Τρίτη 2 Μαρτίου 2010

Ανάμεσα στην κυριαρχία της Νότιας Αφρικής και τον παγκόσμιο ανταγωνισμό



Le Monde Diplomatique

Augusta Conchiglia
Δημοσιογράφου, ειδικής απεσταλμένης της Le Monde Diplomatique


Δεκαεπτά χρόνια μετά το τέλος ενός μακρόχρονου και καταστροφικού εμφυλίου πολέμου (1975-1992), η Μοζαμβίκη θεωρείται παράδειγμα επιτυχούς ανασυγκρότησης. Η αφρικανική χώρα, όμως, πρέπει να αντιμετωπίσει τις αδυναμίες μιας οικονομίας που σχεδιάστηκε, από την εποχή της πορτογαλικής αποικιοκρατίας, για να ικανοποιεί, κατ’αρχήν, τις ανάγκες των γειτονικών χωρών, με πρώτη τη Νότια Αφρική. Η εμφάνιση νέων εμπορικών εταίρων (Αυστραλία, Βραζιλία, Ινδία, κ.α.) θα μπορούσε να ανατρέψει τα δεδομένα στους νευραλγικούς κλάδους της ενέργειας, των υποδομών και του ορυκτού πλούτου.

Την 1η Αυγούστου 2009, στην πόλη Κάια της επαρχίας Σοφάλα, στην καρδιά της Μοζαμβίκης, ο πρόεδρος Αρμάντο Γκεμπούσα εγκαινίασε με τυμπανοκρουσίες μία γέφυρα στον πόταμο Ζαμβέζη, τον τέταρτο μεγαλύτερο στην Αφρική. Η συγκεκριμένη τελετή είχε ξεχωριστή πολιτική σημασία. Πραγματικά, η Ζαμβεζία, όπου κατασκευάστηκε το αρχιτεκτονικό έργο, αποτελεί μία από τις περιοχές που υπέφεραν ιδιαίτερα από τον εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος έφερε αντιμέτωπους, από το 1977 μέχρι το 1992, το Απελευθερωτικό Μέτωπο της Μοζαμβίκης (Frelimo), τότε μαρξιστικού προσανατολισμού (1), με την Εθνική Αντίσταση της Μοζαμβίκης (Renamo), που υποστηριζόταν από το καθεστώς του απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής. Εδώ και δεκαετίες, οι αρχές της επαρχίας, αλλά και όλου του υπόλοιπου βόρειου τμήματος της χώρας, ζητούσαν την κατασκευή μιας γέφυρας που θα τους συνέδεε με το πλουσιότερο νότιο τμήμα, όπου εδρεύει η κεντρική εξουσία.


Η «γέφυρα της Ένωσης»

Ο πρόεδρος Γκεμπούσα είναι απόλυτα ικανοποιημένος: στις γενικές εκλογές της 28ης Οκτωβρίου 2009, στη Ζαμβεζία, όπως και στις άλλες, «δύσκολες», επαρχίες της Σοφάλα και της Ναμπούλα, το κόμμα του, το Frelimo, που βρίσκεται στην εξουσία, απέσπασε για πρώτη φορά την πλειοψηφία. Η «γέφυρα της ένωσης» οπωσδήποτε συνέβαλε στο αποτέλεσμα.

Η Μοζαμβίκη αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα επιτυχημένης ανοικοδόμησης μετά από πόλεμο. Έτσι, το 2009, στην ετήσια έκθεσή τους για την Αφρική, η Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) υπογραμμίζουν τη «μακροοικονομική και πολιτική σταθερότητα» της χώρας, καθώς και «τους εντυπωσιακούς μέσους ρυθμούς ανάπτυξης 8% για το διάστημα 2000-2006» (2). Εξάλλου, η Μοζαμβίκη αφιερώνει αυξημένο ποσοστό των δημοσίων δαπανών της για την παιδεία (22%). Σε κάθε περίπτωση, πάντως, με μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα 230 ευρώ, η Μοζαμβίκη παραμένει μία από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου, με διευρυνόμενες ανισότητες μεταξύ των περιφερειών της, ορισμένες από τις οποίες πλήττονται συχνά και από φυσικές καταστροφές -πλημμύρες και κύματα ξηρασίας. Έτσι, το Μαπούτο δέχεται σημαντικό τμήμα της γαλλικής αναπτυξιακής βοήθειας για την υποσαχάρια Αφρική (3).


Το μετααποικιακό περιβάλλον
Από την τελευταία περίοδο της πορτογαλικής αποικιοκρατίας (1895-1975), η Μοζαμβίκη συνδέθηκε στενά με τις οικονομικά δυναμικές ζώνες της πρώην Ροδεσίας (σημερινή Ζιμπάμπουε και Ζάμπια) και της Νότιας Αφρικής, των οποίων αποτελεί τη φυσική διέξοδο προς τη θάλασσα. Τα εισοδήματα των (σιδηροδρομικών και οδικών) «διαδρόμων» του Μαπούτο και της Μπέιρα, στο κεντρικό τμήμα της χώρας, που εξυπηρετούν τα κράτη αυτά –διάδρομοι στους οποίους προστέθηκε και η σιδηροδρομική γραμμή της Νακάλα, στο βόρειο τμήμα, ώστε να βρει και το Μαλαουί διέξοδο προς τις ακτές- αποτέλεσαν για πολύ καιρό μια από τις κύριες πηγές εσόδων της Μοζαμβίκης (μαζί με τα εμβάσματα των μεταναστών που δούλευαν στα ορυχεία της Νότιας Αφρικής). Τα έσοδα αυτά μειώθηκαν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, καθώς η Πρετόρια είχε μειώσει τις επενδύσεις της στην περιοχή και είχε προκρίνει την εμπορική σύνδεση με το λιμάνι του Ντουρμπάν.

Με τον τερματισμό των συγκρούσεων, το Μαπούτο προσπαθεί να διαφοροποιήσει την οικονομία του. Για να πετύχει έναν τέτοιο στόχο, δεν του λείπουν τα πλεονεκτήματα: ενέργεια (φυσικό αέριο, υδροηλεκτρικό δυναμικό και, πιθανότατα, πετρέλαιο στα χωρικά του ύδατα), ορυκτός πλούτος (άνθρακας, τιτάνιο, χρυσός, πολύτιμοι λίθοι), τουρισμός -με τους επισκέπτες να αυξάνονται αισθητά- και, φυσικά, γεωργία και αλιεία, που αντιπροσωπεύουν ακόμη το 27% του ΑΕΠ της χώρας.

Τα «μεγάλα σχέδια»
Κατά τη δεκαετία του 2000, εκπονήθηκε σειρά «μεγάλων σχεδίων» στον τομέα της βαριάς βιομηχανίας εξόρυξης. Τα σχέδια αυτά αντανακλούν τις αντιφάσεις μέσα στις οποίες αγωνίζεται η οικονομία της Μοζαμβίκης. Τέτοιες αντιφάσεις, οι οποίες κινητοποιούν δισεκατομμύρια δολάρια επενδύσεων, είναι η ανάπτυξη της εκμετάλλευσης κοιτασμάτων φυσικού αερίου -το 95% του οποίου μεταφέρεται με αγωγό προς τη Νότια Αφρική- στην επαρχία Ιναμπάνε, από τη νοτιοαφρικανική εταιρεία Sasol, καθώς και η μονάδα επεξεργασίας αλουμινίου Mozal. Η μονάδα αυτή, η οποία δημιουργήθηκε από κοινοπραξία εταιρειών που ελέγχει ο αγγλο-αυστραλιανός γίγαντας BHP Billiton (4), διπλασίασε τη δυναμικότητα παραγωγής της μεταξύ 2000 και 2002.

Ωστόσο, οι περισσότερες από τις επενδύσεις έγιναν στο πλαίσιο «ελεύθερων ζωνών», τη δημιουργία των οποίων ενθάρρυναν οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, και, έτσι, αποφέρουν ελάχιστα έσοδα στο κράτος. Δεν προκαλεί, λοιπόν, έκπληξη το γεγονός ότι, παρά την εκθετική αύξηση των εξαγωγών, το συνολικό έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών της Μοζαμβίκης έφθασε τα 800 εκατομμύρια δολάρια το 2008. Η απώλεια φορολογικών εσόδων ισοδυναμεί περίπου με το δημοσιονομικό έλλειμμα της Μοζαμβίκης, το οποίο χρηματοδοτείται σήμερα από την ξένη αναπτυξιακή βοήθεια.

Οικονομική επέκταση της Ν. Αφρικής

Για τον οικονομολόγο Κάρλος Νούνο Καστέλ Μπράνκο, η εγκατάσταση της Mozal στη Μοζαμβίκη δεν είναι αποτέλεσμα των φοροαπαλλαγών που της χορηγήθηκαν. Οφείλεται κυρίως στο μοντέλο οικονομικής επέκτασης της Νότιας Αφρικής, της μεγαλύτερης περιφερειακής δύναμης που αποκομίζει διπλό όφελος από το σχέδιο: και ως μέτοχος της κοινοπραξίας και ως προμηθευτής ηλεκτρικού ρεύματος.

Πραγματικά, η επένδυση της ΒΗΡ Billiton συνοδεύτηκε από σύμβαση που υπέγραψε με τις εταιρείες ηλεκτροδότησης της Μοζαμβίκης (EDM), της Σουαζιλάνδης (SEB) και της Νότιας Αφρικής (Eskom), οι οποίες δημιούργησαν τον ανεξάρτητο φορέα μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος Mozambique Transmission Company (Motraco), για να ηλεκτροδοτούν το εργοστάσιο αλουμινίου. «Η Eskom είχε θέσει ως όρο για την υπογραφή μακροχρόνιας συμφωνίας με τη Mozal την εγκατάσταση της μονάδας αλουμινίου στη Μοζαμβίκη, έτσι ώστε να καταστήσει βιώσιμο το περιφερειακό δίκτυο ηλεκτροδότησής της», εξηγεί ο Καστέλ Μπράνκο.

Η Νότια Αφρική, που καταγράφει ελλειμματικό ενεργειακό ισοζύγιο και, τα τελευταία χρόνια, αντιμετωπίζει σοβαρές ελλείψεις ηλεκτρικού ρεύματος, αποδίδει περισσότερο από ποτέ στρατηγική σπουδαιότητα στην αξιοποίηση του υδροηλεκτρικού δυναμικού της γειτονικής Μοζαμβίκης (5). Η κρατική εταιρεία της Νότιας Αφρικής, η οποία παρέχει το 95% του ηλεκτρικού ρεύματος στο ραγδαία αναπτυσσόμενο «έθνος-ουράνιο τόξο» (6), αποτελεί τον πρώτο αγοραστή της ενέργειας που παράγει το φράγμα της Καόρα Μπάσα στη Μοζαμβίκη (Hidroelectrica de Cahora Bassa, HCB).

Το φράγμα της HCB, που κατασκευάστηκε το 1974 στη βόρεια επαρχία Τέτε από κοινοπραξία πορτογαλικών συμφερόντων, είχε σχεδιαστεί για να τροφοδοτεί κατά προτεραιότητα τη Νότια Αφρική, καθώς, εκείνη την εποχή, η Μοζαμβίκη δεν διέθετε τις βιομηχανίες που θα καθιστούσαν μια τέτοια επένδυση αποδοτική. Η γραμμή υψηλής τάσης που ξεκινά από το φράγμα διασχίζει τα σύνορα με τη γειτονική Ζιμπάμπουε και φθάνει μέχρι τη Νότια Αφρική, πάντα έξω από το έδαφος της Μοζαμβίκης.


Αναγκαία η ένωση Βορρά-Νότου
Η Μοζαμβίκη επαναγοράζει από την Eskom την ηλεκτρική ενέργεια που χρειάζεται, κυρίως για το νοτιότερο, πιο αναπτυγμένο τμήμα της, σε τιμές που αποτελούν αντικείμενο σκληρής διαπραγμάτευσης. Όσο η ένωση Βορρά-Νότου στο εσωτερικό της Μοζαμβίκης δεν προχωρά -το κόστος της υπολογίζεται σε 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια- , η εξάρτηση θα συνεχίζεται. Από τα 2.000 μεγαβάτ παραγωγικής δυναμικότητας του φράγματος HCB, μόνο τα 400 προορίζονται για τη Μοζαμβίκη, 200 για τη γειτονική Ζιμπάμπουε -η οποία ήδη χρωστά σημαντικά ποσά!- και 1.400 για τη Νότια Αφρική, σύμφωνα με σύμβαση που λήγει το 2029!

Έτσι, προσπαθώντας να αποκτήσει την ενεργειακή της ανεξαρτησία, η κυβέρνηση της Μοζαμβίκης έθεσε ως στόχο να αποκτήσει τον έλεγχο της HCB, στην οποία το πορτογαλικό Δημόσιο είχε μερίδιο 82%. Η εταιρεία, έχοντας παραλύσει για μεγάλο χρονικό διάστημα από τις δολιοφθορές του Renamo, είχε συσσωρεύσει χρέη σχεδόν 2 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Τελικά, το χρέος περιορίστηκε στα 470 εκατομ. ευρώ. Το υπουργείο Ενέργειας της Μοζαμβίκης δεσμεύτηκε να το εξοφλήσει μέσα σε δώδεκα χρόνια, από τα έσοδα της HCB, σε μια κοινοπραξία τραπεζών που, με επικεφαλής τη γαλλική Calyon, προσέφερε το ποσό της εξαγοράς. Το Νοέμβριο του 2007, η Μοζαμβίκη εξασφάλισε επιτέλους το 85% των μετοχών της HCB, ένα αληθινό πετράδι του στέμματος: «Για μας, το γεγονός μπορούσε να συγκριθεί με μια δεύτερη ανεξαρτησία», εκμυστηρεύεται ο διευθυντής του υπουργείου Ενέργειας Πασκοάλ Μπασέλα. Σήμερα, εξετάζει επτά νέα σχέδια που στοχεύουν στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πάνω από 6.000 μεγαβάτ και στη μετατροπή της χώρας σε σημαντικό περιφερειακό εξαγωγέα του κλάδου.

Περιορίζεται η δύναμη της Ν. Αφρικής
Τα νοτιο-αφρικανικά κεφάλαια αποτελούν το 35% των ξένων άμεσων επενδύσεων στη Μοζαμβίκη. Διακόσιες πενήντα νοτιο-αφρικανικές εταιρείες είναι εγκατεστημένες στη χώρα. Οι εξαγωγές της Νότιας Αφρικής προς τη Μοζαμβίκη είναι εικοσαπλάσιες από τις αντίστοιχες εισαγωγές της.

Η Νότια Αφρική, που θεωρείται χώρα ενδιάμεσου εισοδήματος, όπως η Βραζιλία, και της οποίας η οικονομική ισχύς συσσωρεύτηκε σε κάποιο βαθμό λόγω της κυριαρχίας που ασκούσε για πολύ καιρό στις νότιες περιοχές -με τη συγκατάθεση των Πορτογάλων και των Βρετανών αποικιοκρατών-, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη της περιοχής, όπου και επεκτάθηκε ραγδαία μετά το τέλος του απαρτχάιντ.

Εντούτοις, η ανάδυση νέων παγκόσμιων δυνάμεων, τις οποίες προσέλκυσαν οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι του υπεδάφους της Μοζαμβίκης, έχουν ελαφρώς επισκιάσει τη νοτιο-αφρικανική παρουσία στη χώρα. Από το 2007, το σύνολο των επενδύσεων Βραζιλίας και Αυστραλίας ξεπερνά τις αντίστοιχες επενδύσεις της Νότιας Αφρικής. Ο άνθρακας -και, σε μικρότερο βαθμό, το τιτάνιο- βρίσκεται πίσω από αυτή την κινητικότητα.

Ο άνθρακας, που αντιμετωπιζόταν για πολύ καιρό ως πλουτοπαραγωγική πηγή δευτερεύουσας σημασίας, προσέλκυσε ξαφνικά τους γίγαντες του κλάδου των ορυκτών εκμεταλλεύσεων. Κατ’ αρχήν, η βραζιλιάνικη εταιρεία Vale (πρώην Vale do Rio Doce, δεύτερη εταιρεία στον κλάδο παγκοσμίως) κέρδισε το διαγωνισμό για το κοίτασμα της Μοατίζε. Στη συνέχεια, η αυστραλέζικη Riversdale, σε σύμπραξη με την ινδική Tata Steel, κέρδισε έναν δεύτερο διαγωνισμό για γειτονικό κοίτασμα. Και, προς γενική έκπληξη, οι πρώτες εξερευνήσεις αποκάλυψαν την ύπαρξη ενός από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα λιθάνθρακα στον κόσμο. Οι δύο εταιρείες προβλέπουν ότι, μέσα σε μερικά χρόνια, θα φτάσουν στο –σημαντικό- επίπεδο παραγωγής 20 έως 25 τόνων ετησίως η καθεμία. Από τότε, και άλλοι γίγαντες του χάλυβα, όπως η ArcelorMittal, περιμένουν στη σειρά.

Λεπτές ισορροπίες

Βέβαια, το πρόβλημα της μεταφοράς δεν έχει λυθεί, καθώς οι υποδομές δεν έχουν αναπτυχθεί αρκετά ή είναι ακατάλληλα προσανατολισμένες. Οι σιδηροδρομικές γραμμές «της Σένα» (650 χιλιόμετρα που συνδέουν το Μοατίζε με το λιμάνι της Μπέιρα) και «της Μπέιρα» (από τον Ινδικό Ωκεανό προς τη Ζιμπάμπουε και, ακόμη πιο μακριά, μέχρι το ανγκολέζικο λιμάνι του Λομπίτο, στον Ατλαντικό ωκεανό) χρονολογούνται από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Η γραμμή της Σένα δεν θα διαθέτει το απαιτούμενο δυναμικό μεταφοράς, παρά τις επισκευές που ξεκίνησαν το 2002. Τα έργα, που ολοκληρώνονται στις αρχές της χρονιάς, ανατέθηκαν στην κοινοπραξία Rites & Ircon, θυγατρική της εθνικής εταιρείας σιδηροδρόμων της Ινδίας (Indian Railways), η οποία θα εξασφαλίσει τη διαχείριση της γραμμής και θα κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην αφρικανική αγορά. Όσο για τη Riversdale, ονειρεύεται να μεταφέρει μέρος του άνθρακα που εξορύσσει με ειδικά ποταμόπλοια, μέσω του Ζαμβέζη, έως το δέλτα του ποταμού, εκατοντάδες χιλιόμετρα ανατολικότερα.
Καθεμία από τις δύο εταιρείες έχουν προγραμματίσει την κατασκευή θερμοηλεκτρικού σταθμού στις τοποθεσίες που εκμεταλλεύονται (1.800 μεγαβάτ), για να τροφοδοτούν με ηλεκτρική ενέργεια τα ορυχεία και το εθνικό δίκτυο. Η Vale και η Riversdale πλειοδοτούν σε υποσχέσεις όσον αφορά τη χρήση υπερσύγχρονων, καθαρών μεθόδων παραγωγής -με τους οικολόγους της Μοζαμβίκης να παρακολουθούν στενά όλες τις εξελίξεις.

Μεταξύ της εξάρτησης από τη Νότια Αφρική, αναντικατάστατου, αλλά όχι πάντοτε καλόβολου εταίρου, και της εξάρτησης από τη διεθνή βοήθεια, ο δρόμος για τη Μοζαμβίκη είναι στενός. Ίσως, όμως, όχι για πολύ.



Υποσημειώσεις

(1) Από τότε, το Frelimo υιοθέτησε την οικονομία της αγοράς.
(2) «Perspectives économiques en Afrique», 2009, www.oecd.org/bookshop
(3) Η συνολική καθαρή βοήθεια ανήλθε σε 873 εκατομμύρια ευρώ το 2008, το ένα τρίτο της οποίας χρησιμοποιήθηκε για την κάλυψη του δημοσιονομικού ελλείμματος.
(4) Μαζί με την ιαπωνική Mitsubishi, την Industrial Development Corporation of South Africa και το Δημόσιο της Μοζαμβίκης, που κατέχει το 3,9% του μετοχικού κεφαλαίου.
(5) Οι συμβάσεις που υπέγραψε η Eksom με τη Mozal και άλλες πολυεθνικές, σε τιμές κατώτερες της αγοράς, ευθύνονται σε κάποιο βαθμό για τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η νοτιο-αφρικανική εταιρεία, ο διευθυντής της οποίας παραιτήθηκε πρόσφατα.
(6) (ΣτΜ): Κατά την έκφραση του Νοτιοαφρικανού αρχιεπισκόπου Ντέσμοντ Τούτου για τη χώρα του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.