάστασή της από νέο κράτος που θα πληρούσε τις προδιαγραφές που ήθελε η Τουρκία (και του οποίου ένθερμοι θιασώτες ήταν σχεδόν σύσσωμος ο ελληνικός πολιτικός κόσμος και οι «καθωσπρέπει», δηλαδή όχι οι «φαιδροί» ή «γραφικοί», διαμορφωτές της κοινής γνώμης και «σοβαροί» ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, όπως η κ. Θ. Δραγώνα και ο Νίκος Μουζέλης – είναι όντως συγκινητικό, αλλά από τότε φαίνεται χρονολογείται και το αμοιβαίο αίσθημα το οποίο και τους ένωσε αργότερα). Το επάρατο αυτό σχέδιο στην Κύπρο, που έτυχε υποστήριξης από τον εσμό των χρηματοδοτούμενων, όπως αποκαλύφθηκε στη συνέχεια, από ξένα κέντρα κεκρακτών ή ελεεινών ψιττακίσκων της δοτής άνωθεν προς αυτούς εντολής. Αλλά κατά τα φαινόμενα και το κυοφορούμενο από τις συνεχιζόμενες επί του Κυπριακού διαπραγματεύσεις της Τουρκίας (που χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο του Ταλάτ) με τον Πρόεδρο Χριστόφια κατατείνει και αυτό ωσαύτως στη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ήλθε φαίνεται ο χρόνος για να «χωνέψουν» (κατά την έκφραση του Γκιουνές το 1976) οι Έλληνες σε Ελλάδα και Κύπρο τα τετελεσμένα του 1974.

Κοντός ψαλμός αλληλούια!

Πηγή: http://papaleonidasdimitris.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.